Ένα τεστ DNA επανένωσε μια γυναίκα από το Τέξας με την χαμένη της οικογένεια και έβαλε τέλος σε ένα μυστήριο που κράτησε πάνω από 50 χρόνια.
Η Μελίσα Χάισμιθ, 53 ετών, απήχθη από μια μπέιμπι σίτερ από το σπίτι της στο Fort Worth το 1971 του Τέξας, όταν ήταν μόλις 22 μηνών.
Τα χρόνια αναζήτησης από την οικογένεια δεν απέδωσαν καρπούς – μέχρι που τα δείγματα DNA που στάλθηκαν σε έναν ιστότοπο προγόνων έφεραν ένα αναπάντεχο αποτέλεσμα. Απαντούσε σε όλη της τη ζωή στο όνομα Μέλανι, όμως η Χάισμιθ σκοπεύει τώρα να αλλάξει ξανά το όνομά της.
Την άρπαξε η Μπέιμπι Σίτερ
Το μυστήριο για την τύχη της κας Χάισμιθ ξεκίνησε τον Αύγουστο του 1971, όταν η μητέρα της, Άλτα Απατένκο, προσέλαβε μια μπέιμπι σίτερ μέσω αγγελίας σε τοπική εφημερίδα. Η μπέιμπι σίτερ, η οποία ήταν ύποπτη για την απαγωγή του μωρού, δέχτηκε να φροντίσει το μωρό στο σπίτι της.
Στη συνέχεια εξαφανίστηκε με το μωρό, ξεκινώντας ένα κυνήγι δεκαετιών από την οικογένεια Χάισμιθ, την αστυνομία και τις ομοσπονδιακές αρχές. Μόλις τον περασμένο Σεπτέμβριο, η οικογένεια ακολουθούσε μια πληροφορία ότι η κόρη τους είχε εντοπιστεί στη Νότια Καρολίνα.
Καθώς η αναζήτηση συνεχιζόταν χρόνο με το χρόνο, η Χάισμιθ – που χρησιμοποιούσε το όνομα Melanie Walden – δεν γνώριζε ότι κάποιος την αναζητούσε. Αρχικά, θεώρησε ότι οι προσπάθειες της οικογένειας να επικοινωνήσει μαζί της μέσω του Facebook ήταν μια κλασική διαδικτυακή απάτη.
Μια σημαντική ανακάλυψη στην υπόθεση όμως ήρθε τελικά στις 6 Νοεμβρίου, όταν ένα τεστ DNA στην ιστοσελίδα 23AndMe για προγόνους συνέδεσε τα παιδιά της κ. Χάισμιθ με την οικογένεια, με τη βοήθεια ενός ερασιτέχνη γενεαλόγου που τους βοήθησε να κατανοήσουν τα αποτελέσματα. Πρόκειται για κλασικά τεστ που υπόσχονται να δείξουν στους πολίτες τις ρίζες τους.
Οι έρευνες του FBI δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα
«Η εύρεση της Μελίσα έγινε αποκλειστικά και μόνο χάρη στο DNA», έγραψε η οικογένεια σε μια ανάρτηση στο Facebook. «Όχι εξαιτίας οποιασδήποτε εμπλοκής της αστυνομίας ή του FBI, της εμπλοκής του podcast ή ακόμη και των ιδιωτικών ερευνών ή εικασιών της οικογένειάς μας» συνέχισε, κάνοντας μια πικρή διαπίστωση.
Η γυναίκα και οι γονείς της συναντήθηκαν για πρώτη φορά στις 26 Νοεμβρίου. Στην ανάρτηση στο Facebook, η οικογένεια ανέφερε ότι διεξήγαγε «περαιτέρω επίσημες και νόμιμες εξετάσεις DNA» και περιμένει «επίσημη επιβεβαίωση για τους αρνητές αυτού του κόσμου».
«Είναι συγκλονιστικό», δήλωσε η 53χρονη στο BBC. «Αλλά την ίδια στιγμή, είναι το πιο υπέροχο συναίσθημα στον κόσμο» πρόσθεσε.
Νόμιζα ότι δεν θα την έβλεπα ποτέ ξανά
Η κ. Απατένκο, η βιολογική μητέρα της κ. Χάισμθι, δήλωσε ότι «δεν μπορούσε να πιστέψει» ότι η οικογένεια επανενώθηκε μετά από τόσα χρόνια. «Νόμιζα ότι δεν θα την έβλεπα ποτέ ξανά», πρόσθεσε.
Άγνωστο ποιος είναι ο απαγωγέας της υπόθεσης στο Τέξας
Δεν έχουν δοθεί πληροφορίες σχετικά με τον απαγωγέα. Σύμφωνα με την 53χρονη, όταν ζήτησε εξηγήσεις, η γυναίκα που την ανέθρεψε -με την οποία έχει αποξενωθεί εδώ και δεκαετίες- παραδέχτηκε ότι γνώριζε ότι ήταν το παιδί που απήχθη. «Αυτό το έκανε πραγματικότητα», δήλωσε η κ. Χάισμιθ.
Αν και η παραγραφή του αδικήματος της απαγωγής έχει παρέλθει προ πολλού, το αστυνομικό τμήμα του Fort Worth ανέφερε σε ανακοίνωσή του ότι θα συνεχίσει την έρευνα για την εξαφάνιση για να συνθέσει τα κομμάτια του παζλ. Εν τω μεταξύ, η οικογένεια λέει ότι αναπληρώνουν τον χαμένο χρόνο και γνωρίζονται μεταξύ τους.
Οι αδελφές της 53χρονης δήλωσαν στην Washington Post, για παράδειγμα, ότι σχεδιάζει να ξανακάνει τον γάμο της με τον νυν σύζυγό της, ώστε ο βιολογικός της πατέρας να την συνοδεύσει στην εκκλησία.
«Η καρδιά μου αυτή τη στιγμή είναι γεμάτη και ξεχειλίζει από πάρα πολλά συναισθήματα», δήλωσε στο CBS. «Είμαι πραγματικά, πραγματικά ευτυχισμένη», πρόσθεσε.