Η ληστεία της Lufthansa στις 11 Δεκεμβρίου 1978, με λεία περίπου 5,8 εκατομμυρίων δολαρίων σε μετρητά και κοσμήματα από το κτίριο αερομεταφορών της γερμανικής αεροπορικής εταιρείας Lufthansa στο Διεθνές Αεροδρόμιο JFK της Νέας Υόρκης, υπήρξε για εκείνη την εποχή η μεγαλύτερη κλοπή μετρητών που είχε γίνει στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ακόμη και σήμερα, συγκαταλέγεται μεταξύ των πιο διαβόητων ληστειών που έχουν πραγματοποιηθεί τα τελευταία 50 χρόνια.
Όπως αναφέρεται στην ανάρτηση της ηλεκτρονικής μορφής της Britannica, από τους πολλούς ύποπτους συμμετέχοντες, οι οποίοι σχεδόν όλοι εμπλέκονταν στο οργανωμένο έγκλημα, μόνο ένας καταδικάστηκε στα χρόνια που ακολούθησαν και εξέτισε ποινή σε σχέση με τη ληστεία της Lufthansa, και σχεδόν κανένα από τα χρήματα και τα τιμαλφή που «έκαναν φτερά» δεν ανακτήθηκε ποτέ.
Ο μοναδικός καταδικασθείς για τη ληστεία της Lufthansa
Ο καταδικασθείς, ο Λούις Βέρνερ, πράκτορας φορτίου στη Lufthansa, αλλά ήταν επίσης και γνωστός τζογαδόρος. Γνώριζε ότι περίπου μία φορά το μήνα η αεροπορική εταιρεία εισήγαγε με πτήσεις μεγάλα ποσά μετρητών που είχαν μετατραπεί σε συνάλλαγμα στη Γερμανία, από Αμερικανούς στρατιωτικούς και τουρίστες- τα μετρητά αυτά συχνά παρέμεναν στο θησαυροφυλάκιο του κτιρίου όπου εργαζόταν μέχρι την επόμενη ημέρα, οπότε και παραλαμβάνονταν για να κατατεθούν σε τράπεζες.
Ο Βέρνερ φέρεται να πρότεινε σαν στοίχημα στον bookmaker του, έναν άνδρα ονόματι Μάρτιν Κρούγκμαν, ότι θα ήταν δυνατόν να κλέψει εκατομμύρια δολάρια σε μετρητά από το εν λόγω θησαυροφυλάκιο. Η ιδέα διαδόθηκε γρήγορα στον Τζέιμς Μπιούρκ, γνωστό γκάνγκστερ που είχε σχέση με την εγκληματική οικογένεια Λουτσέσε. Ο Μπιούρκ πιστεύεται ότι οργάνωσε τη ληστεία της Lufthansa, με τη βοήθεια πληροφοριών από τον Βέρνερ.
Ο τελευταίος φαίνεται πως του παρείχε χάρτες, πληροφορίες σχετικά με τους υπαλλήλους που πιθανόν να ήταν παρόντες και το χρονοδιάγραμμα της μεταφοράς. Οι αρχές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο Μπιούρκ σχεδίασε τη ληστεία με διάφορους συνεργούς του που συναντούσε σε ένα μπαρ στο Κουίνς, το οποίο του ανήκε.
Πώς έγινε η τέλεια ληστεία της Lufthansa
Περίπου στις 3:00 π.μ. της 11ης Δεκεμβρίου, ένα φορτηγάκι που μετέφερε μισή ντουζίνα περίπου ένοπλων ανδρών σταμάτησε στο κτίριο φορτίου της εταιρείας. Αρκετοί από τους άνδρες, φορώντας μάσκες του σκι, μπήκαν στο κτίριο ενώ το φορτηγάκι οδηγούνταν στο πίσω μέρος του.
Οι περισσότεροι υπάλληλοι ακινητοποιήθηκαν με χειροπέδες στην αίθουσα φαγητού των εργαζομένων και ένας επόπτης διατάχθηκε να ανοίξει τις πόρτες του θησαυροφυλακίου χωρίς να ενεργοποιηθεί συναγερμός.
Εν τω μεταξύ, σύμφωνα με τις αναφορές, ένας άλλος υπάλληλος, ο Κέρι Γουέλεν, επέστρεψε στο κτίριο αφού έκανε μια παράδοση. Όταν πέρασε μπροστά από το φορτηγάκι των κλεφτών, εκείνοι που βρίσκονταν μέσα λέγεται ότι τον ανάγκασαν να μπει στο όχημα.
Ένας δεύτερος υπάλληλος, που παραξενεύτηκε από τη φασαρία, φέρεται να βγήκε έξω και να τον έπιασαν επίσης όμηρο. Ο υπάλληλος αυτός μπόρεσε αργότερα να αναγνωρίσει το φορτηγάκι, υποστηρίζοντας πως ήταν ένα Ford Econoline 150.
Αφού όλοι οι εργαζόμενοι (συμπεριλαμβανομένων εκείνων που μπήκαν στο όχημα) ασφαλίστηκαν στην αίθουσα φαγητού, τα μετρητά και τα κοσμήματα -κάποιες μαρτυρίες λένε ότι ήταν σημαντικά περισσότερα από όσα περίμεναν οι ληστές- φορτώθηκαν στο φορτηγάκι, το οποίο απομακρύνθηκε χωρίς φασαρίες.
Οι άνδρες της συμμορίας πίσω από τη ληστεία της Lufthansa οδήγησαν έως ότου έφτασαν σε ένα κατάστημα αυτοκινήτων στο Μπρούκλιν, όπου η λεία φορτώθηκε σε ένα ή περισσότερα αυτοκίνητα.
Οι μυστηριώδεις θάνατοι μετά τη ληστεία
Ο οδηγός του βαν, Πάρνελ Έντουαρντς επρόκειτο να μεταφέρει το όχημα σε μια μάντρα για να το κάνει «παλιοσίδεα». Δεν το έκανε, αντίθετα, το στάθμευσε παράνομα σε δρόμο του Μπρούκλιν, όπου βρέθηκε δύο ημέρες αργότερα.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο εντοπίστηκαν αρκετά δακτυλικά αποτυπώματα, τα λιγοστά στοιχεία που ήρθαν στο φως γύρω από την υπόθεση. Ο Έντουαρντς σκοτώθηκε λίγο αργότερα. Σκοτώθηκε επίσης ο πράκτορας στοιχημάτων Κρούγκμαν, στον οποίο ο εργαζόμενος της αεροπορικής είχε εκμυστηρευτεί το παράτολμο σχέδιο.
Συνολικά, αρκετά άτομα που πιστεύεται ότι εμπλέκονταν στη ληστεία δολοφονήθηκαν ή εξαφανίστηκαν μυστηριωδώς!
Ο Βέρνερ συνελήφθη με τη σειρά του κάποιους μήνες αργότερα, το 1979 και όπως προαναφέρθηκε, υπήρξε ο μοναδικός συλληφθείς που καταδικάστηκε για τη ληστεία της Lufthansa.
Ο «εγκέφαλος» της ληστείας δεν πλήρωσε ποτέ
Αντίθετα, δεν βρέθηκαν ποτέ επαρκείς αποδείξεις που να συνδέουν τον Μπιουρκ με τη ληστεία ή οποιεσδήποτε μεταγενέστερες δολοφονίες, ωστόσο ο φερόμενος ως «εγκέφαλος» πίσω από την ληστεία της Lufthansa καταδικάστηκε αργότερα για άλλα εγκλήματα και πέθανε στη φυλακή το 1996.
Το 2014 ο Βίνσεντ Αζάρο, μέλος της εγκληματικής οικογένειας Μπονάνο, παραπέμφθηκε σε δίκη σε σχέση με τη ληστεία της Lufthansa. Με βάση τη μαρτυρία ενός άλλου συνεργάτη της εγκληματικής οικογένειας, κατηγορήθηκε ότι βοήθησε στη σκηνοθεσία της ληστείας, αλλά αθωώθηκε τον επόμενο χρόνο.
Η ληστεία της Lufthansa και τα γεγονότα γύρω από αυτήν περιγράφονται σε διάφορα βιβλία, μεταξύ των οποίων τα Inside the Lufthansa HEI$T (2013) του Κέρι Γουέλεν που υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας την ημέρα εκείνη, The Lufthansa Heist (2015) των Χένρι Χιλ και Ντέιβιντ Σιμόνε (ο Χιλ ήταν συνεργάτης του Μπιούρκ και παραδέχτηκε ότι βοήθησε στο σχεδιασμό του εγκλήματος), The Mystery of the Lufthansa Airlines Heist (2015) των Ρόμπερτ Σμπέρνα και Ντομινίκ Σιτσάλε και The Big Heist (2017) του Άντονι Μ. ΝτεΣτέφανο.
Η ληστεία που ενέπνευσε εν μέρει και το Goodfellas
Επιπλέον, το έγκλημα αποτέλεσε κεντρικό μέρος του βιβλίου Wiseguy (1985), μιας βιογραφίας του Χένρι Χιλ που χρησίμευσε ως βάση για την θρυλική πλέον ταινία Goodfellas του Μάρτιν Σκορτσέζε το 1990. Το ‘Goodfellas’ μπορεί να έχασε το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας από το «Χορεύοντας με τους Λύκους» εκείνη τη χρονιά, ψηφίστηκε ωστόσο το 2020 από μια ομάδα ανθρώπων του σινεμά (σκηνοθέτες, ηθοποιοί, παραγωγοί κτλ) ως η καλύτερη ταινία της δεκαετίας του ’90.
Ο Χένρι Χιλ μεγαλώνει σε μια ιταλοαμερικανική γειτονιά του Μπρούκλιν, και ονειρεύεται να διεισδύσει κάποτε στο κύκλωμα των ισχυρών της μαφίας. Κάποια στιγμή αποφασίζει να κάνει μια ληστεία με τους γκάνγκστερ φίλους του, Τζίμι και Τόμι. Κατά τη διάρκεια της ληστείας, αυτοί σκοτώνουν οποιονδήποτε παίρνει μέρος σ’ αυτήν, και έτσι ξεκινάνε να σκαρφαλώνουν στην ιεραρχία της μαφίας. Ο ένας φόνος διαδέχεται τον άλλο και τα πράγματα γίνονται όλο και πιο ριψοκίνδυνα.