Ο υπουργός Εσωτερικών Μάκης Βορίδης στην εφ’ όλης της ύλης συνέντευξής του στο Thestandard.gr καταθέτει τις εκτιμήσεις του για όλα τα σενάρια των μετεκλογικών συνεργασιών, για τη στάση του ΠΑΣΟΚ- ΚΙΝΑΛ απέναντι στη Νέα Δημοκρατία, για το αν είναι εφικτή μια «προοδευτική κυβέρνηση συνεργασίας και για τις πιθανότητες να πάμε σε τρίτες εκλογές».
Επίσης απαντά στις κατηγορίες του ΣΥΡΙΖΑ για τη συμπληρωματική διάταξη για το «μπλόκο» στο κόμμα Κασιδιάρη εξηγώντας ότι θεωρεί αδιανόητο να υπάρχει καταδικασμένος για ηγεσία εγκληματικής οργανώσεως ο οποίος να υποδύεται τον πολιτικό αρχηγό, τον πολιτικό καθοδηγητή τον πολιτικό εκφραστή, τον αρχηγό κόμματος, τον φαινόμενο ή κρυπτόμενο αρχηγό κόμματος.
Τονίζει ότι η συμπληρωματική διάταξη ήρθε προκειμένου να ενισχύσει τη δικαστική κρίση, ώστε αυτή να μην έχει κανένα περιθώριο αμφισβητήσεως, όποια κι αν είναι η απόφαση και είναι καταπέλτης για τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ: «Ο ΣΥΡΙΖΑ «κλείνει» το μάτι στην αντισυστημική ψήφο, βάζοντας πάνω από τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος τις μικροκομματικές του σκοπιμότητες. Καμία έκπληξη, τίποτα το καινούργιο. Κλασικός ΣΥΡΙΖΑ».
Ακόμη επικρίνει την πρόταση Ανδρουλάκη για συνεργασία μόνο υπό την προϋπόθεση να μην είναι πρωθυπουργός ο Μητσοτάκης χαρακτηρίζοντας τη «πολιτικά παράδοξη και αδιανόητη» καθώς αγνοεί τη βασική παράμετρο, ότι στις εκλογές ο λαός δεν ψηφίζει μόνο κόμμα αλλά και Πρωθυπουργό.
Το τελευταίο διάστημα φωτιές άναψε η συμπληρωματική διάταξη που φέρατε και ψηφίσατε για να εμποδιστεί να κατέλθει σε εκλογές κεκαλυμμένα το κόμμα του καταδικασμένου Ηλία Κασιδιάρη. Γιατί προέκυψε η ανάγκη για πρόσθετη παρέμβαση; Τι απαντάτε στο ΣΥΡΙΖΑ που χαρακτήρισε την τροπολογία «παρωδία» και δεν την ψήφισε;
«Η στάση μας απέναντι στο συγκεκριμένο ζήτημα είναι εξαρχής σταθερή και αδιαπραγμάτευτη. Θεωρούμε αδιανόητο να υπάρχει καταδικασμένος για ηγεσία εγκληματικής οργανώσεως ο οποίος να υποδύεται τον πολιτικό αρχηγό, τον πολιτικό καθοδηγητή τον πολιτικό εκφραστή, τον αρχηγό κόμματος, τον φαινόμενο ή κρυπτόμενο αρχηγό κόμματος. Σε αυτή την κατεύθυνση καταθέσαμε μία συμπληρωματική διάταξη προκειμένου να ενισχύσουμε τη δικαστική κρίση, να τη θωρακίσουμε ώστε αυτή η δικαστική κρίση να μην έχει κανένα περιθώριο αμφισβητήσεως, όποια κι αν είναι η απόφαση.
Δώσαμε ουσιαστικά ένα πρόσθετο θεσμικό εργαλείο στον Άρειο Πάγο προκειμένου να μπορεί, απρόσκοπτα να επιτελέσει το έργο του χωρίς να παρεμβαίνουμε, χωρίς να προδικάζουμε την κρίση του. Από τη μία λοιπόν έχουμε μία ξεκάθαρη θέση και στάση και από την άλλη τον ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος δηλώνει «Παρών» στην ψήφιση της πρώτης διάταξης, απόσχει από την ψήφιση της πρόσθετης ρύθμισης και «κλείνει» το μάτι στην αντισυστημική ψήφο, βάζοντας πάνω από τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος τις μικροκομματικές του σκοπιμότητες. Καμία έκπληξη, τίποτα το καινούργιο. Κλασικός ΣΥΡΙΖΑ».
Ποιο θεωρείτε ότι είναι το βασικό διακύβευμα των εκλογών και η μεγάλη σύγκρουση των θέσεων της ΝΔ και της κυβέρνησης με αυτή του ΣΥΡΙΖΑ;
«Το κρίσιμο δίλημμα στο οποίο θα κληθούν να απαντήσουν οι πολίτες είναι ένα: συνεχίζουμε ένα δρόμο ευημερίας, ισχύος, εθνικής ανεξαρτησίας, μεταρρυθμίσεων ή οπισθοδρομούμε στην ύφεση, στην καχεξία, στην ηγεμονία της βίας της άκρας Αριστεράς;
Η Νέα Δημοκρατία έχει αποδείξει ότι έχει μία πειστική και αποτελεσματική απάντηση στο μεταναστευτικό ζήτημα, εφαρμόζει μία ρεαλιστική φορολογική πολιτική με στόχο τη συνέχιση της ελάφρυνσης της μεσαίας τάξης, ενισχύει σταθερά την εθνική μας άμυνα, βελτιώνει διαρκώς τη θέση της χώρας διεθνώς αλλά έχει δώσει σαφείς απαντήσεις και σε θέματα τα οποία επιδιώκει σταθερά να κηδεμονεύει η Αριστερά: στα εργασιακά, με την αύξηση κατά 20% του βασικού μισθού σε μία τετραετία και τη δημιουργία 300.000 νέων θέσεων εργασίας, στην αντιμετώπιση του κόστους διαβίωσης με την οικονομική ενίσχυση εκατομμυρίων πολιτών προκειμένου να απαμβλύνουμε τις επιπτώσεις του, στην αναβάθμιση του Ε.Σ.Υ. προκειμένου οι Έλληνες να απολαμβάνουν βελτιωμένες υπηρεσίες υγείας, στον εκσυγχρονισμό και στη βελτίωση της λειτουργίας του κράτους και σε μία πληθώρα άλλων ζητημάτων στα οποία έχει απαντήσει με τρόπο εμφατικό μέσα από εμβληματικές μεταρρυθμίσεις και όχι μέσα από λόγια.
Συνεπώς, το βασικό ερώτημα στο οποίο θα κληθούν να απαντήσουν οι Έλληνες είναι αν επιθυμούν μία αυτοδύναμη, συμπαγή και ισχυρή κυβέρνηση για σταθερότητα και πρόοδο στην πατρίδα μας, που μόνο η Νέα Δημοκρατία μπορεί να εγγυηθεί ή μία θνησιγενή «προοδευτική» κυβέρνηση, που θα βάλει εκ νέου τη χώρα σε περιπέτειες;».
Γιατί ως κυβέρνηση και Νέα Δημοκρατία βάλετε κατά του κ. Ανδρουλάκη και του ΠΑΣΟΚ- ΚΙΝΑΛ για την εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης που προτείνει; Δεν είναι θεμιτό από τη στιγμή που λάβουν την τρίτη εντολή να προσπαθήσουν να σχηματίσουν κυβέρνηση με το δικό τους τρόπο και να προτείνουν τον δικό τους πρωθυπουργό;
«Να δούμε ποια ακριβώς είναι η πρόταση του ΠΑΣΟΚ; «Δέχομαι να συμπράξω με το κόμμα που θα αναδειχθεί πρώτο στις εκλογές, υπό την υπόθεση ότι Πρωθυπουργός δεν θα είναι ο αρχηγός του αλλά ένα πρόσωπο, άγνωστο μέχρι σήμερα, που θα προτείνω εγώ». Πολιτικά παράδοξη και αδιανόητη πρόταση. Και επιπλέον, αυτή η θεώρηση αγνοεί μία βασική παράμετρο και λησμονεί ακόμη μία: Αφενός ότι στις εκλογές ο λαός δεν ψηφίζει μόνο κόμμα αλλά και Πρωθυπουργό. Να πάρουμε ως παράδειγμα την Ιταλία όπου της εκεί κυβέρνησης συνεργασίας ηγείται η Μελόνι ή τη Γερμανία με τον Σολτς. Αφετέρου, ότι ο δημοκρατικός κανόνας που προβλέπει ότι στη θέση του Πρωθυπουργού τοποθετείται ουδέτερο πρόσωπο, εφαρμόζεται μόνο σε έκτακτες συνθήκες, όπως συνέβη και στη χώρα μας με την μεταβατική κυβέρνηση ειδικού σκοπού του Λουκά Παπαδήμου. Σύμφωνα με τον κ. Ανδρουλάκη, ποια προϋπόθεση συντρέχει σήμερα που να επιβάλει μία τέτοια συνθήκη;
Εκτιμάτε ότι είναι εφικτή μια κυβέρνηση προοδευτικής συνεργασίας στις πρώτες κάλπες που επιθυμεί ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας;
«Παρακολουθώ με μεγάλη προσοχή τις δηλώσεις που κάνουν αυτή την περίοδο οι εκπρόσωποι του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ. Τι ακριβώς διατείνονται; Το μεν ΠΑΣΟΚ θέτει τον όρο να μην είναι Πρωθυπουργός ο κ. Τσίπρας προκειμένου να συμπράξει με τον ΣΥΡΙΖΑ. Τί απαντάει ο ΣΥΡΙΖΑ; Χωρίς τον κ. Τσίπρα δεν μπορεί να συμβεί αυτό. Αν υποθέσουμε ότι αυτά που λένε τα εννοούν, αντιλαμβανόμαστε όλοι θέλω να πιστεύω, ότι καθίσταται αδύνατον να υπάρξει κυβέρνηση με όρους απλής αναλογικής. Όπερ μεθερμηνευόμενον σημαίνει ότι τα ίδια τα κόμματα που πρέπει να συγκροτήσουν τον πόλο της Αριστεράς που διεκδικεί την εξουσία, είναι εκείνα που τελικώς διαφαίνεται ότι δεν συναινούν σε μία τέτοιου είδους σύγκλιση. Σε αυτή την περίπτωση συνεπώς, αφενός επιβεβαιώνεται η πολιτική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ που αποπειράθηκε να επιβάλει την απλή αναλογική, αφετέρου γίνεται σαφές ότι για το μέλλον και την προοπτική της χώρας μένει μόνο μία ρεαλιστική πρόταση διακυβέρνησης: η πρόταση μίας ισχυρής και αυτοδύναμης Νέας Δημοκρατίας».
Σε περίπτωση που η Νέα Δημοκρατία δεν επιτύχει την αυτοδυναμία στις δεύτερες εκλογές θεωρείτε ότι το ΠΑΣΟΚ- ΚΙΝΑΛ είναι ο μόνο δυνατός κυβερνητικός εταίρος;
«Η Νέα Δημοκρατία έχει αποδείξει ότι σέβεται και υπηρετεί πάντα την επιλογή του ελληνικού λαού. Εάν λοιπόν και εφόσον δεν έχει γίνει δεκτή η πρόταση μας για αυτοδυναμία στις εκλογές που θα πραγματοποιηθούν με το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής, θα προσπαθήσουμε να συγκροτήσουμε κυβέρνηση συνεργασίας. Πρέπει ωστόσο να γίνει αντιληπτό ότι οι κυβερνήσεις συνεργασίας απαιτούν τουλάχιστον δύο και αυτό δεν είναι κάτι που εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από εμάς. Το λέω αυτό γιατί, αν και όταν έρθει εκείνη η ώρα, προφανώς και θα ανοίξει μία συζήτηση. Ωστόσο, έχει τεράστια σημασία και η τοποθέτηση του ΠΑΣΟΚ επ’ αυτού. Και φυσικά με τα μέχρι σήμερα λεγόμενα του κ. Ανδρουλάκη η προοπτική συνεργασίας υπονομεύεται εκ προοιμίου».
Υπάρχει πιθανότητα να πάμε και σε τρίτη εκλογική αναμέτρηση;
«Σας είπα ότι σε περίπτωση που μας το υποδείξει ο ελληνικός λαός, εμείς θα προσπαθήσουμε να κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας προκειμένου να συγκροτήσουμε κυβέρνηση συνεργασίας. Προκειμένου όμως κάτι τέτοιο να καταστεί εφικτό θα χρειαστεί και η άλλη πλευρά να κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της στη βάση μιας κοινώς αποδεκτής προγραμματικής συμφωνίας. Σε κάθε περίπτωση προσωπικά εκτιμώ ότι την επομένη των εκλογών που θα διεξαχθούν με το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής η χώρα θα έχει αυτοδύναμη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας με Πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη και συνεπώς δεν ξέρω και πόσο νόημα έχει να εμβαθύνουμε περαιτέρω σε αυτή τη σεναριολογία».
Στην προεκλογική της ρητορική και με αφορμή το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη η Νέα Δημοκρατία προτάσσει ότι θα τα βάλει με το «βαθύ κράτος» και θα διορθώσει τις παθογένειες της κρατικής διοίκησης. Και αυτό που αναρωτιέται ο πολίτης είναι γιατί δεν το έκανε τα προηγούμενα τέσσερα χρόνια;
«Το έκανε και το έκανε από την πρώτη ημέρα ανάληψης των καθηκόντων της. Καθόλη τη διάρκεια της τετραετίας έχουν σημειωθεί σημαντικές αλλαγές στη λειτουργία του Δημοσίου που προήλθαν μέσα από τον εκσυγχρονισμό και την καθημερινή μάχη με τις παθογένειες και τις αγκυλώσεις που ταλάνισαν επί δεκαετίες τη Δημόσια Διοίκηση με σημαντικό μερίδιο ευθύνης της Αριστεράς που τις επέβαλε. Να αναφέρω ενδεικτικά την ψηφιοποίηση του κράτους μέσω του gov.gr που συνέβαλε τα μέγιστα στην αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης και αποτέλεσε παράδειγμα και για άλλες ευρωπαϊκές χώρες ενώ συντέλεσε και στην απλοποίηση των συναλλαγών των πολιτών και των επιχειρήσεων με το κράτος. Να σας θυμίσω επίσης τη ριζική αναμόρφωση του ΕΦΚΑ που μας επιτρέπει να αποδίδουμε συντάξεις σε δύο μήνες αντί σε δύο χρόνια που ίσχυε μέχρι πρότινος.
Την ανάταξη της ΔΕΗ, που επί των ημερών μας κατέστη μία βιώσιμη και ανταγωνιστική επιχείρηση η οποία επιτυγχάνει να στηρίζει εκατομμύρια Έλληνες στην ενεργειακή κρίση που βιώνει ολόκληρος ο πλανήτης. Αλλά να έρθω και στα του Υπουργείου Εσωτερικών ειδικότερα, όπου σε χρονικό διάστημα μικρότερο των τεσσάρων ετών πετύχαμε να μεταρρυθμίσουμε το κράτος με σημαντικές τομές σε κρίσιμους τομείς.
Εγκαθιδρύσαμε το Σύστημα Εσωτερικού Ελέγχου και τον θεσμό του Συμβούλου Ακεραιότητας διασφαλίζοντας το δημόσιο συμφέρον, νομοθετήσαμε και εφαρμόσαμε το σύστημα κινήτρων και ανταμοιβής δημοσίων υπαλλήλων σε μία προσπάθεια να άρουμε τον εξισωτισμό που καταδυνάστευσε για δεκαετίες το ελληνικό δημόσιο, αναμορφώσαμε και θέσαμε σε εφαρμογή ένα ουσιαστικό και αποτελεσματικό σύστημα αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων, εκσυγχρονίσαμε το Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης μετατρέποντάς το σε έναν πρότυπο εκπαιδευτικό και επιμορφωτικό οργανισμό που εργάζεται πάνω στη βελτίωση των δεξιοτήτων των δημοσίων υπαλλήλων μέσα από την εκπόνηση πληθώρας προγραμμάτων, καθιερώσαμε τον Ετήσιο Κύκλο Στελέχωσης του Δημοσίου βάζοντας τάξη στο θέμα των προσλήψεων.
Επί των ημερών μας, για πρώτη φορά το Δημόσιο απέκτησε συνολική εικόνα των πραγματικών αναγκών του σε προσωπικό. Προσωπικά νομοθέτησα 14 νομοσχέδια σε χρονικό διάστημα 27 μηνών και πληθώρα τροπολογιών για τη βελτίωση και τον εκσυγχρονισμό της λειτουργίας της Δημόσιας Διοίκησης και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Κάναμε πολύ περισσότερα από όσα έχουν κάνει οι προηγούμενες κυβερνήσεις την τελευταία δεκαετία. Συγκρουστήκαμε με στρεβλώσεις, αγκυλώσεις και παθογένειες του «βαθέος κράτους» και καταπολεμήσαμε τη λογική του εξισωτισμού, της αναξιοκρατίας, της έλλειψης λογοδοσίας.
Αυτή μας η προσπάθεια μάλιστα αναγνωρίστηκε διεθνώς, καθώς πετύχαμε να βελτιώσουμε τη θέση της χώρας 16 ολόκληρες θέσεις στον Δείκτη Αντίληψης Διαφθοράς της Διεθνούς Διαφάνειας από την 67η θέση που την είχε βυθίσει ο ΣΥΡΙΖΑ, στην 51η. Στόχος μας είναι, στην επόμενη κυβερνητική μας θητεία να καταλύσουμε οριστικά καθετί που κρατάει καθηλωμένη τη χώρα».
Πώς βλέπετε την εξέλιξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων το τελευταίο διάστημα; Μπορεί να υπάρξει συνέχεια σε αυτή την επίθεση φιλίας που γίνεται από την Άγκυρα;
«Κοιτάξτε, το τελευταίο χρονικό διάστημα η Τουρκία βρέθηκε σε μία εξαιρετικά δυσμενή θέση εξαιτίας μίας τρομερής φυσικής καταστροφής, που όμοιά της δεν είχε ξαναζήσει, τον καταστροφικότερο σεισμό στην ιστορία της. Ευρισκόμενη σε αυτή τη συνθήκη και με δεδομένο το γεγονός ότι η χώρα μας προσέτρεξε εξαρχής, προκειμένου να συνδράμει τις προσπάθειες διάσωσης, αλλά και στη συνέχεια παρείχε σημαντική βοήθεια σε κάθε επίπεδο, είναι περίπου αυτονόητο ότι θα αναζητούσε ένα κλίμα συνεννόησης και κατανόησης. Από εκεί και πέρα μένει να δούμε αν οι προθέσεις της είναι ειλικρινείς και αν θα επιχειρήσει να διατηρήσει τις καλές σχέσεις που διαμορφώθηκαν ή αν όλο αυτό ήταν κάτι συγκυριακό και εφήμερο. Εξάλλου, η χώρα μας πάντα επιδιώκει καλές σχέσεις γειτονίας με όλους και έχει αποδείξει ότι επιδιώκει να επιλύει τις όποιες διαφορές της μέσω του διαλόγου. Και βεβαίως, δεν έχει μεταβληθεί στο ελάχιστο η πάγια θέση μας σε ό,τι αφορά την επίλυση των καθορισμένων διαφορών μας με την Τουρκία, η οποία εδράζεται στη βάση της εφαρμογής του Διεθνούς Δικαίου».