Στις 30 Μαρτίου 1981, ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Ρόναλντ Ρίγκαν δέχτηκε τα πυρά και τραυματίστηκε από έναν άνδρα καθώς επέστρεφε στη λιμουζίνα του, έπειτα από ομιλία στο Χίλτον της Ουάσιγκτον.
Ο Τζον Χίνκλεϊ Τζούνιορ, όπως ήταν το όνομά του δράστη πίστευε ότι η επίθεση θα εντυπωσίαζε την ηθοποιό Τζόντι Φόστερ, με την οποία είχε αναπτύξει ερωτομανική εμμονή. Ο Ρίγκαν τραυματίστηκε σοβαρά από σφαίρα μακρύκαννου τυφεκίου που εξοστρακίστηκε από το πλάι της προεδρικής λιμουζίνας και τον χτύπησε στην αριστερή μασχάλη, σπάζοντας ένα πλευρό, τρυπώντας έναν πνεύμονα και προκαλώντας σοβαρή εσωτερική αιμορραγία.
Κατά την άφιξή του στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Τζορτζ Ουάσινγκτον, ο Ρόναλντ Ρίγκαν έφτασε πολύ κοντά στον θάνατο, αλλά η κατάστασή του σταθεροποιήθηκε στα επείγοντα περιστατικά και στη συνέχεια υποβλήθηκε σε επείγουσα διερευνητική χειρουργική επέμβαση.
Τραυματίστηκαν επίσης ο τότε γραμματέας Τύπου του Λευκού Οίκου Τζέιμς Μπρέιντι, ο πράκτορας της Μυστικής Υπηρεσίας Τιμ Μακάρθι και ο αστυνομικός της Ουάσιγκτον Τόμας Ντελαχάντι. Και οι τρεις επέζησαν, αλλά ο Μπρέιντι υπέστη εγκεφαλική βλάβη και έμεινε μόνιμα ανάπηρος. Ο θάνατός του το 2014 θεωρήθηκε ανθρωποκτονία, επειδή προκλήθηκε τελικά από τον τραυματισμό του.
Η εμμονή του Χίνκλεϊ με την Τζόντι Φόστερ
Ο Τζόν Χϊνκλεϊ έπασχε από ερωτομανία και το κίνητρό του για την επίθεση εναντίον του Ρίγκαν ήταν η εμμονή του με την τότε ανήλικη ακόμη ηθοποιό Τζόντι Φόστερ, πριν ακόμη εκείνη σημειώσει τεράστια επιτυχία στη «Σιωπή των Αμνών». Παρότι ζούσε στο Χόλιγουντ στα τέλη της δεκαετίας του 1970, είδε την ταινία ο Ταξιτζής τουλάχιστον δεκαπέντε φορές, προφανώς ταυτιζόμενος έντονα με τον πρωταγωνιστή Τράβις Μπικλ, τον οποίο υποδύεται ο ηθοποιός Ρόμπερτ Ντε Νίρο.
Για τους ελάχιστους που δεν έχουν δει την ταινία που εκτόξευσε τη φήμη του Ρόμπερτ Ντενίρο, η ιστορία ξετυλίζει τις προσπάθειες του Μπικλ να σώσει ένα παιδί πόρνη το οποίο υποδύεται η Φόστερ. Προς το τέλος της ταινίας, ο Μπικλ επιχειρεί να δολοφονήσει έναν γερουσιαστή των Ηνωμένων Πολιτειών που είναι υποψήφιος για την προεδρία. Τα επόμενα χρόνια, ο Χίνκλεϊ παρακολουθούσε τη Φόστερ σε όλη τη χώρα, φτάνοντας στο σημείο να εγγραφεί σε ένα μάθημα συγγραφής στο Πανεπιστήμιο Γέιλ το 1980, αφού διάβασε στο περιοδικό People ότι ήταν φοιτήτρια εκεί. Της έγραψε πολυάριθμες επιστολές και σημειώματα στα τέλη του 1980.
Ο Χίνκλεϊ ήταν πεπεισμένος ότι θα ήταν ισότιμος με τη Φόστερ αν γινόταν εθνική προσωπικότητα. Αποφάσισε να μιμηθεί τον Μπικλ και άρχισε να παρακολουθεί τον πρόεδρο, προκάτοχο του Ρίγκαν, Τζίμι Κάρτερ. Έμεινε έκπληκτος με το πόσο εύκολο ήταν να πλησιάσει τον πρόεδρο -ήταν μόλις ένα μέτρο μακριά του σε μια εκδήλωση- αλλά συνελήφθη τον Οκτώβριο του 1980 στο Διεθνές Αεροδρόμιο του Νάσβιλ και του επιβλήθηκε πρόστιμο για παράνομη κατοχή πυροβόλου όπλου.
Ο Χίνκλεϊ έστρεψε την προσοχή του στον Ρόναλντ Ρίγκαν, η εκλογή του οποίου, όπως είπε στους γονείς του, θα ήταν καλή για τη χώρα. Έγραψε τρία ή τέσσερα ακόμη σημειώματα στην Φόστερ στις αρχές Μαρτίου του 1981, στα οποία πιθανολογείται πως αποκάλυπτε στην ηθοποιό τι ήθελε να κάνει. Η Φόστερ έδωσε αυτές τις σημειώσεις σε έναν πρύτανη του Γέιλ, ο οποίος τις έδωσε στο αστυνομικό τμήμα του Γέιλ, το οποίο αναζήτησε αλλά απέτυχε να εντοπίσει τον Χίνκλεϊ. Ο Χίνκλεϊ κρίθηκε αθώος λόγω παραφροσύνης το 1982.
Ελεύθερος χωρίς περιοριστικούς όρους μετά από 41 χρόνια
Ομοσπονδιακός δικαστής ήρε σήμερα και τους τελευταίους περιορισμούς που είχαν επιβληθεί στον Τζον Χίνκλεϊ, τον άνθρωπο που πυροβόλησε και τραυμάτισε τον πρόεδρο Ρόναλντ Ρίγκαν και άλλους τρεις, το 1981, όπως ανέφεραν πολλά αμερικανικά μέσα ενημέρωσης.
Κατά την ακροαματική διαδικασία, που διεξήχθη στην Ουάσινγκτον, ο δικαστής Πολ Φρίντμαν ήρε τους ταξιδιωτικούς περιορισμούς και την απαγόρευση πρόσβασης στο διαδίκτυο που ίσχυαν ακόμη για τον Χίνκλεϊ. Η εντολή του δικαστή θα εφαρμοστεί από τις 15 Ιουνίου, σύμφωνα με το Fox News. Ο Χίνκλεϊ ήταν ήδη ελεύθερος και ζει μόνος του στο Ουίλιαμσμπεργκ, στη Βιρτζίνια.
Τον περασμένο Σεπτέμβριο ο Φρίντμαν είχε δηλώσει ότι σκόπευε να άρει τους περιορισμούς αλλά ήθελε να δώσει περισσότερο χρόνο στις εισαγγελικές αρχές να παρακολουθήσουν πώς θα λειτουργούσε ο Χίνκλεϊ καθώς θα ήταν αναγκασμένος για πρώτη φορά να ζήσει μόνος του, μετά τον θάνατο της μητέρας του. Εκείνη την περίοδο ο δικαστής έκρινε ότι τα ψυχολογικά προβλήματα που αντιμετώπιζε ο Χίνκλεϊ ήταν «σε ύφεση» και ότι δεν συνιστούσε πλέον κίνδυνο για τους άλλους.
Νοσηλευόταν με κατάθλιψη και ψύχωση
Το 2016 ο Χίνκλεϊ βγήκε από το ψυχιατρείο όπου νοσηλευόταν με κατάθλιψη και ψύχωση και του επιτράπηκε να εγκατασταθεί σε μια περιφραγμένη κοινότητα στο Ουίλιαμσμπεργκ για να φροντίσει την ηλικιωμένη μητέρα του, η οποία πέθανε τον Αύγουστο του 2021.
Από την ημέρα που πήρε εξιτήριο από το νοσοκομείο, ο Χίνκλεϊ τηρεί τους όρους που του είχε θέσει το δικαστήριο και είναι ασυμπτωματικός, σύμφωνα με τα δικαστικά έγγραφα. Δεν έχει απειλήσει κανέναν και δεν έχει επιδείξει συμπεριφορά που να υποδηλώνει ότι σκοπεύει να βλάψει τον εαυτό του ή άλλους, σύμφωνα με τους ομοσπονδιακούς εισαγγελείς.
Η κόρη του Ρίγκαν, η Πάτι Ντέιβις, σε άρθρο γνώμης που δημοσιεύτηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο στην εφημερίδα Washington Post, έγραφε ότι διαφωνεί με την αποφυλάκισή του Χίνκλεϊ γιατί πιστεύει ότι δεν αισθάνεται μεταμέλεια για τις πράξεις του.