«Η μεγάλη διαφορά μας από τη ΝΔ είναι ότι εμείς θεωρούμε την εργασία παραγωγική δύναμη, ότι η στήριξη των μισθών, η διασφάλιση των εργασιακών δικαιωμάτων και η μείωση των ανισοτήτων όχι μόνο συμβάλλουν, αλλά προστατεύουν την οικονομική ανάπτυξη», τόνισε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Στέφανος Κασσελάκης, μιλώντας στην Ετήσια Τακτική Γενική Συνέλευση των Μελών του ΣΕΒ, στο Μέγαρο Μουσικής.
Άσκησε κριτική στη ΝΔ για απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, ενώ σχολίασε ότι «είναι και ντροπή να ‘ξεδοντιάζεις’ τη Δικαιοσύνη με την κάθε πράξη σου ως κυβέρνηση».
«Ο πρωθυπουργός της χώρας πρέπει να υπηρέτης του λαού και της Δημοκρατίας – ούτε ωτακουστής ούτε ψευτο-ευεργέτης», σημείωσε. Τόνισε πως αν οι πολίτες του αναθέσουν τη διακυβέρνηση της χώρας «ποτέ -μα ποτέ- δεν θα ασκήσω την παραμικρή επιρροή στη Δικαιοσύνη και στα ΜΜΕ», αλλά θα «θωρακίσω τους θεσμούς».
Υποστήριξε ότι το μεγαλύτερο στοίχημα, που πρέπει να είναι και στοίχημα και των επιχειρήσεων, είναι «όχι μόνο πώς θα προσελκύσετε τα μυαλά του έθνους μας στους ομίλους σας, αλλά πώς θα τα ανταμείψετε για να τα κρατήσετε και πώς θα καλλιεργήσετε νέες, σύγχρονες, νοοτροπίες από κοινού με τους εργαζόμενους». «Εσείς είστε», είπε, «εκείνοι που μπορείτε να κάνετε τη διαφορά στην καθημερινότητα, στηρίζοντας τη μοναδικότητα του καθενός στον εργασιακό σας χώρο, ενισχύοντας τη δυνατότητα των γυναικών να καταγγείλουν σεξισμό χωρίς να φοβούνται για αντίποινα ή απόλυση». Μίλησε για την αναγκαιότητα πραγματικής αξιοκρατίας, «με συμμετοχή στην ανάπτυξη της επιχείρησης, αλλά και με σεβασμό στις ανάγκες του ανθρώπου που εργάζεται».
Ο κ. Κασσελάκης αναφέρθηκε στο όραμα του για «σύγχρονη Ελλάδα της προόδου – οικονομικής και κοινωνικής», προσθέτοντας ότι «εμείς δεν είμαστε η παράταξη του κεντρικού συντονισμού, όπως κάνει τώρα η ΝΔ με το λεγόμενο ‘Επιτελικό Κράτος’ που μόνο σκοπό έχει να ελέγχει τη ροή του χρήματος σε κάθε δραστηριότητα. Εμείς θα είμαστε η παράταξη της αποκεντρωμένης ανάπτυξης για όλους».
«Όραμά μας είναι μία Ελλάδα παραγωγός και όχι καταναλωτής»
«Όραμά μας», σημείωσε, «είναι μια Ελλάδα παραγωγός και όχι καταναλωτής». «Όπου η σύννομη επιχειρηματικότητα ανθίζει. Όπου το κράτος δεν παρεμποδίζει, αλλά βοηθά ουσιαστικά την ιδιωτική πρωτοβουλία, από όπου και αν προέρχεται. Όπου το κράτος είναι κοινωνικό και παρέχει υψηλού επιπέδου υπηρεσίες πρόνοιας, ακριβώς για να επιτρέψει σε έναν νέο, μία νέα, να πάρει το ρίσκο της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Όπου οι Ελληνίδες και Έλληνες επιλέγουν να μείνουν στην Ελλάδα αντί να ψάχνουν την αξιοκρατία στο εξωτερικό», τόνισε. Πρόσθεσε ότι «δεν χρειαζόμαστε παραπάνω φορολόγηση για να πετύχουμε αυτούς τους στόχους», αλλά «δραστική μείωση της κρατικής σπατάλης, πάταξη της χρόνιας διαπλοκής, και γενναίες τομές στην ποιότητα των θεσμών μας».
Ο Στέφανος Κασσελάκης τόνισε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ «περνάει στο επόμενο στάδιο της ιστορικής του πορείας, εκείνο μιας σύγχρονης Αριστεράς που δεν δαιμονοποιεί την λέξη ‘κεφάλαιο’ αλλά την βλέπει ως ένα εργαλείο για ευημερία, για μείωση των τεράστιων ανισοτήτων μέσω μια ισχυρής ανάπτυξης». Πρόσθεσε ότι σε αυτό το νέο στάδιο της πορείας του κόμματος, θα στελεχώσει την ομάδα του «με ικανούς ανθρώπους, που προέρχονται από την εργασία και την οικονομία, που έχουν ενσυναίσθηση και καθαρά χέρια, και που θέλουν να προσφέρουν με ανιδιοτέλεια στον τόπο τους».
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ περιέγραψε την οικονομική κατάσταση λέγοντας ότι στα στοιχεία της Eurostat για το κατά κεφαλήν ΑΕΠ είμαστε 26οι στους 27 και ότι η Ελλάδα τα έτη 2021 -22 είχε μείωση των πραγματικών μισθών ανά απασχολούμενο κατά 5,9%, και σωρευτικά μείωση 31% από το 2010, ότι κατατάσσεται χαμηλά στον Ευρωπαϊκό Δείκτη Καινοτομίας και ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις δαπανούν μόνο 0,59% του ΑΕΠ για Έρευνα και Ανάπτυξη έναντι 1,42% των ευρωπαϊκών.
Είπε ότι με 41 ώρες εργασίας την εβδομάδα «είμαστε πρωταθλητές στο μόχθο, αλλά δυστυχώς είμαστε πρωταθλητές και στο κόστος του ηλεκτρισμού, και για νοικοκυριά αλλά και για εσάς στη βιομηχανία». Είπε ότι τα pass τα πληρώνει η νέα γενιά, «πρακτικές που ξεκάθαρα ευνοούν τα ολιγοπώλια», επικρίνοντας τον κ. Μητσοτάκη ότι εμφανίζεται ως «ευεργέτης».
Ο κ. Κασσελάκης είπε ότι η δικαιοσύνη είναι ο μεγάλος ασθενής της χώρας, καθώς ο μέσος χρόνος επίλυσης των δικαστικών διαφορών στην Ελλάδα είναι 1.711 μέρες, κάτι που «γίνεται εσκεμμένα ακριβώς για να ευνοούνται μόνον οι λίγοι και ισχυροί».
Σημείωσε ότι «είναι ντροπή για την Ελληνική Δημοκρατία να μην μπορεί ο απλός πολίτης να νιώθει ότι το τελευταίο αποκούμπι του είναι η Δικαιοσύνη», «όπως είναι και ντροπή να «ξεδοντιάζεις» τη Δικαιοσύνη με την κάθε πράξη σου ως κυβέρνηση». Σε αυτό το πλαίσιο ανέφερε: «Απόπειρα επηρεασμού του κ. Τζενερίκου. Προσωπικές επιθέσεις στον κ. Ράμμο. Αλλαγή του Δ.Σ της ΑΔΑΕ χωρίς διαβούλευση με 2 ψήφους της ακροδεξιάς.
Και βέβαια, τα τηλέφωνά μας, τις συνομιλίες μας, τις ιδιωτικές στιγμές μας, όλα όσα παρακολουθούσαν με τα χρήματα του Έλληνα φορολογούμενου».
«Ποτέ δεν θα συνδιαλλαγείτε μαζί μου για άδειες που θα διευκολύνουν αθέμιτα την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων σας», είπε σε άλλο σημείο της ομιλίας του μιλώντας για το ζήτημα της δικαιοσύνης και των κανόνων. «Μην με προσεγγίσει κανείς – θα το βγάλω δημόσια στον κόσμο που με εμπιστεύεται κάθε μέρα. Αντί για συνδιαλλαγή, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ θα δημιουργήσει ένα πλήρως στελεχωμένο αποδοτικό δημόσιο, με πολύ λιγότερη γραφειοκρατία», πρόσθεσε. Τόνισε ότι οι άδειες και οι δικαστικές αποφάσεις θα εκδίδονται γρήγορα και καθ’ όλα σύννομα και πως η επιχειρηματική δραστηριότητα θα διεξάγεται με απόλυτο σεβασμό προς το περιβάλλον.
Αναφερθείς στην κλιματική αλλαγή, που «θα είναι ο μεγαλύτερος μοχλός ανισότητας από εδώ και πέρα», σημείωσε ότι στη Θεσσαλία 3 στους 4, δεν έχουν λάβει αποζημίωση και πως «τα εκατοντάδες εκατομμύρια για αντιπλημμυρικά έργα που φαγώθηκαν και για το οποία δήθεν περιμένουμε εισαγγελική έρευνα -και την περιμένουμε-, έχουν άμεσες επιπτώσεις στην ανισότητα». Πρόσθεσε ότι αυτές οι περιοχές θα είναι υποβαθμισμένες για χρόνια και ότι τα δισ. για την ανάταξη της καταστροφής «που προκλήθηκε από την κακοδιαχείριση», θα την πληρώσουν οι νέες γενιές.
Ο κ. Κασσελάκης είπε ότι η βελτίωση στην αναλογία χρέους/ΑΕΠ έχει προκύψει λόγω πληθωρισμού και πως «αυτό δεν είναι βιώσιμο για την κοινωνική συνοχή, ούτε για την ανταγωνιστικότητα της κοινωνίας μας απέναντι στις τεκτονικές πλάκες που κινούνται παγκόσμια, οικονομικά, τεχνολογικά, και γεωπολιτικά». Είπε πως το δημόσιο χρέος είναι σε μεσοπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα τακτοποιημένο (με όρους εξυπηρέτησης) και το ιδιωτικό χρέος θα το αντιμετωπίσει με πολύ μικρό δημοσιονομικό κόστος «η ολοκληρωμένη πρόταση της αξιωματικής αντιπολίτευσης που κατατέθηκε προεκλογικά στην ελληνική κοινωνία». Ανέφερε ότι «αυτή η έξυπνη μηχανική που θα τεθεί με άλλους όρους στον δημόσιο διάλογο εγγυόμαστε ότι θα επιφέρει ένα τριπλό win: για τους δανειολήπτες, για τις τράπεζες/επενδυτές, για την οικονομία».
Τόνισε ότι για την κοινωνική συνοχή οι σχέσεις εργοδότη – εργαζόμενου είναι καθοριστικές και πως για τα δικαιώματα έχουν απαιτηθεί αγώνες και θυσίες από τους εργαζόμενους, «αγώνες που ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ τιμά και τους έχει πολύ ψηλά όχι μόνο στο πολιτικό του πρόγραμμα, αλλά και στον αξιακό του κώδικα».
Είπε ότι «η Σύγχρονη Αριστερά αναγνωρίζει το οικονομικό περιβάλλον στο οποίο ζούμε» και ειδικότερα πως «η λέξη ‘κεφάλαιο’ δεν είναι λέξη προς δαιμονοποίηση. Και η λέξη ‘εργασία’ πρέπει να είναι προτροπή για ‘συν-εργασία’, για ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο στο οποίο οι εργαζόμενοι συμμετέχουν ενεργά στην ανάπτυξη της επιχείρησης». Θύμισε ότι στις προτάσεις του κατά την υποψηφιότητά του, έχει μιλήσει για την ανάγκη καθιέρωσης των stock options προς επίτευξη συμπεριληπτικής ανάπτυξης. Δηλαδή είχε αναφερθεί στην θεσμική παρότρυνση συμμετοχής των εργαζόμενων στο μετοχικό κεφάλαιο μιας επιχείρησης.
«Έτσι ώστε να συμμετέχουν στην υπεραξία που προέρχεται από την απόδοση της επιχείρησης – και από τις επιλογές της διοίκησης αλλά και από τον μόχθο της εργασίας. Αυτό σημαίνει έμπρακτη συν-εργασία», τόνισε. Πρόσθεσε ότι για να στηριχτεί ένα τέτοιο πλαίσιο υπάρχουν τρόποι, όπως διευκολύνοντας το νομικό πλαίσιο, αλλά και φορολογικά κίνητρα και λογιστικές πρακτικές για την καταχώρηση των stock options ως έξοδα μισθοδοσίας. Διευκρίνισε ότι αυτό δεν αφορά μόνο τις εισηγμένες εταιρείες. «Προφανώς είναι και good business», πρόσθεσε, «διότι ο εργαζόμενος θα ευθυγραμμίζεται πιο στενά με την επιτυχία της επιχείρησης και θα καταβάλλει το επιπλέον χιλιόμετρο που χρειάζεται για το συνολικό όφελος».
Ο κ. Κασσελάκης υπογράμμισε ότι όμως «το νέο κοινωνικό συμβόλαιο αρχίζει και με την οικοδόμηση ενός σταθερού πλαισίου εργασιακών σχέσεων». Σημείωσε ότι δεν είναι δυνατόν να καταργείται ο βάσιμος λόγος απόλυσης, να επιβάλλεται δεκάωρη εργασία χωρίς αύξηση αποδοχών, «αλλά με δήθεν πληρωμή σε ρεπό», να διπλασιάζονται οι φθηνές υπερωρίες, να καταργείται το ΣΕΠΕ με την μετατροπή του σε Ανεξάρτητη Αρχή με μειωμένες αρμοδιότητες, να αποδυναμώνονται τα συνδικαλιστικά δικαιώματα. «Αυτά δεν είναι συνταγή για βιώσιμο κοινωνικό συμβόλαιο και για μια εύρωστη κοινωνία με δίαχυση της ανάπτυξης για όλους», είπε, σχολιάζοντας ότι ο πρόσφατος νόμος Γεωργιάδη «συνεχίζει και επιτείνει την απορρύθμιση της αγοράς εργασίας και την επιβολή επισφαλών ελαστικών εργασιακών σχέσεων».
Αντίθετα τόνισε ότι χρειάζεται: θέσπιση αυστηρού θεσμικού πλαισίου για τις εργολαβίες με στόχο την κατάργηση της εικονικής εργολαβίας. Ένταξη όλων όσοι εργάζονται, με όποια σχέση και μορφή εργασίας σε έναν κλάδο – στις πρόνοιες της οικείας κλαδικής σύμβασης. Μετατροπή σε αορίστου χρόνου των συμβάσεων όσων εργάζονται με μπλοκάκια και διαρκώς ανανεούμενες συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Αναγνώριση των εργαζομένων σε πλατφόρμες ως μισθωτών, με θέσπιση, μεταξύ άλλων, τεκμηρίου υπέρ του χαρακτήρα της εργασίας τους ως εξαρτημένης, για τη στοιχειώδη κατοχύρωσή τους στα θέματα ωραρίου, μισθού και προστασίας της υγείας και ασφάλειάς τους. Κατοχύρωση και ενίσχυση του θεσμικού πλαισίου που την ρυθμίζει ως μισθωτή εργασία από απόσταση και με σεβασμό στις συμβάσεις εργασίας.
Ο κ. Κασσελάκης σχολίασε ότι από εκείνον δεν θα ακούσει κανείς «ούτε ευχάριστα λόγια ούτε όμως αβάσιμη ή ιδεοληπτική κριτική. Μόνο προτάσεις κοινής λογικής στην κατεύθυνση που σας περιέγραψα, της συνεργασίας».
Παράλληλα υπογράμμισε την αναγκαιότητα ενίσχυσης του ρόλου των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των αυτοαπασχολούμενων ευρύτερα στην παραγωγική διαδικασία. «Κοινός μας στόχος», είπε, «πρέπει να είναι μια ισχυρή οικονομία σε μια δίκαιη κοινωνία», για να υποστηρίξει ότι «αυτή η προοπτική αφορά τη μεγάλη πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας χωρίς αποκλεισμούς, και προϋποθέτει τη συμβολή και συμμετοχή των εργαζομένων, της υγιούς επιχειρηματικότητας, της επιστημονικής κοινότητας και των φορέων της Αυτοδιοίκησης». Είπε ότι «το ‘κεφάλαιο’ είναι απλά ένα εργαλείο, το οποίο μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε επ’ ωφελεία όλων».
Ο κ. Κασσελάκης στάθηκε και σε τρία σήμερα που ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ έχει και επεξεργάζεται διαρκώς ολοκληρωμένες πολιτικές. Πρώτον, η λειτουργία του τραπεζικού συστήματος, «στο οποίο δεν έχουν πρόσβαση 8 στις 10 μικρομεσαίες επιχειρήσεις». Δεύτερον, «η αξιοποίηση και κατεύθυνση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας». Είπε ότι τώρα το μεγαλύτερο μέρος του κατευθύνεται σε παθητικές δημόσιες επενδύσεις και πως «οι κυβερνητικές πολιτικές αδιαφορούν για την παραγωγή εγχώριας προστιθέμενης αξίας, άρα υπονομεύουν τις εξαγωγές μας και καθιστούν την ελληνική βιομηχανία έναν μικρό περιφερειακό παίχτη στην παγκόσμια οικονομία».
Τρίτον, συνέχισε, «η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ -και ειδικότερα όταν το χαρτοφυλάκιο της βιομηχανίας το χειριζόταν ως αρμόδια υπουργός η κ. Τζάκρη- έφερε στην διάθεση των μελών του ΣΕΒ δύο καινοτόμες εργαλειοθήκες: Α) το Forum Βιομηχανίας που επί της ουσία ήταν ένας ουσιαστικός τρόπος παραγωγής βιομηχανικής πολιτικής με την συμμετοχή όλων των εμπλεκομένων φορέων ώστε να βρούμε μια κοινή συνισταμένη για το πού συμφωνούμε για να προχωρήσουμε στις αντίστοιχες πολιτικές. Δηλαδή είναι ένας τρόπος παραγωγής πολιτικής. Β) τη μελέτη για την εγχώρια φαρμακοβιομηχανία που κατέληξε αυτή η διαδικασία, εκτός από τα επί μέρους θέματα που έλυσε (π.χ. τα θέματα με τις κλινικές μελέτες), σε ένα σχέδιο επενδυτικού claw back. Το σχέδιο αυτό στην συνέχεια εντάχθηκε στο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας με βάση το οποίο έχει ήδη εκταμιευτεί ένα πολύ σημαντικό κονδύλι (περισσότερα από 400 εκατ.) για επενδύσεις στην Ελλάδα».
Εξέφρασε την ανησυχία του ως προς το αν οι ακολουθούμενες κυβερνητικές πολιτικές επιτρέπουν να υπάρχει βιομηχανική ανταγωνιστικότητα των ελληνικών βιομηχανιών.
Είπε ότι το σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ αποτελείται από ένα τρίπτυχο. «Πρώτον: Σχέδιο οριστικής διαχείρισης και ρύθμισης των χρεών των επιχειρήσεων και των καταναλωτών ώστε να βελτιωθεί η ταχύτητα και ο όγκος της κυκλικότητας της οικονομίας. Δεύτερον: Η στροφή μεγάλου μέρους του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας στην ανάπτυξη πρότυπης καθετοποιημένης παραγωγής. Τρίτον: Στην επένδυση του κράτους, των Ελλήνων βιομηχάνων νέων και παλιών, και μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων που ηγούνται σε κάθε κλάδο προκειμένου στην Ελλάδα να παράγονται κρίσιμα τμήματα των προϊόντων που διακινούνται στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα και απαιτούν υψηλή ποιότητα τεχνογνωσίας, εξειδίκευση και μικρή απόσταση από τις αναπτυγμένες βιομηχανικά ευρωπαϊκές χώρες».