Recently updated on June 7th, 2024 at 04:33 pm
Ο Βασίλης Παλαιοκώστας και ο φίλος του, Αλκέτ Ριζάι, δραπέτευσαν σαν σήμερα το 2006 με ελικόπτερο από τις φυλακές Κορυδαλλού.
Το ημερολόγιο έδειχνε 4 Ιουνίου 2006 και ήταν μια μάλλον συνηθισμένη μέρα για τον Βασίλη Καρίκη. Τον πρώην στρατιωτικό, ο οποίος έκανε βόλτες όποιον το επιθυμούσε (και πλήρωνε ανάλογα φυσικά) πάνω από την Αθήνα. Ήταν απόγευμα, γύρω στις 18:15 όταν πετούσε πάνω από την πρωτεύουσα έχοντας δύο πελάτες στο ελικόπτερό του.
Ο ρόλος του αδερφού του στην απόδραση
Μετά από λίγο, ο ένας εκ των δύο επιβατών βγάζει ένα πιστόλι και το ακουμπάει στον λαιμό του Καρίκη, λέγοντας: «Είμαι ο Νίκος Παλαιοκώστας και πάω να σώσω τον αδερφό μου που μετράει 2.358 μέρες στη φυλακή!».
Γιατί ο (τυχαία) Βασίλης Καρίκης; Ο Αλκέτ Ριζάι μετά από καιρό είχε απαντήσει: «Σκεφτήκαμε να πληρώσουμε έναν πιλότο για να μας βοηθήσει στην απόδραση. Καταλήξαμε όμως, στο ότι ένας τρομαγμένος πιλότος είναι καλύτερος, γιατί θα πάρει μεγαλύτερα και περισσότερα ρίσκα».
Η αμμοθύελλα, το κομπολόι και η μηχανή
Το ελικόπτερο προσγειώνεται στο προαύλιο χώρο της πτέρυγας Ε΄. Από τον εκκωφαντικό θόρυβο σαστίζουν οι πάντες ενώ η σκόνη που σηκώνεται μοιάζει με αμμοθύελλα. Οι φύλακες… βαράνε προσοχή, γιατί νομίζουν, πως γίνεται αιφνιδιαστικός έλεγχος και το ελικόπτερο μεταφέρει κάποιον ανώτερο αξιωματικό της αστυνομίας.
Όταν βλέπουν να τρέχουν σε αυτό ο Βασίλης Παλαιοκώστας κι ο Αλκέτ Ριζάι, ένας φύλακας φωνάζει «απόδραση, απόδραση!», αλλά ο πιλότος φωνάζει: «Έχουν χειροβομβίδες και εκρηκτικά».
«Ο απώτερος σκοπός μιας απόδρασης είναι να φύγεις ήσυχα κι ωραία, φωνάζοντας «τα λέμε…» στους διώκτες σου», είχε πει ο Ριζάι αργότερα.
Το ελικόπτερο προσγειώθηκε στο νεκροταφείο του Σχιστού… «Τα καταφέραμε» είπε ο Βασίλης Παλαιοκώστας στον αδερφό του ενώ έδωσε ένα κομπολόι ως ενθύμιο στον πιλότο, που ήταν σαστισμένος ως και σοκαρισμένος. Βάζουν μπροστά μια κλεμμένη μηχανή και έφυγαν βόρεια.
Τι έγραψε στο βιβλίο του ο Παλαιοκώστας
Ο Βασίλης Παλαιοκώστας, στο βιβλίο του (2019) με τίτλο «μια φυσιολογική ζωή», είχε γράψει για την πρώτη απόδραση με ελικόπτερο από τον Κορυδαλλό, καθώς το 2009 ακολούθησε και δεύτερη…
«Υπολογίσαμε την ώρα και φύγαμε μαζί απ’ το κελί μου. Ο Αλκέτ γύρω από τη μέση του και κάτω από το μπλουζάκι του είχε μια αλυσίδα και ένα λουκέτο. Εγώ κράταγα μια πλαστική σακούλα που μέσα είχε μια μεγάλη κόκκινη σημαία μεταξοτυπία. Είχαμε επίσης από ένα αυτοσχέδιο μαχαίρι για τυχόν ήρωες.
Φτάσαμε και σταθήκαμε πως δήθεν κουβεντιάζουμε μέσα απ’ την κιγκλιδωτή πόρτα που οδηγούσε στο προαύλιο. Δεν πέρασαν δυο λεπτά, όταν είδαμε στον ορίζοντα και στο ύψος του Κηφισού περίπου το ελικόπτερο να κατευθύνεται βόρεια και κάποια στιγμή το χάσαμε απ’ τα μάτια μας. Μπήκα στα μπάνια που ήταν ακριβώς απέναντί μας και προσπάθησα να καλέσω τον μικρό στο κινητό. Δεν απαντούσε. Βγαίνοντας, ήρθε στα αυτιά μου βαρύς υπόκωφος ήχος.
«Πάμε, φίλε, έρχονται», μου είπε ο Αλκέτ.
Περάσαμε μαζί την πόρτα και ο Αλκέτ την έκλεισε πίσω του. Έβγαλε απ’ τη μέση του την αλυσίδα, την πέρασε γύρω από τα κάγκελα και την κλείδωσε με το λουκέτο. Κατευθυνθήκαμε στο κέντρο του προαυλίου. Απλώσαμε ως σημαδούρα την κόκκινη σημαία που πάνω της είχε μαύρο φόντο τη μορφή του Τσε Γκεβάρα. Τρεις κρατούμενοι είχαν μείνει στο κέντρο να κοιτάζουν το ελικόπτερο.
Πήγα κοντά τους. Έδωσα ένα γερό χαστούκι στο σβέρκο του πιο φουσκωτού. Γύρισε σαστισμένος, μαζί κι οι άλλοι δύο. Όταν με είδαν λάκισαν.
Ο υπάλληλος προαυλίου ήταν παλαιστικός τύπος, καθόταν στο κάτω μέρος κοντά σ’ ένα συντριβανάκι. Δεν το κούνησε ρούπι παρά καθόταν όπως όλοι οι κρατούμενοι και απολάμβανε το απρόσμενο θέαμα…
…Για μερικά δεύτερα το ελικόπτερο έμεινε να αιωρείται ένα μέτρο πάνω απ’ τη γη μέχρι να μπούμε και αμέσως ξεκίνησε την άνοδο με ακόμη πιο θορυβώδη τρόπο. Σε λίγο, αφήναμε πίσω μας το κτιριακό συγκρότημα του Κορυδαλλού, πετώντας προς τη γλυκιά ελευθερία. Οι πιτσιρικάδες δεν χαλάρωσαν λεπτό, ακόμη απειλούσαν με το πιστόλι και τη χειροβομβίδα τον πιλότο φοβερίζοντάς τον.
…Για μερικά δεύτερα το ελικόπτερο έμεινε να αιωρείται ένα μέτρο πάνω απ’ τη γη μέχρι να μπούμε και αμέσως ξεκίνησε την άνοδο με ακόμη πιο θορυβώδη τρόπο. Σε λίγο, αφήναμε πίσω μας το κτιριακό συγκρότημα του Κορυδαλλού, πετώντας προς τη γλυκιά ελευθερία. Οι πιτσιρικάδες δεν χαλάρωσαν λεπτό, ακόμη απειλούσαν με το πιστόλι και τη χειροβομβίδα τον πιλότο φοβερίζοντάς τον.
- Εντάξει, παιδιά. Δώστε μας όπλα, αναλαμβάνουμε εμείς.
Ο Σπυράκος έβγαλε απ’ το σακίδιο ένα “σκόρπιον” για τον Αλκέτ κι ένα κοντό καλάσνικοφ για μένα. Το όπλισα κι απευθύνθηκα στον πιλότο.
- Ηρέμησε, μην τα σκατώσεις τώρα που τελειώνει η περιπέτειά σου. Θα μας αφήσεις στο νεκροταφείο του Σχιστού για να πας εσύ στο σπίτι σου κι εμείς στις δουλειές μας.
Το κλίμα αποφορτίστηκε μέσα στην καμπίνα, οι αεροπειρατές μάς χαμογέλασαν γεμάτοι καμάρι. Ήταν λεβεντόπαιδα. Αποδείκνυαν πως η ψυχή μπορεί να πετάξει και χωρίς μηχανική υποστήριξη, αλλά αν αυτή βρεθεί, γίνεται θεαματική εναέρια απόδραση».
Ο Βασίλης Παλαιοκώστας καταζητείται μέχρι και σήμερα
Στις 8 Σεπτεμβρίου του 2006 στο χωριό Πρόδρομος Βοιωτίας συνελήφθη ο Αλκέτ Ριζάι, ενώ λίγες μέρες αργότερα συνέλαβε τον Νίκο Παλαιοκώστα, διεθνώς επικηρυγμένο και καταζητούμενο για 16 χρόνια.
Ο Παλαιοκώστας επιβαίνοντας σε κλεμμένο αυτοκίνητο, δεν σταμάτησε στον έλεγχο της Αστυνομίας, με αποτέλεσμα να τον κυνηγήσουν, το αυτοκίνητό του να ανατραπεί και να σπάσει το αριστερό του χέρι. Όταν συνελήφθη, μέσα στο αυτοκίνητο βρέθηκαν και τρία πυροβόλα όπλα.
Ο αδερφός του Βασίλης, συνελήφθη ξανά το καλοκαίρι του 2008, στις 20 Αυγούστου, μέχρι να αποδράσει ξανά το 2009 από τον Κορυδαλλό και πάλι με ελικόπτερο μαζί με τον Ριζάι. Σε αντίθεση με τον συνεργό του, ο Παλαιοκώστας μέχρι και σήμερα καταζητείται.