Όταν το μεσημέρι της 30ης Ιουλίου του 1978, η 63χρονη ιδιοκτήτρια του καταστήματος ειδών λαϊκής τέχνης Ε.Σ., δέχονταν στο μαγαζί της μια κομψή νέα γυναίκα, σίγουρα δεν μπορούσε να φανταστεί ότι βρίσκονταν αντιμέτωπη με τη δολοφόνο της, τη Γερμανίδα φόνισσα.
Για εκείνη η φινετσάτη κυρία που πέρασε το κατώφλι του μαγαζιού της στη οδό Βουκουρεστίου στο Κολωνάκι ήταν μια ακόμη πελάτισσα, την οποία έσπευσε αμέσως να εξυπηρετήσει όπως έκανε καθημερινά με τόσες άλλες. Όμως, η εντυπωσιακή 43χρονη γυναίκα που διάβηκε τη πόρτα του καταστήματός της είχε άλλες προθέσεις. Δεν ήθελε να ψωνίσει. Ήθελε να τη δολοφονήσει και στη συνέχεια να τη ληστέψει.
Με αέρα και με αρκετά χρήματα στη τσάντα της η δράστις, Μ.Ζ., είπε στην 63χρονη ιδιοκτήτρια της έκθεσης λαϊκών χειροτεχνημάτων ότι έψαχνε ένα χαλί για το διαμέρισμά της. Έβγαλε από την τσάντα της 18.000 δρχ. και τις έδειξε στο θύμα της προκειμένου να εμφανιστεί ως φερέγγυα.
Στη συνέχεια άρχισε να βλέπει τα αντικείμενα που βρίσκονταν στην έκθεση. Τίποτα, ωστόσο, δεν την ικανοποιούσε. Έτσι, ζήτησε από την ιδιοκτήτρια του καταστήματος της να κατέβουν στον κάτω όροφο του μαγαζιού της. Εκεί η άτυχη Ε.Σ. έσκυψε για να σηκώσει ένα χαλί που ήθελε δείξει στην πελάτισσά της.
Τότε η 43χρονη Γερμανίδα φόνισσα, δασκάλα και μεταφράστρια στο επάγγελμα αλλά και μητέρα τριών ανηλίκων παιδιών, πήρε ένα βάζο και χτύπησε με δύναμη το κεφάλι της άτυχης γυναίκας. Δεν αρκέστηκε όμως μόνο σε αυτό. Για να σιγουρευτεί ότι αποτελείωσε την 63χρονη άρπαξε και άλλα βάζα που βρίσκονταν στο χώρο και με πρωτοφανή αγριότητα τα έσπασε όλα στο κεφάλι της.
Στη συνέχεια, η Γερμανίδα φόνισσα πήρε από το χέρι του θύματος ένα ρολόι, όπως και διάφορα είδη λαϊκής τέχνης, 40.000 δραχμές από το ταμείο και εξαφανίστηκε. Λίγο αργότερα, ωστόσο, έπεσε στα χέρια των αστυνομικών από δικό της λάθος.
«Αδίστακτη» η Γερμανίδα φόνισσα
Όπως ήταν αναμενόμενο, η δολοφονία της 63χρονης εμπόρου είχε συγκλονίσει τη κοινή γνώμη και οι εφημερίδες της εποχής είχαν αφιερώσει χιλιάδες λέξεις για να καλύψουν τη δίκη για τη Γερμανίδα φόνισσα που ακολούθησε, αλλά και την προκλητική της εμφάνιση στο δικαστήριο. Μια εμφάνιση που παρέπεμπε σε σταρ του κινηματογράφου!
Καλοντυμένη, επιμελώς μακιγιαρισμένη και φορώντας ένα κομψό μπερέ, η 43χρονη Γερμανίδα φόνισσα «σκόρπαγε παντού χαμόγελα και έπαιρνε πόζες στα φλας των φωτορεπόρτερς». Κάτω όμως από το επίπλαστο και «υποκριτικό ύφος της, ξεχώριζε κανείς την παγερή σκληρότητα και τον αδίστακτο χαρακτήρα της φόνισσας γυναίκας», έγραψε η εφημερίδα «Μακεδονία» σε εκτενές ρεπορτάζ για τη δίκη.
Στο βούλευμα που εκδόθηκε για την υπόθεση, αναφέρονταν ότι το θύμα έχασε τη μάχη για τη ζωή εξαιτίας των κρανιοεγκεφαλικών κακώσεων που δέχθηκε από τα χτυπήματα με τα βάζα στο κεφάλι. Η Γερμανίδα φόνισσα χαρακτηρίζονταν ως ιδιαίτερα «αδίστακτη», δεδομένου ότι είχε διαπράξει δυο χρόνια πριν τη δολοφονία της 63χρονης, 16 άλλες κλοπές από καταστήματα με τη «μέθοδο της απασχολήσεως».
Μάλιστα, πλέον των κατηγοριών της ανθρωποκτονίας και της ληστείας, στην 43χρονη Γερμανίδα είχε αποδοθεί και το αδίκημα της πλαστογραφίας, καθώς όταν έληξε η άδεια παραμονής της στην Ελλάδα, πλαστογράφησε το σχετικό πιστοποιητικό.
«Δεν έχω όμως συνείδηση της πράξης μου»
Ενώπιον του δικαστηρίου η κατηγορουμένη «ψυχρή και ανέκφραστη» απάντησε στις ερωτήσεις της έδρας και δήλωσε ότι έχει πανεπιστημιακή μόρφωση, ότι είναι διαζευγμένη και μητέρα.
Με την έναρξη της διαδικασίας μάλιστα, προσπάθησε με κάθε τρόπο να καθυστερήσει την εκδίκαση της υπόθεσής της, προβάλλοντας διάφορα αιτήματα που όμως δεν έγιναν δεκτά από το δικαστήριο.
Όταν τελικά έφτασε η ώρα της απολογίας, η Γερμανίδα φόνισσα επί 2,5 ώρες έλεγε και ξανάλεγε στο δικαστήριο πως δεν μπορεί να δώσει εξήγηση γιατί διέπραξε το έγκλημα. Κάποιες φορές ξεσπώντας σε λυγμούς ζήτησε μάλιστα συγνώμη από την οικογένεια του θύματος αλλά και από τον ελληνικό λαό. Για αρκετή ώρα μιλούσε για τον εαυτό της και τον αρρωστημένο, όπως τον είπε, εσωτερικό της κόσμο και ζήτησε να εξεταστεί από ψυχιάτρους διότι, όπως ισχυρίστηκε, έπασχε από κάποια ψυχική νόσο.
«Δεν είχα ποτέ τη πρόθεση να σκοτώσω άνθρωπο. Πρέπει όμως να καταλάβω ότι εξαιτίας μου έσβησε μια ανθρώπινη ζωή. Αν μπορούσα να καταλάβω την ευθύνη μου θα είχα και αισθήματα ενοχής. Αισθήματα που θα μπορούσαν να αφαιρεθούν με την εξομολόγηση και τη μετάνοια. Εγώ δεν έχω όμως συνείδηση της πράξης αυτής και συνεπώς δεν μπορώ να ταυτιστώ με το έγκλημα. Σαν υπεύθυνη όμως θα βλέπω εφ’ όρου ζωής το έγκλημα αυτό με λύπη», είπε η Γερμανίδα φόνισσα κατά τη διάρκεια της απολογίας της.
«Παρακαλώ τους Έλληνες να με πιστέψουν ότι η παρά πέρα ζωή μου θα είναι μια εργασία λύπης. Αυτό το θεωρώ σαν το πιο μεγάλο βάρος από ότι θα μπορούσε να είναι η αυτοκτονία μου. Δεν παρακαλώ το δικαστήριο σας για επιείκεια…» συνέχισε η Γερμανίδα φόνισσα.
Πως γλύτωσε την εσχάτη των ποινών
Η έδρα πριν καταλήξει στη τελική ετυμηγορία της, υπέβαλλε σειρά ερωτήσεων στην Γερμανίδα φόνισσα για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες τέλεσε τη δολοφονία της άτυχης εμπόρου.
- Πρόεδρος: Σε ποια ψυχολογική κατάσταση βρισκόσασταν όταν διαπράξατε το έγκλημα;
- Κατηγορουμένη: Αν και γνωρίζω ότι θα με χαρακτηρίσετε αυθάδη και ασεβή, νομίζω ότι υπέβαλλα στον εαυτό μου ερωτήσεις εγώ η ίδια που δυστυχώς δεν βρήκαν απάντηση. Μόνο με τη βοήθεια ενός ψυχιάτρου νομίζω ότι θα έβρισκα απάντηση.
- Πρόεδρος: Όταν πήγατε στο κατάστημα της οδού Βουκουρεστίου πόσα χρήματα είχατε εν συνόλω στη τσάντα σας και στο σπίτι σας;
- Κατηγορουμένη: 18.000 δρχ. είχα στην τσάντα μου και περίπου 15.000 δρχ. με 20.000 δρχ. στο σπίτι μου.
- Πρόεδρος: Πήγατε στην οδό Βουκουρεστίου για να αγοράσετε το χαλί;
- Κατηγορουμένη: Ναι.
- Πρόεδρος: Μήπως είναι κάπως ασύνηθες για κάποιον που δε μένει μονίμως στην Ελλάδα να σπεύσει μέσα στο καλοκαίρι να αγοράσει ένα χαλί;
- Κατηγορουμένη: Δεν είμαι τουρίστρια και δεν είχα πρόθεση να εγκαταλείψω την Ελλάδα τουλάχιστον στα προσεχή χρόνια. Το σπίτι στο οποίο έμενα είχε ένα ελαττωματικό πάτωμα και σκέφτηκα να αγοράσω ένα χαλί για το καλύψω…
Εν τέλει το Κακουργιοδικείο Αθηνών έπειτα από την ολοκλήρωση της αποδεικτικής διαδικασίας, η οποία διήρκησε τέσσερις ημέρες, κήρυξε την κατηγορουμένη ένοχη χωρίς να της αναγνωρίσει κανένα ελαφρυντικό.
Κατά πλειοψηφία το δικαστήριο επέβαλε στην 43χρονη Γερμανίδα φόνισσα ισόβια για το έγκλημα της ανθρωποκτονίας και επιπλέον κάθειρξη 20 ετών, κατά συγχώνευση, για τα άλλα αδικήματα (ληστεία και πλαστογραφία). Τρία μέλη, ωστόσο, του δικαστηρίου είχαν την άποψη ότι θα έπρεπε να έχει επιβληθεί θανατική ποινή στην κατηγορουμένη.