Καθώς η 49η Επέτειος του Πολυτεχνείου δύει και εισερχόμαστε πια στο πεντηκοστό έτος από τη νύχτα που η Χούντα απέδειξε (έτι μια φορά) το πραγματικό της ολοκληρωτικό πρόσωπο απέναντι στα ίδια τα παιδιά της πατρίδας που τάχα μου τόσο αγαπούσε, αξίζει να θυμόμαστε και να παρατηρούμε.
Τα τελευταία χρόνια, καθώς η οικονομική κρίση, αλλά και η πανδημία και η ακρίβεια δημιουργούν έντονες πιέσεις στην κοινωνία και πόλωση στο πολιτικό σκηνικό, αναδύονται όλο και συχνότερα αντιδραστικές φωνές που επιμένουν να υποτιμούν την αξία των εξεγερμένων του Πολυτεχνείου, είτε σκαρφιζόμενοι μυθεύματα πει ανυπαρξίας νεκρών (λες και οι θάνατοι θα έπρεπε να λάβουν χώρα μέσα από την πύλη για να έχουν αξία), είτε υποστηρίζοντας πως χάθηκε έτσι μια «καλή» Δικτατορία, την οποία διαδέχτηκε μια «χειρότερη» που οδήγησε στην τραγωδία της Κύπρου.
Για το μεν πρώτο, τα στοιχεία της λίστας Τσεβά, αλλά και η ιστορική και συλλογική μνήμη απαντούν από μόνα τους. Για το δεύτερο, το μόνο που μπορεί να πει κανείς είναι πως πραγματικά είναι απορίας άξιο πώς θα κατηγορηθεί μια ομάδα εξεγερμένων για τις πράξεις των Τυράννων της Ελλάδας, αλλά και της Κύπρου στη συνέχεια. Η λογική έχει αποχωρήσει από τέτοιου είδους λογικές. Φυσικά, η πλειοψηφία του κόσμου έχει δώσει την απάντησε σε κάτι τέτοιες φωνές!
«Σχεδόν μισόν αιώνα από την πιο δυνατή πράξη αντίστασης κατά της δικτατορίας, η μνήμη τροφοδοτεί την τιμή» είπε απαντώντας έμμεσα και σε όσα ανιστόρητα ανάρτησε η «Ομάδα Αλήθειας», στο διαδίκτυο, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. «Όσα διεκδίκησαν το 1973 λαός και φοιτητές γίνονται τώρα βήματα προόδου. Σε μια πατρίδα δημοκρατική, θωρακισμένη και δυναμική» συνέχισε το πρωί της Πέμπτης.
Ας μιλήσουν οι αγωνιστές της Αντίστασης για το Πολυτεχνείο
Επειδή όμως τα λόγια είναι περιττά, από ανθρώπους που δεν βίωσαν την καταπίεση, τον θάνατο και την απειλή του ξένου και του ντόπιου δυνάστη, μάλλον θα άξιζε να παραθέσουμε δύο παραδείγματα εκ των λαμπρότερων αγωνιστών της Αντίστασης του ’40 για το θέμα. Σαν σήμερα, το 2017, ο Μανόλης Γλέζος, έχοντας περάσει τα 90 χρόνια ζωής και στηριζόμενος σε μια ξύλινη μαγκούρα, στάθηκε μπροστά στο μνημείο του Πολυτεχνείου.
Η καταρρακτώδης βροχή δεν τον εμπόδισε να υψώσει ψηλά τη γροθιά, εκείνος που αψήφησε τη μπότα του κατακτητή και κατέβασε τη φασιστική – ναζιστική σημαία από τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης, αποτίοντας φόρο τιμής στους αγωνιστές και τα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Η εικόνα του μπροστά στον ορυμαγδό στεφάνων και τους νεότερους να τρέχουν να κρυφτούν από το νερό της βροχής, μιλά από μόνη της.
5 χρόνια πριν. 17 Νοέμβρη 2017. Ο 95χρονος Μανώλης Γλέζος υπό καταρρακτώδη βροχή & με υψωμένη γροθιά κατέθεσε στεφάνι στο Πολυτεχνείο – Η εμβληματική φωτογραφία του Στέλιου Στεφάνου με το ιστορικό στέλεχος της Αριστεράς, να αποτίει φόρο τιμής https://t.co/RtlBhwdcmW #Πολυτεχνείο pic.twitter.com/OMBnhtSGJo
— George Roussos (@baphometx) November 17, 2022
Το τραγούδι της Βέμπο για το Πολυτεχνείο
Λίγες φωνές έχουν συνδέσει τόσο το όνομά τους με την ελληνική αντίσταση στην ιταλική και μετέπειτα τη γερμανική μπότα, κατά την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όσο η Σοφία Βέμπο. Η «τραγουδίστρια της Νίκης», όπως χαρακτηρίστηκε από τον Τύπο της εποχής κατάφερε να βάλει μουσική στην εποποιία του ’40 στα ελληνοαλβανικά σύνορα, όπου ο ελληνικός στρατός κατατρόπωσε τους Ιταλούς.
Η Σοφία Βέμπο ήταν ήδη μιας περασμένης ηλικίας, όμως ποτέ δεν ξέχασε τι σημαίνει καταστολή. Τη βραδιά του Πολυτεχνείου το 1973, η Βέμπο ανοίγει το σπίτι της και κρύβει φοιτητές, τους οποίους αρνείται να παραδώσει όταν η ασφάλεια χτυπά την πόρτα της.
Μετά την πτώση της Χούντας, η ίδια χάρισε το μεγαλύτερο παράσημο στους ανθρώπους που στάθηκαν μπροστά στα τανκ. Η εμφάνισή της στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο Καλλιμάρμαρο για την επάνοδο της Δημοκρατίας, τραγουδώντας Παιδιά της «Ελλάδος παιδιά / και τα τανκς γονάτισαν εκείνη τη νύχτα» ήρθε να απαλύνει τις θλιβερές εντυπώσεις από την παρουσία της πάνω στα κακόγουστα άρματα στις φιέστες των συνταγματαρχών λίγα χρόνια πριν στον ίδιο χώρο.
Η μεγάλη καλλιτέχνις άλλαξε τότε για μια ακόμη φορά τους στίχους του ηρωικού πλέον τραγουδιού της για να υμνήσει τους αγωνιστές του Πολιτεχνείου:
«Τώρα η σκέψη μου πηγαίνει μες στα μαύρα βουτηγμένη και με βήμα αργό, στου Πολυτεχνείου τα νιάτα που όρμησαν φωτιά γιομάτα στο φασίστα εχθρό»
Σε καμάρωσα αγόρι, κοπελιά μοναχοκόρη και έκανα μια ευχή, τέτοιους γιους να ‘χα αναθρέψει, τέτοιες κόρες να ‘χα θρέψει, μάνα τυχερή.
Παιδιά τιμημένα παιδιά, και τα τανκς γονατίσαν κείνη τη βραδιά, παιδιά απ’ αυτή τη βραδιά ανασαίνει η Ελλάδα έφυγε η σκλαβιά»