Πώς ο Κώστας Γκουσγκούνης κατάφερε να παρακάμψει τη σεμνοτυφία της ελληνικής κοινωνίας, σε μια ακόμη απόδειξη πως ζούμε ακόμη σε έναν βαριά και αρρωστημένα ανδροκατούμενο κόσμο.
Παρακολουθώντας την επικαιρότητα τα τελευταία χρόνια (για να μην πω αιώνες) ένα πράγμα είναι εύκολο να διακρίνει κανείς στη δημόσια σφαίρα αυτής της χώρας (ενδεχομένως και άλλων, αλλά η Ελλάδα μας αφορά). Μια υποκριτική αίσθηση αξιοπρέπειας, αυτή η κατά το κοινώς λεγόμενο τσίπα, που σκεπάζει σχεδόν το σύνολο της κοινωνίας με ένα αραχνοΰφαντο, αλλά σφιχτοδεμένο πέπλο σεμνοτυφίας.
Προς Θεού, η τόσο ξεχειλωμένη έννοια της αιδούς είναι κατά κάποιο τρόπο απαραίτητη αν θέλουμε να ζούμε ως κοινωνία και ουχί ως ατομικές ευθύνες! Ωστόσο, η στενόχωρη είδηση του θανάτου του Κώστα Γκουσγκούνη ήρθε να αποδείξει πως κάθε ιστορία έχει την οπτική της και ότι η όποια κοινωνία μπορεί να επιστρατεύσει χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία διαφορετικό ζύγι κατά το δοκούν. Το «S» συζητά με την Δρ. Επιστημονική Συνεργάτιδα του Τμήματος Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ και του τμήματος ΕΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών, Δέσποινα Χρονάκη γι’ αυτή την φαινομενική αντίφαση της ανάδειξης ενός πορνοστάρ σε λαϊκό ήρωα στη συντηρητική ελληνική κοινωνία των ’70s και των ’80s.
Κώστας Γκουσγκούνης: Ο μεγαλύτερος Έλληνας πορνοστάρ
Ο Κώστας Γκουσγκούνης είναι ο μεγαλύτερος πορνοστάρ που γνώρισε αυτός εδώ ο τόπος. Ένας άνδρας που έκανε το όνομα του συνώνυμο του επιβήτορα (καταλαβαίνετε, αλλιώς θα το τοποθετούσα αν δεν υπήρχε αυτή η σεμνοτυφία που συζητάμε) και των ταινιών ερωτικού περιεχομένου. «Οι ταινίες του έρχονται σε μια περίοδο που έχουμε αρχίσει λίγο να εξοικειωνόμαστε και με την επαφή μας με εισαγόμενα προϊόντα δημοφιλούς κουλτούρας, αρχίζουμε να εξοικειωνόμαστε λίγο περισσότερο με το σώμα μας, με τη συζήτηση για το σεξ» εξηγεί η Δρ. Δέσποινα Χρονάκη για το φαινόμενο Γκουσγκούνης και προσθέτει: «Παγκοσμίως, έτσι κι αλλιώς στα ’70s και ειδικά στα ’80s η συζήτηση έχει διευρυνθεί. Υπάρχει αυτή η απελευθέρωση και αρχίζουμε να μπαίνουμε κι εμείς σ’ αυτό, ειδικά στα ’80s».
Ο Λαρισαίος Κώστας Γκουσγκούνης με τις σπουδές φωτογραφίας προσπάθησε να μπει στην «κανονική» κινηματογραφική οδό – αυτές τις ημέρες άλλωστε έγινε γνωστό πως ο Κώστας Γκουσγκούνης είχε παίξει και στην ταινία «Μια ζωή την έχουμε». Διαβάζουμε μάλιστα πως μετά την τεράστια καριέρα του στον ερωτικό κινηματογράφο, εμφανίστηκε και στη θρυλική σειρά της ΕΡΤ «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται». Σε κάθε περίπτωση, είτε από ανάγκη, είτε επειδή έτσι γούσταρε, ο Κώστας Γκουσγκούνης έγινε θρύλος του πορνό και κάτι σαν λαϊκός ήρωας του καλτ.
Σε μια κοινωνία που ακόμη αδυνατεί να διαχωρίσει την ερωτική επιθυμία, τη σεξουαλική προτίμηση, από τη σεμνότητα και την ακεραιότητα του χαρακτήρα, ο Γκουσγκούνης δεν λοιδορήθηκε ποτέ. Διαβάζουμε μάλιστα πως σχηματίζονταν ουρές έξω από τους κινηματογράφους όπου προβάλλονταν οι ταινίες του την εποχή που μεσουρανούσε στον χώρο του ενήλικου κινηματογράφου.
Το χιούμορ στις ελληνικές ταινίες πορνό
Πολλοί υποστήριζαν πως διασκέδαζαν με τις ατάκες που επιστράτευε ο κάπως άγριος στην όψη, «Έλλην Γιουλ Μπρίνερ», πριν ή και κατά τη διάρκεια της ερωτικής πράξης με τις παρτερνέρ του. «Ο Γκουσγκούνης στα φόρτε του ήταν στις αρχές της δεκαετίας του ’70, επί Χούντας, με αποτέλεσμα τα τσοντοσινεμά να είναι από τους λίγους χώρους όπου μπορούσαν να συγκεντρωθούν μεγάλες παρέες. Έφευγαν από το γήπεδο του ΠΑΟΚ και πηγαίνανε να δουν τις ταινίες του Γκουσγκούνη και τις είχαν δει τόσες φορές κάποιοι που πετούσαν χαρτιά υγείας, σαν σερπαντίνες για να κάνουν χαβαλέ» μας εξηγεί η κυρία Χρονάκη.
Διαβάζουμε μάλιστα πως καθώς το καθεστώς δεν υποπτευόταν ποτέ πως οι σινεμάδες με ταινίες ερωτικού περιεχομένου θα μπορούσαν να είναι χώροι ανταλλαγής απόψες, υπήρχαν πολίτες πουτ τους επέλεγαν προκειμένου να κάνουν ιδεολογικές και πολιτικές συζητήσεις.
Οτιδήποτε έχει να κάνει με Γκουσγκούνη, με ’80s, οι Έλληνες το κατανάλωναν για το καλτ της υπόθεσης, για να ακούσουν την ατάκα και πολύ λιγότερο γιατί τους ερέθιζε
Άλλωστε, το ελληνικό κοινό, ακόμη και σήμερα ταυτίζει τις ταινίες του Γκουσγκούνη με το καλτ και το χιούμορ περισσότερο, παρά με το σεξ και τη διέγερση. «Οτιδήποτε έχει να κάνει με Γκουσγκούνη, με ’80s, οι Έλληνες το κατανάλωναν για το καλτ της υπόθεσης, για να ακούσουν την ατάκα και πολύ λιγότερο γιατί τους ερέθιζε» λέει η Δέσποινα Χρονάκη αναφερόμενη σε έρευνα για τις συνήθειες των Ελλήνων αναφορικά με το πορνό του 2011.
Σε κάθε περίπτωση όμως, το χιούμορ και η βιομηχανία πορνό στην Ελλάδα βάδισαν από νωρίς, πλάι πλάι. «Το χιούμορ ανέκαθεν θεωρούνταν κάτι που εκτονώνει άβολες καταστάσεις. Βγαίνοντας από τον ιδιωτικό που θεωρείται ο φυσικός του χώρος, στον δημόσιο – τη βιομηχανία πορνό, τα πορνεία, τους δημόσιους χώρους – [το σεξ] προκαλεί άβολα συναισθήματα» εξηγεί η επιστημονική συνεργάτις του ΕΚΠΑ. «Αυτή λοιπόν την άβολη συνθήκη τη μαλακώνει το χιούμορ και είθισται στην βιομηχανία του ελληνικού πορνό να υπάρχει ένα κομμάτι αφέλειας, χιούμορ που εκτονώνει την κατάσταση αυτή» προσθέτει.
«Σκύψε Ευλογημένη»
Από το 1965 μέχρι το 1984 ο Κώστας Γκουσγκούνης πρωταγωνίστησε σε αρκετές ταινίες πορνό με γνωστότερες τις: «Ήταν άξιος», «Ηδονοβλεψίας», «Σεξ…13 μποφώρ» και άλλες. Η αξεπέραστη φήμη του μάλιστα τον έφερε και πάλι σε στούντιο το 2010, όταν συμμετείχε στην τελευταία ταινία ερωτικού περιεχομένου, σε ηλικία 79 ετών, στο Next Porn Model από την πιο διάσημη εταιρεία παραγωγής ερωτικών ταινιών στην Ελλάδα σήμερα, τη Sirina.
Και ξαφνικά, με αφορμή τον θάνατό του, σύσσωμος ο ελληνικός Τύπος δημοσιεύει αφιερώματα με τις πιο θρυλικές ατάκες του στον κινηματογράφο. Φράσεις που θα έκαναν και τον πιο απελευθερωμένο να κοκκινίσιε και που αν ακούγονταν σε οποιοδήποτε άλλο «πλαίσιο» θα συγκέντρωναν την οργή του τίμιου λαού, των δημοσιογράφων σαν την αφεντιά μου με ηθικούς φραγμούς και αξιοπρέπεια!
Σε μια μεταγροτική, ορθόδοξη, βαθιά συντηρητική κουλτούρα όπως είναι η ελληνική, δεν μας κάνει εντύπωση, κατ’ αρχάς γιατί αυτός τον οποίο αποθεώνουν είναι άντρας
Η Δέσποινα Χρονάκη εξηγεί παρόλα αυτά πως αυτή η φαινομενική αντίφαση στην περίπτωση του πορνοστάρ, κάθε άλλο παρά οξύμωρη είναι. «Σε μια μεταγροτική, ορθόδοξη, βαθιά συντηρητική κουλτούρα όπως είναι η ελληνική, δεν μας κάνει εντύπωση, κατ’ αρχάς γιατί αυτός τον οποίο αποθεώνουν είναι άντρας» αναφέρει και εξηγεί πως είναι κατόρθωμα το «να έχει πολλές γυναίκες, να είναι επιβήτορας, να υπάρχει συζήτηση γύρω από το πόσο μεγάλο είναι το πέος του».
Και κάπως έτσι, το «θα την πάω γαμ@@@ας» που έλεγε ο Γκουσγκούνης και το «Σκύψε Ευλογημένη» μεταδιδόταν περίπου νοσταλγικά από το σύνολο σχεδόν των μέσων ενημέρωσης μετά την είδηση πως ο ηθοποιός έφυγε από τη ζωή. Για κάποιον λόγο, η ελληνική κοινωνία και κατ’ επέκταση και ο ελληνικός Τύπος έδειξαν τεράστια ανοχή και κατανόηση σε ένα θέμα που σε διαφορετική περίπτωση θα προκαλούσε το λιγότερο (αδίκως!), αποστροφή.
Όμως αν κοιτάξει κανείς εις βάθος, τότε συνειδητοποιεί πως στην πραγματικότητα ο Γκουσγκούνης δεν παραβιάζει κάποια καλά εδραιωμένη κοινωνική σύμβαση για τη σεξουαλικότητα. Ένας άντρας καθημερινός, μια λαϊκή φιγούρα που ενσαρκώνει όλα τα στερεότυπα της υπερβάλλουσας τεστοστερόνης: Αυτιά, καράφλα και πέος! Όλα αυτά, «συνδεόταν με τέτοια στερεότυπα για την αισθητική του σώματος, με τέτοια στερεότυπα για το πιο είναι το σύμβολο του βαρβάτου, του αρρενωπού» σημειώνει η επιστημονική συνεργάτης του ΕΚΠΑ.
«Αυτό διαμορφώνει στην περίπτωση του Γκουσγκούνη τη φιγούρα του ως τον βαρβάτο άνδρα που είναι large με τις γυναίκες και ως άνδρας, στα κομπλιμέντα δηλαδή και στην τεστοστερόνη και στο σεξ. Και αυτό του δίνει έξτρα αίγλη. Τονώνει την αρρενωπότητα, τονώνει τη ανδρική φιγούρα» εξηγεί για τους λόγους που είναι «οκ» να μιλά κανείς στη δημόσια σφαίρα για τον Κώστα Γκουσγκούνη.
Θα μπορούσε να υπάρξει μια γυναίκα πορνοστάρ με την απήχηση του Γκουσγκούνη;
Υπήρξαν βέβαια και εκείνοι που διαμαρτυρήθηκαν για τις σεξιστικές ατάκες σε βάρος γυναικών στις ταινίες όπου πρωταγωνιστούσε ο Κώστας Γκουσγκούνης. Χωρίς να θέλουμε να είμαστε απόλυτοι, είναι μάλλον ανώφελο και παιδιάστικο να εφαρμόζουμε ιδέες του 2022 σε ταινίες της δεκαετίας του ’60, πολλώ δε μάλλον όταν αυτές είναι τσόντες στις οποίες το παιχνίδι της επιβολής είναι κυριαρχικό.
Σε κάθε περίπτωση όμως, από τη συζήτηση με την κυρία Χρονάκη γίνεται αντιληπτό πως το ασύγκριτο πλεονέκτημα του Κώστα Γκουσγκούνη ήταν το φύλο του. Την ίδια περίπου περίοδο, στην βιομηχανία πορνό της Ελλάδας αναδεικνυόταν και μια γυναίκα πορνοστάρ, η Τίνα Σπάθη. «Η Τίνα Σπάθη παρότι γνωστή, παρότι δημοφιλής, το γεγονός εκ προοιμίου ότι είναι γυναίκα δεν της αφήνει περιθώριο μεγαλύτερης αναγνωρισιμότητας, όπως στην περίπτωση του Γκουσγκούνη» υποστηρίζει η Δέσποινα Χρονάκη.
Μια γυναίκα που εργάζεται στη βιομηχανία πορνό κουβαλά πολύ περισσότερο το στίγμα «για την ελευθεριότητά της, την αχαλίνωτη σεξουαλικότητα και την μη ταπεινότητα, σε σχέση με τον άνδρα». Εκεί που ο άνδρας πορνοστάρ αποτελεί την επιτομή του αρσενικού, τον επιβήτορα, η γυναίκα πέφτει στα μάτια του συλλογικού υποσυνείδητου, ως ευτελής. «Η γυναίκα η οποία έχει αυτή τη σεξουαλική αυτονομία που της αποφέρει και χρήματα, δηλαδή κάνει σεξ, γίνεται performer και είναι η δουλειά της, είναι αυτό που φέρνει το ψωμί της, ουδόλως θεωρείται επιτυχημένη, ουδόλως αυτό θεωρείται επάγγελμα. Ίσα, ίσα που οι γυναίκες αυτές ταυτίζονται με την πορνεία» σημειώνει η Δρ. Χρονάκη.
Τι είναι όμως αυτό που δημιουργεί τέτοια απόσταση στην αντιμετώπιση δυο ανθρώπων που κάνουν την ίδια ακριβώς δουλειά; Γιατί η γυναίκα πορνοστάρ αντιμετωπίζεται τόσο υποτιμητικά; «Πολύ απλά διότι η γυναίκα είναι κοινωνικά κατασκευασμένη εδώ και αιώνες και πολύ περισσότερο από τα τέλη του 18ου αιώνα και έπειτα, ως η φιγούρα που είναι συνδεδεμένη με τη μητρότητα, με το σπίτι, με την ταπεινότητα. Με μια ηθική που δεν χωράει το να κάνεις σεξ, πολλώ δε μάλλον το να κάνεις σεξ στο δημόσιο πλαίσιο που λέγεται αναπαράσταση της εικόνας σε μια ταινία, σε μια σειρά» εξηγεί η κυρία Χρονάκη.
Ο Κώστας Γκουσγκούνης αποτελεί ένα σημαντικό κεφάλαιο στην ελληνική βιομηχανία πορνό, αλλά και στην εξέλιξη της σεξουαλικότητας στην Ελλάδα και ως τέτοιο, έχει τη δική του θέση και στην πολιτισμική παρακαταθήκη αυτής της χώρας. Με αφορμή όμως το φαινόμενο του πιο αναγνωρίσιμου Έλληνα πορνοστάρ, βρισκόμαστε ξανά αντιμέτωποι με χρόνιες παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας που λειαίνονται όμως δεν ξεριζώνονται με τα χρόνια. Συνειδητοποιούμε με τον πιο αρχέγονο, ενστικτώδη τρόπο πως ο κόσμος στον οποίο ζούμε φτιάχτηκε και εξακολουθεί να ορίζεται από άνδρες!