Η οικονομία αποτελεί το βαρύ όπλο της κυβέρνησης στις επικείμενες εκλογές και με αυτόν τον άξονα τη Δευτέρα (23/1) ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα ανοίξει τον κύκλο των θεματικών του συνεντεύξεων Τύπου, οι οποίες επιστρατεύονται στη νέα στρατηγική τακτική της Νέας Δημοκρατίας στο δρόμο προς τις κάλπες, επιβεβαιώνοντας παλιότερο ρεπορτάζ του Thestandard.gr.
Στην κυβέρνηση επιμένουν στο θετικό αφήγημα και παρά την ακρίβεια, εκτιμούν ότι ο τομέας της οικονομίας τους το δίνει, ενώ στον δρόμο προς τις κάλπες σταδιακά θα ανακοινώνουν νέα μέτρα στήριξης που μπορεί να φτάσουν στο ποσό του ενός δισεκ. ευρώ.
Ποσό που αρχικά η κυβέρνηση είχε κρατήσει για την ενίσχυση στις τιμές του φυσικού αερίου. Αυτό φαίνεται ότι δεν θα χρειαστεί γιατί οι τιμές φυσικού αερίου πέφτουν διεθνώς και έτσι αυτό το ποσό θα διοχετευτεί σε πρόσθετα μέτρα στήριξη.
Ο Μητσοτάκης για την ελληνική οικονομία
Στο Νταβός ο πρωθυπουργός έστειλε το μήνυμα στις συναντήσεις που είχε ότι η Ελλάδα έχει γυρίσει σελίδα στην οικονομία, ενώ στο πλαίσιο της παρουσίας του στο Παγκόσμιο Οικονομικό φόρουμ είχε συζήτηση με τον δημοσιογράφο Fareed Zakaria, όπου αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, στα επιτεύγματα που πέτυχε η Κυβέρνηση τα τελευταία 3,5 χρόνια και την επαναφορά της Ελλάδας στην τροχιά της ανάπτυξης.
Διατύπωσε δε ξεκάθαρα τα διλήμματα των εκλογών θεωρώντας ότι είναι δίλημμα μεταξύ λαϊκισμού και πραγματισμού.
«Η κύρια διαχωριστική γραμμή σήμερα δεν βρίσκεται τόσο μεταξύ της κεντροδεξιάς και της κεντροαριστεράς, αλλά μεταξύ εκείνων που πιστεύουν στον πολιτικό ρεαλισμό και την καλή λειτουργία των δημοκρατιών μας και εκείνων που υπόσχονται «τον ουρανό με τ’ άστρα», ενώ ταυτόχρονα υπονομεύουν τους δημοκρατικούς θεσμούς», τόνισε ο κ Μητσοτάκης, ενώ επανέλαβε το δυνατό χαρτί του απέναντι στη λαϊκή κρίση, το οποίο είναι η σύγκριση των πεπραγμένων μεταξύ των τεσσάρων ετών της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, η οποία χαρακτηρίζεται μια λαϊκιστική Κυβέρνηση που δεν έκανε πολύ καλό στη χώρα, και των τεσσάρων ετών της Κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Εξήγησε επίσης ότι οι παλιές διαχωριστικές γραμμές δεξιάς – αριστεράς δεν είναι πλέον τόσο σημαντικές, όσο η διάκριση μεταξύ πιο αυταρχικών λαϊκιστών και πιο προοδευτικών Δημοκρατών που υιοθετούν ρεαλιστικές λύσεις.
Αυτό που θα επαναλαμβάνεται διαρκώς από τα κυβερνητικά χείλη είναι ότι ενώ παρέλαβαν μια χώρα, της οποίας η οικονομία ήταν ακόμη τραυματισμένη, κράτησαν και πέτυχαν τη δέσμευση να επαναφέρουν την Ελλάδα σε τροχιά υψηλής ανάπτυξης, εφαρμόζοντας μεταρρυθμίσεις κοινής λογικής, μειώνοντας τη φορολογική βάση, καθιστώντας τη χώρα πιο ελκυστική για άμεσες ξένες επενδύσεις, διασφαλίζοντας την ψηφιοποίηση της γραφειοκρατίας.
Τα στοιχεία που συντείνουν σε αυτό είναι: Το ποσοστό ανάπτυξης της Ελλάδας είναι στο 5,6% για το 2022 και 8,4% το 2021.
Αναμένεται ακόμη ανάπτυξη της τάξης του 2% και όχι του 1% το 2023. Υπήρξε ρεκόρ άμεσων ξένων επενδύσεων το 2021 και το 2022. Στο χρέος ως ποσοστό του Α.Ε.Π., συντελέστηκε η ταχύτερη μείωση σε σύγκριση με κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα, σε σημείο που κανείς πλέον δεν θίγει ως ζήτημα το ελληνικό χρέος.