Η ιστορική γέφυρα Κοράκου στον Αχελώο ένωνε την Καρδίτσα με την Άρτα για περίπου πέντε αιώνες. Ανατινάχθηκε τη νύχτα της 28ης Μαρτίου του 1949.
Ήταν 21:15 όταν αντάρτες του Δημοκρατικού Στρατού, μετά το πέρασμα τους προς την Αργιθέα, παγίδευσαν με εκρηκτικά και ανατίναξαν τη γέφυρα.
Την επομένη στο δυτικό βάθρο της γέφυρας από την πλευρά της Άρτας, κάτω από το χωριό Πηγές, που ήταν ναρκοθετημένο, έχασαν τη ζωή τους ο λοχίας Χρήστος Νοτίδης, ένας στρατιώτης και ο Πηγιώτης Μιχάλης Πίτας.
Η οικογένεια του λοχία έχασε τα ίχνη του. Η σύζυγός του είχε φέρει στον κόσμο το δεύτερο παιδί τους, ένα αγόρι. Κάποιες ασαφείς πληροφορίες έφταναν κατά καιρούς στους δικούς του ανθρώπους, που ζούσαν με την αγωνία και την προσμονή.
«Η μοίρα είχε τα δικά της σχέδια», θα πει συγκινημένος στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο 74χρονος σήμερα γιος του, Μιχάλης. «Η μητέρα μου έμεινε με εμένα δύο μηνών στην αγκαλιά και την αδελφή μου δύο χρόνων. Όπως μου έλεγε, όταν γεννήθηκα, ο πατέρας μου πήρε άδεια από τον Στρατό δέκα μέρες. Ήρθε στο σπίτι. Μετά έφυγε και χάθηκε…» συνεχίζει με σπασμένη φωνή.
Πώς γράφηκε 33 χρόνια μετά την εξαφάνιση του λοχία, ο τραγικός επίλογος για την οικογένειά του
Ήταν Άνοιξη του 1982, όταν αγροτικός γιατρός στο ορεινό χωριό Πηγές της Άρτας ανέλαβε ο Σπύρος Αθανασίου από την Ηγουμενίτσα.
Ο νεαρός τότε γιατρός, παράλληλα με τη στρατιωτική του θητεία έκανε το αγροτικό. Ο τότε γραμματέας της Κοινότητας Ανδρέας Μπαλάς θυμάται πως πάντα ήταν στη διάθεση του γιατρού, λόγω των δυσκολιών στην περιοχή. Κάποια μέρα πήγαν στο κοινοτικό γραφείο όπου σε κάποιο σημείο της αυλής ένας μαρμάρινος σταυρός που είδε ο γιατρός, έμελε να δώσει τέλος στις αναζητήσεις 33 χρόνων για την τύχη του λοχία Χρήστου Νοτίδη. «Όταν διάβασα το όνομα συγκλονίστηκα.
Ήταν το όνομα αγνοούμενου συγγενή μου. Δεν γνώριζαν στην οικογένεια τίποτε για την τύχη του από το 1949. Αν ζούσε, αν σκοτώθηκε, πού θάφτηκε», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο δερματολόγος Σπύρος Αθανασίου. Λίγες μέρες αργότερα, όταν επέστρεψε με άδεια στην Ηγουμενίτσα, μετέφερε στην οικογένεια την τραγική αποκάλυψη.
Το χρονικό της μοιραίας περιπολίας στον Αχελώο
Ο Χρήστος Καπερώνης πρόεδρος της Αδελφότητας Πηγιωτών της Άρτας, που έχει καταγράψει τις μαρτυρίες των συγχωριανών του, μεταφέρει τα γεγονότα που ακολούθησαν την επομένη της ανατίναξης της γέφυρας Κοράκου.
«Την 29η Μαρτίου, τμήματα του στρατού και της εθνοφυλακής πήγαν από κοντά για να δουν την έκταση της καταστροφής.
Στο δυτικό βάθρο της γέφυρας, από την πλευρά των Πηγών- Άρτας, πλησίασε ομάδα αποτελούμενη από έναν λοχία του στρατού, με έναν στρατιώτη και τέσσερις ντόπιους της εθνοφυλακής. Τους Νικόλαο Τσολάκη και Γεώργιο Βελαέτη, Χρήστο Φώτο και Μιχάλη Πήτα. Όταν η ομάδα έφτασε στο σημείο, ο εμπειροπόλεμος ήρωας του αλβανικού μετώπου και επικεφαλής της τοπικής εθνοφυλακής ο μπάρμπα Νικόλας ο Τσολάκης, τους είπε να ελέγξουν αμέσως για νάρκες πριν προχωρήσουν, να προσέχουν πού βαδίζουν, αφού πιθανολογούσε, ότι το σημείο ήταν ναρκοθετημένο.
Όμως, από κακή συνεννόηση, δεν έφτασε σε όλους η επισήμανση αυτή. Προπορευμένος ο λοχίας Νοτίδης Χρήστος, πάτησε σε μια νάρκη που ήταν κρυμμένη κάτω από πλατανόφυλλα, τα οποία λόγω της εποχής υπήρχαν παντού διασκορπισμένα στο σημείο εκείνο. Αποτέλεσμα ήταν να διαμελιστούν επί τόπου ο λοχίας Νοτίδης Χρήστος, ο στρατιώτης και ο συγχωριανός μας Πήτας Μιχάλης, που ακολουθούσαν πίσω του.
Σοκαρισμένοι οι υπόλοιποι μάζεψαν τα κομματιασμένα μέλη, τα φόρτωσαν σε μουλάρια και τα ενταφίασαν στο κοιμητήριο του χωριού στον Αϊ Νικόλα. Χρόνια βλέπαμε τα μνήματα, σαν παιδιά, και ρωτούσαμε με περιέργεια να μάθουμε ποιοι ήταν και πώς έγινε…».
Έπειτα από πολλά χρόνια, περίπου το 1980 ο τότε πρόεδρος της κοινότητας Πηγών Βασίλειος Καπερώνης έκανε εργασίες στο νεκροταφείο του χωριού και χρειάστηκε να προσωρήσει σε εκταφή του λοχία. Όπως θυμάται, ο τότε γραμματέας της Κοινότητας Ανδρέας Μπαλάς, ο πρόεδρος, «επιμελήθηκε με τα ίδια του τα χέρια την εκταφή και φύλαξη των οστών του άτυχου λοχία» και τα τοποθέτησε μαζί με ένα μαρμάρινο σταυρό, σε χώρο δίπλα στο Κοινοτικό γραφείο.
Τα οστά του άτυχου λοχία παραδόθηκαν στην οικογένειά του το 1982. Τα δύο παιδιά του μαζί με την μητέρα τους έφτασαν στις Πηγές. Κατά την παράδοση άγημα στρατού απέδωσε τιμές. Ο γιος του Μιχάλης, που δεν γνώρισε ποτέ τον πατέρα του, θυμάται πάντα την αγάπη και την καλοσύνη που εισέπραξε εκείνη τη σημαντική ημέρα της ζωής του, από τους κατοίκους των Πηγών.
«Θέλω για ακόμη μία φορά να τους ευχαριστήσω θερμά για την τιμή και τη φροντίδα που έκαναν στον πατέρα μου…».