Toν χρονικό προσδιορισμό των εκλογών ως προς τον μήνα διεξαγωγής τους ανακοίνωσε για πρώτη φορά δημόσια και επίσημα ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης χθες Τρίτη (21/3) στην τηλεοπτική του συνέντευξη στον Σταύρο Θεοδωράκη, στην πρώτη μετά το φονικό δυστύχημα στα Τέμπη.
Επιβεβαίωσε ότι οι πρώτες κάλπες θα στηθούν τον Μάιο, όπως πολλές φορές έχει γράψει το Τhestandard.gr και διέλυσε ασθενή σενάρια που κυκλοφορούσαν ότι οι πρώτες εκλογές θα διεξαχθούν τον Ιούλιο και οι δεύτερες τον Αύγουστο.
Καθόρισε τον «οδικό χάρτη» που έχει μπροστά του ως τις εκλογές, αλλά δεν ανέφερε τη συγκεκριμένη ημερομηνία που έχει κυκλώσει στον μήνα Μάιο για να πραγματοποιηθούν οι πρώτες κάλπες. Το ισχυρότερο σενάριο παραμένει οι πρώτες εκλογές να πραγματοποιηθούν στις 21 Μαΐου. Επίσης, ο πρωθυπουργός ξεδίπλωσε τον τρόπο σκέψης του για τα μηνύματα της εκλογικής αναμέτρησης, τις απόψεις του για την κοινοβουλευτική αυτοδυναμία και για τις πιθανότητες μετεκλογικών συνεργασιών.
«Η πρώτη κάλπη πρέπει να μας πει «ποιος» πρέπει να κυβερνήσει τη χώρα. Η δεύτερη, εφόσον χρειαστεί, -που το θεωρώ πάρα πολύ πιθανό να χρειαστεί- θα μας υποδείξει και «πώς» θα κυβερνηθεί η χώρα. Από ποια κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Κι εκεί πέρα προφανώς και θα σεβαστώ και θα σεβαστούμε την ετυμηγορία του Ελληνικού λαού» τόνισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποκρυσταλλώνοντας το σκεπτικό του, εφόσον η Νέα Δημοκρατία είναι πρώτο κόμμα κι αυτή που πρέπει να ηγηθεί της διακυβέρνησης της χώρας.
Επίσης, ο πρωθυπουργός δήλωσε ότι είναι υπέρ των ισχυρών αυτοδύναμων κυβερνήσεων, αλλά πλέον εμφανίζει μια αλλαγή από το παρελθόν ως προς την σιγουριά της ανάδειξης αυτοδύναμης κυβέρνησης.
Επιλέγοντας να κρατήσει μετριοπαθή στάση και να μην επιδείξει αλαζονική συμπεριφορά τόνισε πως η δεύτερη κάλπη μπορεί να δώσει αυτοδυναμία διότι αυτή είναι η σωστή λύση για τη χώρα,, ωστόσο εξήγησε ότι θα σεβαστεί την οποιαδήποτε απόφαση του λαού.
Άφησε αιχμές και κατά του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ- ΚΙΝΑΛ Νίκου Ανδρουλάκη αποκαλύπτοντας ότι δύο φορές μετά την εκλογή του στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ του ζήτησε να συναντηθούν και αυτός αρνήθηκε, δείχνοντας ότι στη χώρα υπάρχει έλλειψη κουλτούρας μετεκλογικών συνεργασιών, αλλά και τις δυσκολίες που μπορεί να έχει η συνεννόηση υπό αυτούς τους όρους.
Τα βέλη του στράφηκαν και προς τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος ευαγγελίζεται μια προοδευτική διακυβέρνηση της χώρας. Τον κάλεσε να αποκαλύψει πριν από τις εκλογές με ποιους θα συνεργαστεί: «Αυτοί οι οποίοι υπερασπίζονται την κάλπη της απλής αναλογικής, να μας πουν από τώρα με ποιους θέλουν να κυβερνήσουν. Διότι, εγώ δεν την υπερασπίζομαι, άρα δεν έχω αυτή την υποχρέωση. Το θεωρώ απολύτως λογικό ότι αυτοί οι οποίοι ισχυρίζονται ότι θέλουν να κάνουν προοδευτική διακυβέρνηση στη χώρα, στην πρώτη κάλπη πρέπει να καθίσουν και να τα βρουν πριν τις εκλογές. Όχι μετά τις εκλογές» τόνισε.
Στον οδικό χάρτη για μια επόμενη κυβερνητική θητεία ο πρωθυπουργός συμπεριέλαβε να εκκινήσει και πάλι τη διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης στην επόμενη Βουλή για να γίνουν σημαντικές αλλαγές μεταξύ των οποίων η αναθεώρηση του άρθρου 16.
Ο Μητσοτάκης για την τραγωδία στα Τέμπη
Όσον αφορά την τραγωδία των Τεμπών ο κ. Μητσοτάκης επέδειξε μεγάλες δόσεις αυτοκριτικής, προσπάθησε να κρατήσει χαμηλούς τόνους στην πολιτική αντιπαράθεση με τον Αλέξη Τσίπρα και εστίασε στην πολιτική του βούληση να προβεί σε θεσμικές πρωτοβουλίες για τον εκσυγχρονισμό του σιδηροδρομικού δικτύου.
Εξήγησε πως η ελληνική κυβέρνηση θα συζητήσει με την Hellenic Train και την ιταλική Κυβέρνηση για μια καλύτερη συμφωνία για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να επενδύσουν στον ελληνικό σιδηρόδρομο και οι δύο.
«Τώρα το αίτημα δεν είναι θέλουμε αξιολόγηση ή δεν θέλουμε αξιολόγηση. Αυτοί που δεν θέλουν αξιολόγηση είναι λίγοι. Τώρα το ερώτημα είναι πώς θα την κάνουμε με τρόπο ο οποίος να είναι δίκαιος, ουσιαστικός και γρήγορος» είπε χαρακτηριστικά ο πρωθυπουργός.
Επεσήμανε πως η χώρα ήρθε αντιμέτωπη με διαχρονικές αμαρτίες και παθογένειες πολλών δεκαετιών και όλοι έχουν το μερίδιο που τους αναλογεί για τα χρόνια που κυβέρνησαν. Κατέληξε μάλιστα για το ποιος φταίει ότι «έγιναν μια σειρά από ανθρώπινα λάθη, αλλά εάν τα πράγματα στα τρένα ήταν διαφορετικά, εάν είχαμε φροντίσει να ολοκληρώσουμε την περιβόητη σύμβαση 717, είναι πολύ πιθανό το ατύχημα αυτό να μην είχε συμβεί. Άρα πρέπει να ψάξουμε σε δύο διαφορετικά πεδία ερευνών».