Πολλοί Σοβιετικοί αναρωτιόντουσαν, πριν από την 1η Μαρτίου 1953, αν ο Ιωσήφ Στάλιν μπορεί να πεθάνει ποτέ.
Η αγάπη των πολιτών της χώρας για τον ηγέτη της ΕΣΣΔ ήταν τόσο μεγάλη που πίστευαν ότι δεν πρόκειται να πεθάνει ποτέ. Και τελικά ίσως αυτό να ήταν αυτό που τον σκότωσε. Ωστόσο, μια μέρα σαν σήμερα όλα άλλαξαν για την χώρα και τους κατοίκους της.
Στάλιν: Η κατάσταση συναγερμού και το εγκεφαλικό
Ο Ιωσήφ Στάλιν ξυπνούσε ότι ώρα ήθελε και άπαντες έπρεπε να είναι στο πόδι προκειμένου να μην του λείψει τίποτα. Συνήθως ξυπνούσε μόνος του τα Σαββατοκύριακα. Μετά τις 10 και σίγουρα πριν τις 11 το πρωί. Εκτός κι αν είχε να κάνει κάποια συνάντηση. Αν δεν είχε δεν τον ενοχλούσε κάνεις μέχρι να σηκωθεί μόνος του.
Μια ημέρα σαν σήμερα, την Κυριακή 1η Μαρτίου 1953, περίπου στις 9:30 το πρωί τα πάντα είναι έτοιμα και άπαντες είναι στη θέση τους και περιμένουν να ξυπνήσει ο Στάλιν. Όταν τα ρολόγια έδειξαν 10 το πρωί όλοι βρισκόντουσαν σε κατάσταση συναγερμού. Τελικά, η ώρα πήγε 11… Πήγε 11:30. Ακόμα τίποτα.
Ο Στάλιν δεν είχε σηκωθεί ακόμα αλλά κανείς δε σκέφτεται να τον ξυπνήσει. Δε θα ήταν δυνατόν κάτι τέτοιο. Την τελευταία φορά που χρειάστηκε να τον ξυπνήσουν ήταν δώδεκα χρόνια πριν, για να του ανακοινώσουν την εισβολή των ναζί στη χώρα στο πλαίσιο της Επιχείρησης Μπαρμπαρόσα, τον Ιούνιο του 1941.
Εκείνο το πρωί, ωστόσο, δεν υπάρχει κάποια εισβολή οπότε κανείς δεν τολμάει να τον ξυπνήσει. Η ώρα έφτασε 2:30 το μεσημέρι και ακόμα… ούτε φωνή, ούτε ακρόαση. Η ανησυχία αυξάνεται αλλά ακόμα κανείς δεν τολμάει να μπει μέσα στο δωμάτιο του Στάλιν και να τον ξυπνήσει. Και η ώρα συνεχίζει να περνάει και η αγωνία να μεγαλώνει. Νωρίς το απόγευμα ενημερώνονται τα πλέον σημαντικά μέλη του Κόμματος αλλά και πάλι κανείς δεν τολμάει να ανοίξει την πόρτα του δωματίου του Στάλιν. Και η ώρα περνάει. Περίπου στις 6:30 το απόγευμα τα φώτα στα διαμερίσματα του Στάλιν ανάβουν και όλοι ησυχάζουν και ηρεμούν. Λίγο αργότερα, ωστόσο, συνειδητοποιούν πως έχουν ανάψει παντού εκτός από το δωμάτιο του Στάλιν.
Τελικά περίπου στις 10:30 το βράδυ ο αντικομισάριος της ντάτσας Πέτερ Βασίλιεβιτς Λοζγκάτσεφ βρίσκει σαν πρόσχημα μια επιστολή από το Κρεμλίνο προς τον Στάλιν αποφασίζει να μπει στο δωμάτιο. Αυτό που αντίκρισε του έκοψε την ανάσα αλλά δεν τον εξέπληξε κιόλας. Ο Ιωσήφ Στάλιν, ο σιδερένιος ηγέτης της ΕΣΣΔ, φορούσε ακόμα τις πυτζάμες του και ήταν πεσμένος στο πάτωμα του δωματίου του, μέσα σε μια λίμνη από τα ούρα του. Ίσα ίσα που κουνάει το ένα του χέρι. Τίποτε άλλο.
Θύμα της παράνοιας του ή θύμα των «δελφίνων»;
Ο Στάλιν είχε υποστεί εγκεφαλικό. Τουλάχιστον ένα εγκεφαλικό. Οι υπηρέτες μετέφεραν τον μελλοθάνατο, όπως αποδείχθηκε, ηγέτη στην τραπεζαρία της κατοικίας του, όπου τον ξάπλωσαν σ΄ έναν καναπέ. Και ενώ οι περισσότεροι συμφωνούσαν πως έπρεπε να κληθεί ένας γιατρός, τα μέλη της προσωπικής φρουράς του ήθελαν πρώτα να μιλήσουν με την ηγεσία του κόμματος. Οι γιατροί μπαίνουν στο δωμάτιο του ξημερώματα Δευτέρας. Ποιος ξέρει ίσως και κοντά στο 24ωρο μετά το πρώτο εγκεφαλικό. Τον εξετάζουν και σχεδόν αποκλείουν κάθε πιθανότητα να καταφέρει να συνέλθει. Ο Στάλιν δεν είχε επαφή με το περιβάλλον, το δεξί του χέρι και το δεξί του πόδι είχαν παραλύσει ενώ είχε ανησυχητικά υψηλή πίεση.Θεωρούν πως ο θάνατός του είναι ζήτημα ημερών αν όχι ωρών.
Τελικά, ο Στάλιν αφήνει την τελευταία του πνοή τέσσερις ημέρες αργότερα. Στις 5 Μαρτίου. Η συλλογική θλίψη που σάρωσε τον λαό ήταν εμφανέστατη. Άνθρωποι έκλαιγαν στον δρόμο και στην κηδεία του οργανώθηκαν μαζικές αγρυπνίες σε ολόκληρη τη χώρα. Πολλοί θεωρούσαν τον Στάλιν τον σπουδαιότερο ηγέτη της χώρας, τον θριαμβευτή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου που καθάρισε τη χώρα από εκείνους που ήθελαν την επιστροφή των τσάρων. Όταν η σορός του τοποθετήθηκε στην Αίθουσα των Κιόνων, ο κόσμος σχημάτισε ουρές για τρία μερόνυχτα προκειμένου να εκφράσει τον σεβασμό του.
Τι όμως έγινε εκείνο το πρωινό που ο Στάλιν έπαθε το εγκεφαλικό; Έπεσε θύμα δολοπλοκιών από τους δελφίνους που σκέφτηκαν πως ήταν η κατάλληλη ώρα να τον ξεφορτωθούν ή η βασιλεία του τρόμου που ο ίδιος είχε οικοδομήσει έβαλε το τελευταίο καρφί στο φέρετρό του; Σύμφωνα, ωστόσο με τους Ζόρες και Ρόι Μεντβέντιεφ, συγγραφείς του βιβλίου «Ο Άγνωστος Στάλιν», εμφανίζονται καχύποπτοι όσον αφορά το εν λόγω ενδεχόμενο, υποστηρίζοντας πως «δε θα ήταν φυσιολογικό για τα μέλη του προσωπικού να φοβούνται να μπουν στο δωμάτιό του, πόσο μάλλον να τον καλέσουν στο τηλέφωνο».