Ένα άγριο έγκλημα που συντάραξε το πανελλήνιο πριν από πολλά 50 ακριβώς χρόνια. Γυναίκα περιέλουσε με δυο κιλά βενζίνη έναν 40χρονο σμηναγό και μετά του έριξε ένα σπίρτο αναμμένο.
Αυτός ήταν ο τρόπος της για να τον εκδικηθεί, ένα έγκλημα που το διέπραττε όπως έλεγε επειδή εκείνος «έφταιγε» για την καταστροφή της οικογένειάς της.
Το εν λόγω έγκλημα είχε συγκλονίσει τον Απρίλιο του 1972 την κοινή γνώμη και είχε απασχολήσει εκτενώς τον Τύπο. Θύτης ήταν μια γυναίκα 38 ετών, παντρεμένη και θύμα ένας 40χρονος σμηναγός παντρεμένος και εκείνος, πατέρας δυο παιδιών.
Τα κουτσομπολιά για την παράνομη σχέση
Όπως έγραφε σε εκτενή ρεπορτάζ της η εφημερίδα «Μακεδονία» για το έγκλημα, όλα ξεκίνησαν όταν ο άτυχος σμηναγός είχε πάρει μετάθεση στη Λάρισα και εκεί γνώρισε την οικογένεια της δράστιδος.
Αφήνοντας πίσω στην Αθήνα τη σύζυγό του και τα δυο τους παιδιά, ο 40χρονος άνδρας νοίκιασε ένα δωμάτιο πάνω από το σπίτι της γυναίκας που έμελλε να του σημαδέψει με τον πιο βάναυσο τρόπο τη ζωή.
Σιγά σιγά γνωρίστηκε με τους νέους «σπιτονοικοκύρηδες», αλλά μετά την αποχώρησή του από την πόλη της Λάρισας, άρχισαν να ακούγονται διάφορες «φήμες και κουτσομπολιά» ότι η 38χρονη διατηρούσε ερωτικό δεσμό μαζί του.
Οι φήμες έφτασαν στον σύζυγο
Οι φήμες αυτές έφτασαν και στα αυτιά του συζύγου της δράστιδος, ο οποίος ζήτησε εξηγήσεις από τη γυναίκα του. Εκείνη τον διαβεβαίωνε ότι δεν είχε ερωτική σχέση με το σμηναγό.
Όμως ο σύζυγος – «κτηματίας» στη Λάρισα – δεν την πίστευε. Θεώρησε ως δεδομένο ότι τον απατούσε και την εγκατέλειψε.
Τότε, η δράστιδα άρχισε να εκλιπαρεί το σμηναγό να διαβεβαιώσει τον άνδρας της ότι δεν υπήρχε τίποτα μεταξύ τους και πως όσα ακούγονται είναι ψέματα.
Ο 40χρονος όμως δεν ήθελε να παρέμβει και να δώσει στον άπιστο σύζυγο τις διαβεβαιώσεις που η 38χρονη του ζητούσε, λέγοντάς της ότι δεν επιθυμεί να αναμιχθεί στις «οικογενειακές της διαφορές», κάτι που έσπρωχνε τη γυναίκα πιο κοντά στο έγκλημα.
Όπως μάλιστα κατέθεσε η δράστιδα μετά το έγκλημα, το θύμα της είπε πως η θέση του ήταν «λεπτή» ως παντρεμένου και οικογενειάρχη και ότι σε κάθε περίπτωση το όλο θέμα αποτελούσε ιδιωτικό ζήτημα μεταξύ της ίδιας και του άνδρα της.
«Δεν ήθελα να πεθάνει»
Το κεντρικό πρόσωπο σε αυτό το έγκλημα, η γυναίκα από τη Λάρισα, επέμενε και έλεγε συνεχώς στον σύζυγό της πως όλα ήταν ψέματα και κουτσομπολιά και πως δεν είχε παράνομο δεσμό με τον σμηναγό.
Του ζητούσε να γυρίσει πίσω και να μην διαλύσουν την οικογένειά τους. Εκείνος όμως ήταν ανένδοτος, με αποτέλεσμα όλο και περισσότερο η 38χρονη να πιέζει το θύμα να μιλήσει στον άνδρα της.
Καλούσε συνεχώς το σμηναγό στο τηλέφωνο, όταν πια εκείνος είχε επιστρέψει στην Αθήνα και του ζητούσε να διαβεβαιώσει και εκείνος ότι δεν είχαν δεσμό. Πάντα, όμως, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της κατηγορουμένης, ο σμηναγός αρνούνταν.
Έτσι, η 38χρονη αποφάσισε έλθει μαζί με τον πατέρα της στην Αθήνα για να βρει το 40χρονο, μήπως και τον μεταπείσει. Του έκανε ένα τελευταίο τηλεφώνημα και τον «θερμοπαρακάλεσε» να μιλήσει. Και πάλι προσέκρουσε στην άρνησή του.
Τότε, ήταν, που όπως είπε, «θόλωσε» και αποφάσισε να τον κάψει. Το έγκλημά της ήταν προμελετημένο και ιδιαίτερα βάναυσο. Αγόρασε δυο λίτρα βενζίνη και παραφύλαξε από το βράδυ μεταμφιεσμένη έξω από το σπίτι του.
Εκείνο το πρωί, ο 40χρονος άνδρας βγήκε από το σπίτι του και κατευθύνθηκε προς το αυτοκίνητό του «δια να πάει εις την υπηρεσία του».
Τον περιέλουσε με βενζίνη
Η δράστις, ούσα μεταμφιεσμένη με «περούκα και παντελόνι», τον πλησίασε από πίσω και αφού τον περιέλουσε με τη βενζίνη του πέταξε το αναμμένο σπίρτο.
Ο άτυχος άνδρας υπέστη σοβαρά εγκαύματα σε όλο του σώμα, ενώ και η ίδια κάηκε στα πόδια. Παρά τα τραύματά της, ωστόσο, κατάφερε να βρει ένα ταξί και να φύγει γρήγορα από το σημείο. Το έγκλημα είχε τελεστεί!
Μια ώρα αργότερα, όμως, πήγε μόνη της στην αστυνομία και ομολόγησε. Είπε στους αστυνομικούς ότι αποφάσισε να κάψει τον σμηναγό για να τον εκδικηθεί επειδή δεν διέψευδε τις φήμες που την ήθελαν ερωμένη του.
Δεν ήθελα να πεθάνει, όχι για τίποτα άλλο αλλά γιατί είχε δυο παιδιά, ήθελα να τον εκδικηθώ
Το αποτέλεσμα ήταν, όπως τους είπε, ο κτηματίας σύζυγός της να την εγκαταλείψει. «Δεν ήθελα να πεθάνει, όχι για τίποτα άλλο αλλά γιατί είχε δυο παιδιά, ήθελα να τον εκδικηθώ» είπε η 38χρονη στους αστυνομικούς όπου ομολόγησε το έγκλημά της.
Η γυναίκα δήλωσε παρόλα αυτά, ότι δεν μετανιώνει για την πράξη της, διότι ο σμηναγός της έκανε μεγάλο κακό με το να μην διαβεβαιώνει για τη μη ύπαρξη ερωτικού δεσμού μεταξύ τους.
Τι υποστήριξε στην απολογία της
Τα ίδια υποστήριξε η κατηγορουμένη και στην απολογία της στο Κακουργιοδικείο της Αθήνας, το οποίο και εξέτασε το έγκλημα που είχε απασχολήσει εκείνη την εποχή την κοινή γνώμη.
Ισχυρίστηκε ότι το θύμα με την προσβλητική του συμπεριφορά απέναντί της «υπήρξε η αιτία της καταστροφής της οικογενειακής της γαλήνης», επειδή δεν πίστευε την αθωότητά της ο σύζυγός της, «κατόπιν της αρνήσεώς του να δώσει τας απαιτούμενες εξηγήσεις».
Καταθέτοντας για το έγκλημα στη δίκη, ο σύζυγος της 38χρονης, αν και μίλησε «με συμπάθεια δια αυτήν», εντούτοις «ισχυρίσθη ότι δεν είναι βέβαιος δια την ύπαρξη ή όχι παράνομου δεσμού της μετά του κατηγορουμένου», και οικογενειακού τους φίλου.
Στο δικαστήριο προσήλθε παραμορφωμένος και ο παθών, ο οποίος ανέφερε ότι η κατηγορουμένη «επιχείρησε να τον κατακαύση εν ψυχρώ, επειδή ηρνήθη «να μετέβει εις Λάρισαν και να διευθετήσει διαφωνίαν μεταξύ αυτής και του συζύγου της».
Τριετή φυλάκιση για το έγκλημα
Εντέλει, το Κακουργιοδικείο της Αθήνας, έπειτα από 20ωρη διάσκεψη, επέβαλλε στην κατηγορούμενη πενταετή φυλάκιση και στέρηση των πολιτικών της δικαιωμάτων για μια τριετία, κρίνοντας την ένοχη για απόπειρα ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως εν βρασμώ ψυχικής ορμής.
Η γυναίκα άκουσε την απόφαση για το έγκλημά της, με δάκρυα στα μάτια και πήρε το δρόμο για τις φυλακές προκειμένου να εκτίσει την ποινή της.
Ο άτυχος σμηναγός υπεβλήθη σε αλλεπάλληλα χειρουργεία προκειμένου να αποκαταστήσει μέρος των σοβαρότατων και εκτεταμένων εγκαυμάτων που είχε υποστεί σε όλο του το σώμα.