Μόνιμη πηγή ανησυχίας στις ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι το ενδεχόμενο να συμβεί ένα θερμό επεισόδιο ανάμεσα στις δυο χώρες.
Οι δηλώσεις του ίδιου του Τούρκου Προέδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, πως δεν αποκλείεται να «έρθουμε ένα βράδυ», αλλά και οι παρόμοιες απειλές από σειρά ανώτατων στελεχών και μέσων ενημέρωσης στη γείτονα χώρα κάνουν την ανησυχία για μια δύσκολη στιγμή στο Αιγαίο, καθ’ όλα ρεαλιστική.
Από τη μετά το 1974 ιστορική εμπειρία στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, διαπιστώνεται ότι ένα θερμό επεισόδιο μπορεί να λάβει τις παρακάτω μορφές:
- αποβίβαση σε νησί «γκρίζας κυριαρχίας» κατά την Τουρκία
- παρενόχληση-κατάρριψη αεροσκάφους στον εναέριο χώρο Ελλάδας-Τουρκίας
- συγκρούσεις αλιευτικών-λιμενικών πλοίων
- παρενοχλήσεις κατά τη διάρκεια στρατιωτικών ασκήσεων
- ανταλλαγή πυροβολισμών με περιπόλους στον Έβρο
- ενέργειες που διαπιστώνουν την αμυντική ικανότητα της άλλης πλευράς (πχ ενεργοποίηση ραντάρ)
- εικονικοί βομβαρδισμοί μικρών νησιών κλπ
Ένα θερμό επεισόδιο μπορεί να προκληθεί είτε κατά λάθος είτε κατόπιν σχεδιασμού.
Δυστυχώς, η ομιχλώδης κατάσταση στην οποία έχει διολισθήσει το πραγματικό καθεστώς του Αιγαίου (όχι το νομικό καθεστώς) διευκολύνει στο να προκληθεί ένα θερμό επεισόδιο κατά λάθος.
Το «ατύχημα» που καταλήγει σε θερμό επεισόδιο
Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι οι εμπλοκές μαχητικών αεροσκαφών των δυο χωρών πάνω από το Αιγαίο. Ξεκίνησαν ως παραβάσεις των κανόνων εναερίου κυκλοφορίας και παραβιάσεις του εναερίου χώρου μεταξύ 6 και 10 μιλίων και έφτασαν σε υπερπτήσεις πάνω από κατοικημένα νησιά.
Ουδέποτε γνωστοποιήθηκαν στην τουρκική πλευρά κάποια όρια μετά τα οποία θα υπήρχαν συνέπειες πέραν της αναχαιτίσεως ή της εικονικής αερομαχίας. Η παραβίαση της εθνικής κυριαρχίας θίγει τον πυρήνα της κρατικής υποστάσεως.
Η εθνική κυριαρχία είναι πολύ σοβαρό θέμα για να αφήνεται έρμαιο στο τυχαίο και το παρορμητικό της ελληνοτουρκικής διαμάχης. Όσο πιο σαφείς είναι οι κανόνες και οι κόκκινες γραμμές, τόσο απομακρύνεται το ενδεχόμενο να γίνει ένα θερμό επεισόδιο κατά λάθος.
Η διασαφήνιση των ορίων λειτουργεί αποτρεπτικά. Εάν γίνει το θερμό επεισόδιο, σημαντικό ρόλο παίζουν οι απευθείας δίαυλοι επικοινωνίας που βοηθούν στη διερεύνηση των απόψεων κάθε πλευράς. Οι διάφορες «κόκκινες γραμμές» επικοινωνίας μεταξύ επιτελείων και υπουργών τείνουν προς αυτήν την κατεύθυνση. Αποτελούν ένα από τα λίγα σημεία στα οποία έχει γίνει προεργασία.
Μια σημαντική παράμετρος στο θερμό επεισόδιο είναι ότι η Τουρκία θεωρεί απολύτως θεμιτό να ασκεί πιέσεις στην Ελλάδα, μέσω της στρατιωτικής της μηχανής.
Oι συζητήσεις ΗΠΑ-Τουρκίας για το θερμό επεισόδιο
Αποκαλυπτικές αυτής της νοοτροπίας ήταν οι συζητήσεις μεταξύ Αμερικανών και Τούρκων σε σχέση με τις υπερπτήσεις κατοικημένων νησιών ή τη διενέργεια στρατιωτικών ασκήσεων στην Κύπρο, όπως αποκαλύφθηκαν με τα τηλεγραφήματα του Wikileaks.
Παρά τις αμερικανικές επισημάνσεις ότι πρέπει να αποφεύγονται τέτοιες ενέργειες, οι Τούρκοι αδιαφορούσαν, θεωρώντας, προφανώς, ότι θα αποσπούσαν κέρδη από την ψυχολογική εξουθένωση της ελληνικής πλευράς.
Το προσχεδιασμένο θερμό επεισόδιο
Στην περίπτωση ενός προσχεδιασμένου επεισοδίου τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η μία πλευρά, αφού κάνει ανάλυση κόστους-οφέλους, αποφασίζει συνειδητά να προβεί σε θερμό επεισόδιο.
Η ενέργεια αυτή έχει ένα κόστος, ενέχει μια διακινδύνευση. Η διακινδύνευση είναι ότι το θερμό επεισόδιο μπορεί να εξελιχθεί σε πλήρους εκτάσεως πόλεμο. Όσο μικρότερη είναι η διακινδύνευση (δηλαδή η πιθανότητα πολέμου), τόσο αυξάνει η πιθανότητα διενέργειας επεισοδίου.
Εάν ο σχεδιαστής του επεισοδίου είναι πεπεισμένος ότι δεν θα υπάρξουν οξείες ή αυτοματοποιημένες αντιδράσεις που θα οδηγήσουν σε κλιμάκωση και πόλεμο (λόγω του δείγματος γραφής από την αντιμετώπιση παρόμοιων περιστατικών στο παρελθόν ή λόγω της βεβαιότητας ότι θα υπάρξει παρέμβαση τρίτων χωρών), τότε πιο εύκολα θα πραγματοποιήσει το σχέδιό του για θερμό επεισόδιο.
Μοναδικός ανασχετικός παράγοντας είναι το ανεξέλεγκτο και απρόβλεπτο της αντίδρασης της άλλης πλευράς και η ισχυρή πιθανότητα ότι θα κλιμακωθεί αυτόματα.
Η περίπτωση Ελλάδας και Τουρκίας
Στην περίπτωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, η Ελλάδα δεν πρόκειται να σχεδιάσει θερμό επεισόδιο και δεν μπορεί να απειλεί με πόλεμο την Τουρκία. Επιθυμεί να υπάρχει ύφεση στις διμερείς σχέσεις.
Αυτό οφείλεται σε λόγους που σχετίζονται με τον τρόπο λειτουργίας του πολιτικού συστήματος, το επίπεδο ζωής, την υπογεννητικότητα, την απαξίωση της στρατιωτικής θητείας και την στρατιωτική κατάσταση στην Κύπρο.
Η διαφορετική αντίληψη που έχουν οι ηγεσίες Ελλάδας-Τουρκίας σχετικά με το θερμό επεισόδιο δεν σημαίνει ότι η Ελλάδα πρέπει να υποχωρεί μπροστά στην απειλή πολέμου, όπως έχει αναφέρει και ο Άγγελος Συρίγος στο βιβλίο του «Ελληνοτουρκικές Σχέσεις».
Απλώς, δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει την απειλή αυτή ως μέσο για την άσκηση της πολιτικής της.
Αντιθέτως, η Τουρκία, λόγω της στρατοκρατούμενης δομής του καθεστώτος, της ηγεμονικής αντίληψης που έχει η ηγεσία της και των σχέσεων κράτους-βαθέος κράτους, περιλαμβάνει στους σχεδιασμούς της το θερμό επεισόδιο.
Το τουρκικό βαθύ κράτος και το θερμό επεισόδιο
Επιπλέον, η φύση του τουρκικού καθεστώτος κάνει πολύ πιο σύνθετη την περίπτωση για ένα προσχεδιασμένο θερμό επεισόδιο. Το όφελος δεν περιορίζεται αποκλειστικά στο ελληνοτουρκικό πεδίο.
Στην περίπτωση του σχεδίου «Βαριοπούλα», το τουρκικό βαθύ κράτος θα προχωρούσε σε θερμό επεισόδιο με την κατάρριψη ενός αεροσκάφους στο Αιγαίο και ακολούθως με περιορισμένης κλίμακας επίθεση στον βόρειο Έβρο, έχοντας ως κύριο αποδέκτη την τουρκική κοινή γνώμη.
Το σχέδιο «Βαριοπούλα» απέδειξε πως η τουρκική πλευρά δεν θεωρούσε πως ένα σοβαρό θερμό επεισόδιο μπορούσε να κλιμακωθεί. Εάν είχε την εντύπωση της κλιμάκωσης, είναι πιθανό να το απέφευγε.
Παρά την υπέρτερη στρατιωτική ισχύ της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας, οι Τούρκοι δεν νιώθουν ακόμα αρκετά ασφαλείς για την έκβαση ενός ελληνοτουρκικού πολέμου, ώστε να είναι αδιάφοροι για την κλιμάκωση που θα έχει ένα θερμό επεισόδιο.
Οι λεπτομέρειες του σχεδίου «Βαριοπούλα»
Το σχέδιο είχε εκπονήσει ο τουρκικός στρατός το 2003. Μέσω αυτού σκόπευε να προχωρήσει σε πραξικόπημα εις βάρος της κυβέρνησης του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Την αφορμή για το πραξικόπημα θα έδιναν αφενός βομβιστικές επιθέσεις σε δυο μεγάλα τεμένη της Κωνσταντινούπολης και αφετέρου τα προαναφερθέντα επεισόδια με την Ελλάδα.
Τα πολεμικά επεισόδια με την Ελλάδα ήταν τμήμα ενός υποσχεδίου της «Βαριοπούλας» με την ονομασία «Καταιγίδα». Εκεί αναφερόταν κατά λέξη τα εξής:
«Κατόπιν διαταγής θα παρενοχληθούν αεροσκάφη της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας κατά τη διάρκεια υπερπτήσεων στο Αιγαίο, ώστε με τις προκλήσεις να οικοδομηθεί ατμόσφαιρα σύγκρουσης.
Στο μέτρο του δυνατού, θα επιχειρηθεί κατάρριψη αεροσκάφους μας από την ελληνική Πολεμική Αεροπορία και αν αυτό δεν επιτευχθεί, θα εξασφαλισθεί η κατάρριψη αεροσκάφους μας από πιλότο της Ειδικής Μοίρας, που θα έχει οργανωθεί εκ νέου, σε εύλογο τόπο και χρόνο.
Στο μέτρο του δυνατού, θα επιχειρηθεί κατάρριψη αεροσκάφους μας από την ελληνική Πολεμική Αεροπορία
Στα μέσα ενημέρωσης θα μεταδοθεί η είδηση ότι το αεροσκάφος κατέρριψε η Ελλάδα, με στόχο να παρουσιαστεί ως ανίκανη η κυβέρνηση του ΑΚΡ.
Θα αυξηθούν οι εκδηλώσεις εχθρότητας και οι ασκήσεις ελέγχου προς την ελληνική Πολεμική Αεροπορία και θα εξασφαλισθεί ότι οι πιλότοι θα είναι επιθετικότεροι στις πτήσεις τους. Θα δηλωθεί στους πιλότους πως σε παρόμοιες περιπτώσεις, το δικαίωμα νόμιμης άμυνας τους θα επιτρέπει μέχρι και τις βολές.
Η ένταση θα αυξηθεί και στα σύνορα της Θράκης, θα σταλούν περίπολοι στις παραμεθόριες περιοχές
Η ένταση θα αυξηθεί και στα σύνορα της Θράκης, θα σταλούν περίπολοι στις παραμεθόριες περιοχές και θα γίνονται συνεχώς κοινές ασκήσεις με το ναυτικό στο Αιγαίο».
Τον Ιανουάριο του 2010, άγνωστος παρέδωσε σε δημοσιογράφο μια αποσκευή που περιείχε 2.000 έγγραφα της τουρκικής 1ης Στρατιάς, 5 κασέτες με μαγνητοφωνημένες συνομιλίες αξιωματικών του στρατού και 19 οπτικούς δίσκους.
Ένας από τους δίσκους περιείχε όλο το υλικό του επιχειρησιακού σχεδίου ασφαλείας «Βαριοπούλα». Το σχέδιο ήταν χωρισμένο σε τέσσερα υποσχέδια με τις κωδικές ονομασίες «Καταιγίδα», «Δέστρα», «Τσαντόρ», «Γενειάδα».
Το υλικό εμφανιζόταν να έχει αποθηκευθεί στον δίσκο την 5η Μαρτίου του 2003. Παρόλα αυτά στο υλικό περιλαμβάνονταν πληροφορίες που έφθαναν μέχρι τον Αύγουστο του 2009.
Η λανθασμένη επιλογή της Ελλάδας
Η ελληνική κυβέρνηση δεν αντέδρασε στις λεπτομερείς αποκαλύψεις, αφενός για να μη διαταράξει τον ασταθή εσωτερικό συσχετισμό δυνάμεων στην Τουρκία και αφετέρου διότι θεωρούσε προφανή την απάντηση Ερντογάν σε όσα είχαν αποκαλυφθεί.
Η επιλογή της ελληνικής κυβέρνησης αποδείχθηκε από τα τεκταινόμενα, λανθασμένη. Η γνώση των εσωτερικών ισορροπιών ενός αντιπάλου είναι απαραίτητη για την ερμηνεία των ενεργειών του.
Η ελληνική στάση στην συγκεκριμένη περίπτωση παρέβλεπε ή υποτιμούσε δυο γεγονότα:
- τη σύγκρουση του αεροσκάφους του Ηλιάκη με τουρκικό μαχητικό υπό συνθήκες που εμφάνιζαν αναλογία με όσα προέβλεπε το σχέδιο «Καταιγίδα»
- τον σταδιακό μετασχηματισμό του βαθέος κράτους της Τουρκίας από κεμαλικό σε ισλαμικό. Τον Ιούνιο του 2014 οι ισλαμιστές ήταν πλέον κατεστημένο και ο στρατός μπορούσε να λειτουργήσει ως σύμμαχος. Επέτρεψαν στο Συνταγματικό Δικαστήριο της Τουρκίας να αφήσει ελεύθερους και τους 230 κρατούμενους αξιωματικούς για την υπόθεση «Βαριοπούλα»
Tο πραξικόπημα του 2016 και το Διεθνές Δίκαιο
Ήταν βράδυ της 15ης Ιουλίου 2016 όταν και εκδηλώθηκε το αποτυχημένο πραξικόπημα της Τουρκίας κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες που -ευλόγως- δημιουργεί πολλά ερωτηματικά ως προς τον σκοπό του.
Κι αυτό γιατί, από την επόμενη κιόλας μέρα του πραξικοπήματος, ο πρόεδρος της Τουρκίας Ερντογάν και οι οπαδοί του δημιούργησαν καθεστώς ανομίας και αυταρχικότητας, τιμωρήθηκαν άγρια όλοι οι μετέχοντες πραξικοπηματίες, σε όλη την χώρα εξελίχθηκαν σκηνές βίας, οδομαχιών και βασανιστηρίων.
Οι δολοφονίες παρουσιάστηκαν ως κάτι λογικό απέναντι στους «εχθρούς του Έθνους», ενώ ο χάρτης των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου του ΟΗΕ τσαλαπατήθηκε χωρίς κανένα όριο.
Άρθρα του τουρκικού συντάγματος ανεστάλησαν, 45.000 περίπου Τούρκοι πολίτες στερήθηκαν την ελευθερία τους και υπέστησαν διώξεις, ενώ ο Ερντογάν στο όνομα της δικής του «Δημοκρατίας» συγκέντρωσε όλες τις εξουσίες για τον έλεγχο του κράτους.
Βλέπουμε, λοιπόν, ένα κράτος που απέχει από τις αρχές της ελευθερίας και της δημοκρατίας και που ακολούθως δεν σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις βασικές αρχές του Διεθνούς Δικαίου.
Όμως η Τουρκία δεν σταματάει εκεί τις νομικές της παραβάσεις. Επιμόνως επιχειρεί να εξάγει την εσωτερική της κρίση προς τα έξω (Συρία, Ιράκ) και ειδικότερα προς την Ελλάδα, απαιτώντας ελληνικά νησιά (αμφισβητούν 16), παραβιάζοντας καθημερινώς τα χωρικά ύδατα και απειλώντας με ένα θερμό επεισόδιο.
Η συγκεκριμένη τακτική, όμως, δεν είναι καινούργια, αλλά πάγια και συνεχόμενη από την δεκαετία του ’80 και έκτοτε με αποκορύφωμα την κρίση των Ιμίων το 1996.
Οι γείτονες θρασύτατα και πρόδηλα, όχι μόνο περιφρονούν την εδαφική μας κυριαρχία αλλά ταυτόχρονα παραβιάζουν κατάφωρα και δεν σέβονται το Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο. Η Συνθήκη της Λωζάνης που υπογράφηκε το 1923, μετά την μικρασιατική καταστροφή, καθόρισε οριστικά τα σύνορα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας και προέβλεψε την ανταλλαγή των πληθυσμών με αναλυτικά κριτήρια.
Σε αυτή την διεθνή συνθήκη οι δύο συμβαλλόμενες χώρες δεσμεύτηκαν να τηρήσουν τα συμφωνηθέντα κατά την μείζονος σημασίας για το Διεθνές Δίκαιο αρχή «pacta sunt servanda» και με βάση την καλή πίστη που διέπει το Διεθνές Δίκαιο.
Αυτές οι δύο αρχές όμως μόνο μονομερώς εφαρμόσθηκαν και εφαρμόζονται καθώς η γειτονική χώρα ουδέποτε σεβάστηκε τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου και μονίμως είχε εδαφικές βλέψεις προς δυσμάς.
Ας δούμε όμως λίγο τι είναι το Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο (ΔΔΔ) και τι επιτάσσει. Το ΔΔΔ, λοιπόν, είναι ένα πολύ δυναμικό κομμάτι του δικαίου, συνεχώς μεταβαλλόμενο και με μεγάλη σημασία για την παγκόσμια ειρήνη και ορίζεται κατά την κρατούσα θεωρία ως σύνολο κανόνων και αρχών που δεσμεύουν τα κράτη στις μεταξύ τους σχέσεις.
Σκοπός του αποτελεί η διαφύλαξη της διεθνούς ειρήνης,ασφάλειας και δικαιοσύνης και βασικές πηγές του αποτελούν οι διεθνείς συνθήκες, το διεθνές εθιμικό δίκαιο που διαμορφώνεται από την συνεχή και ομοιόμορφη πρακτική των κρατών με πεποίθηση δικαίου(opinion juris) και οι γενικές αρχές του ΔΔ.
Η θέση της Ελλάδας στο Διεθνές Δίκαιο
Η Ελλάδα στα άρθρα 2.2,27 και 28 του Συντάγματος αναγνωρίζει τους διεθνώς παραδεδεγμένους κανόνες και τις διεθνώς αναγνωρισμένες αρχές, όχι απλά ως προτάγματα ή κατώτερης τυπικής ισχύος νόμους αλλά αναγνωρίζει σε αυτούς ίση ισχύ και πολλές φορές ανωτέρα ισχύ κι από το ίδιο το Σύνταγμα της χώρας.
Και έναντι των γειτόνων έχει τηρήσει εις το ακέραιο κάθε δέσμευση που έχει αναλάβει, προσπαθεί να τηρεί πάντοτε φιλική στάση εμπράκτως και αποδεικνύει συνεχώς πως πρωτίστως σέβεται τους κανόνες του ΔΔ.
Κάτι τέτοιο δεν ισχύει όμως για τη Τουρκία που καθημερινώς παραβιάζει και αμφισβητεί τα εθνικά κυριαρχικά μας δικαιώματα, τα οποία καλύπτονται από τη Συνθήκη της Λωζάνης και την Συνθήκη των Παρισίων του 1947 μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας για την παραχώρηση των Δωδεκανήσων ξανά στην Ελλάδα.
Άρα, η κυριαρχία επί των νησιών του Αιγαίου και της αιγιαλίτιδας ζώνης που έχει οριστεί σύμφωνα με την Α.Ν. 230/1936 στα 6 ναυτικά μίλια επί θαλάσσης και 10 ναυτικά μίλια επί εναέριου χώρου, είναι αδιαμφισβήτητη και αδιατάραχτη.
Η Ελλάδα επίσης με βάση το άρθρο 3 της Σύμβασης του Δικαίου της Θαλάσσης έχει το δικαίωμα να επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη στα 12 ναυτικά μίλια. Και εδώ η Τουρκία έχει θέσει το περιβόητο casus belli, το οποίο όχι μόνο στερείται νομικής βάσεως αλλά συνιστά παραβίαση του άρθρου 2 παρ.4 του Χάρτη Η.Ε. ,που απαγορεύει την απειλή χρήσης βίας.
Και οι Τούρκοι, σαν πραγματικά να μην ξέρουν τι σημαίνουν κανόνες Διεθνούς δικαίου και ηθική, φτάσανε στο σημείο να κάνουν ακόμη και άσκηση με πραγματικά πυρά σε ελληνικά νησιά, που αν μη τι άλλο αυτό αποτελεί αιτία θερμότατου επεισοδίου.
Και μέσα σε όλα αυτά τα γεγονότα παραλογισμού προστίθεται η άρνηση των γειτόνων για την κήρυξη υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ που κατά το άρθρο 121 και 56-57 Σύμβασης ΔΘ αντιστοίχως, ρητώς επιτρέπεται στην Ελλάδα,ως συμβαλλόμενο μέρος.
Ψιλά, μάλλον, γράμματα για αυτούς που αγνοούν κανόνες της διεθνούς κοινωνίας. Βέβαια, η Τουρκία δικαιούται του δικαιώματος της αβλαβούς διέλευσης,της διέλευσης δηλαδή των πλοίων τους μέσα από τα χωρικά μας ύδατα υπό την προϋπόθεση ότι αυτή θα είναι συνεχής και ταχεία. Ωστόσο, τα τούρκικα πλοία όχι απλώς δεν κάνουν τάχιστη διέλευση αλλά κινούνται και εχθρικά, δίχως καμία προειδοποίηση.
Όλες αυτές οι δράσεις εντάσσονται σαφώς στην προσπάθεια από πλευράς τους «γκριζαρίσματος» του Αιγαίου, παγίδα στην οποία η Ελλάδα δεν πέφτει κάνοντας συνέχεια αισθητή την άρνησή της και παίζοντας τον ρόλο του «επίμονου αντιρρησία» κατά την ορολογία του διεθνούς δικαίου, ώστε να μην δημιουργηθεί και αποκρυσταλλωθεί στο Αιγαίο εθιμικό διεθνές δίκαιο, και ένα παράνομο status quo.
Η απόπειρα Ερντογάν να δημιουργήσει τετελεσμένα
Στην προσπάθεια αυτή του Ερντογάν να δημιουργήσει τετελεσμένα, η Ελληνική Πολιτεία προσπαθεί να απαντά διπλωματικά με διαβήματα και μέσα στα πλαίσια των διεθνών κανόνων και συνθηκών που έχει υπογράψει.
Ο στρατός, ως ήρεμη δύναμη, είναι πάντοτε σε ετοιμότητα προσπαθώντας να κάνει το αυτονόητο, να προασπίσει τα κυριαρχικά μας δικαιώματα απέναντι σε οποιοδήποτε θερμό επεισόδιο. Άλλωστε, διαθέτουμε και το νόμιμο και το ηθικό δικαίωμα καθότι ουδέποτε παραβιάσαμε την τουρκική κυριαρχία.
Το σίγουρο είναι ότι πρέπει να πρυτανεύσει κάποια στιγμή η λογική, να αποφευχθεί τυχόν θερμό επεισόδιο και να τηρηθούν από όλους, επιτέλους, οι διεθνείς κανόνες ως μόνος τρόπος διασφάλισης της ειρήνης.