Στις 14 Ιανουαρίου του 1919 γεννήθηκε ο Δημήτρης Τσαφέντας, ο ελληνικής καταγωγής νοτιοαφρικανός, που το 1966 δολοφόνησε τον πρωθυπουργό του απαρτχάιντ Χέντρικ Φέρβερντ, επειδή οι αρχές του απαγόρευσαν να παντρευτεί μία μαύρη.
Νοτιοαφρικάνος με ελληνομοζαμβικιανή καταγωγή, ναυτικός και δημόσιος υπάλληλος, έμεινε στην ιστορία για τη δολοφονία του πρωθυπουργού της Νότιας Αφρικής ή αλλιώς τον επονομαζόμενο «αρχιτέκτονα του Απαρτχάιντ».
Ο Χανιώτης ναυτικός Μιχάλης Τσαφέντας ή Τσαφεντάκης σε ένα από τα ταξίδια του είχε συνευρεθεί με την μοζαμβικανή μιγάδα Αμέλια Γουίλιαμς. Ο Δημήτρης Τσαφέντας, μεγάλωσε με τη γιαγιά του και στη συνέχεια με τους θετούς γονείς του, οι οποίοι τον σπούδασαν σε καθολικό σχολείο. Εκεί δε απέφυγε τα ρατσιστικά σχόλια των συμμαθητών του, εξαιτίας του σκουρόχρωμου χρώματος του δέρματός του.
Δημήτρης Τσαφέντας: Mέλος του ΚΚΕ Νοτίου Αφρικής
Από τη ρατσιστική αντιμετώπιση, δεν τον γλίτωσε ούτε στη Νότιο Αφρική, όπου οι φυλετικές διακρίσεις κυριαρχούσαν αν και οι αρχές τον είχαν κατατάξει στους λευκούς του πληθυσμού. Στα μέσα της δεκαετίας του ’30 ήταν ενεργό μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Νοτίου Αφρικής και την ίδια εποχή μπάρκαρε στα καράβια. Χάρη στα ταξίδια του μάλιστα τη διετία 1947-1949 έζησε στην Ελλάδα. Φιλομαθής και ιδιαίτερα έξυπνος έμαθε οκτώ γλώσσες, αλλά τότε ξεκίνησαν να διαφαίνονται και τα πρώτα συμπτώματα σχιζοφρένειας. Αναγκάστηκε έτσι να μπαινοβγαίνει σε διάφορες ψυχιατρικές κλινικές για νοσηλεία.
Μαχαίρωσε τέσσερις φορές τον πρωθυπουργό
Το 1966 επέστρεψε στη Νότιο Αφρική και μετά από διάφορες περιστασιακές δουλειές έκανε αρχικά, προσελήφθη στη συνέχεια ως κλητήρας στο κοινοβούλιο (βουλή) της χώρας, στο Κέιπ Τάουν. Ένα μήνα αργότερα όμως έγινε πρώτη είδηση σε όλο τον κόσμο καθώςδολοφόνησε τον πρωθυπουργό της Νοτίου Αφρικής μέσα στο κοινοβούλιο.
Το μεσημέρι της 6ης Σεπτεμβρίου, ο 65χρονος Χέντρικ Φέρβουρντ εισήλθε στην αίθουσα συνεδριάσεων του κοινοβουλίου και κατευθύνθηκε προς το πρωθυπουργικό έδρανο. Τότε, ο Τσαφέντας όρμησε κατά πάνω του και τον μαχαίρωσε τέσσερις φορές στο στήθος.
Στους αστυνομικούς που τον ανέκριναν είπε ότι σκότωσε τον Φέρβουρντ, επειδή «ήμουν αηδιασμένος με τις ρατσιστικές πολιτικές του». Αργότερα όμως αποκαλύφθηκε ότι ο Τσαφέντας φαινόταν εξοργισμένος με τις αρχές, επειδή λίγες ημέρες πριν από το φονικό είχαν απορρίψει αίτηση μετάταξής του στην κατηγορία των «μαύρων», προκειμένου να συζήσει με τη φίλη του, που ανήκε στην ίδια φυλετική κατηγορία. Στη δίκη που ακολούθησε, η πράξη του κρίθηκε από το δικαστήριο μη καταλογιστή λόγω της σχιζοφρένειας από την οποία έπασχε και του επιβλήθηκε ο περιορισμός αόριστης διάρκειας σε ψυχιατρείο.
Από το ψυχιατρείο σε φυλακή μελλοθάνατων
Οι αρχές όμως, χάρη σε ένα «παραθυράκι» του νόμου, πέτυχαν τον εγκλεισμό του σε φυλακή μελλοθάνατων κι έτσι για τα επόμενα χρόνια βρισκόταν καθημερινά αντιμετώπιζε την απειλή της εκτέλεσης. Μετά την κατάρρευση του καθεστώτος των φυλετικών διακρίσεων το 1994, ο Δημήτρης Τσαφέντας μετήχθη σε ψυχιατρική κλινική του Γιοχάνεσμπουργκ, όπου άφησε την τελευταία του πνοή στις 7 Οκτωβρίου του 1999, σε ηλικία 81 ετών. Κηδεύτηκε με το τυπικό της Ορθόδοξης Εκκλησίας και ενταφιάστηκε σε άγνωστη τοποθεσία.