Ο οίκος Moody’s προχώρησε την προηγούμενη εβδομάδα στην αναβάθμιση των ελληνικών τραπεζών. Τι σημαίνει αυτό για την οικονομία της χώρας μας.
Oι αναβαθμίσεις των ελληνικών τραπεζών από τους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης ακολουθούν συνήθως τις αναβαθμίσεις της χώρας.
Την περασμένη Δευτέρα, ωστόσο, ο Moody’s προχώρησε στην αναβάθμιση των ελληνικών τραπεζών κατά 1-2 βαθμίδες, ενώ είχε διατηρήσει αμετάβλητο τον Σεπτέμβριο το αξιόχρεο του ελληνικού δημοσίου.
Ο Moody’s αξιολόγησε το μακροπρόθεσμο αξιόχρεο των καταθέσεων τριών από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες – της Eurobank, της Alpha Bank και της Εθνικής Τράπεζας – μία βαθμίδα υψηλότερα από ό,τι αξιολογεί το αξιόχρεο των ελληνικών ομολόγων (Βa2 έναντι Ba3).
Στο ίδιο επίπεδο με τα ελληνικά ομόλογα αξιολόγησε το αξιόχρεο των καταθέσεων της Τράπεζας Πειραιώς.
Το αξιόχρεο των ομολόγων (senior unsecured debt) που εκδίδουν οι ελληνικές τράπεζες αναβαθμίστηκε από τον Moody’s στην ίδια κατηγορία με αυτή των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου για την Eurobank, την Alpha και την Εθνική και μία βαθμίδα χαμηλότερα για την Πειραιώς.
O Moody’s αναβάθμισε το αξιόχρεο των τραπεζών
Αξιοσημείωτο είναι ότι ο Moody’s αναβάθμισε το αξιόχρεο των τραπεζών, αναφέροντας ως λόγους τόσο τη βελτίωση της ποιότητας του χαρτοφυλακίου τους – χάρη στη μείωση των κόκκινων δανείων – και της κερδοφορίας τους όσο και τη διαρθρωτική βελτίωση του μακροοικονομικού περιβάλλοντος της ελληνικής οικονομίας που έχει ενισχύσει την ανθεκτικότητά της στην αντιμετώπιση διαφόρων σοκ.
Ο οίκος δεν θεωρεί πλέον το μακροοικονομικό προφίλ της Ελλάδας ως αδύναμο, αλλά το κατατάσσει σε μία μεσαία κατηγορία και θεωρεί ότι οι τράπεζες θα μπορούν να ανακτήσουν υψηλές εξασφαλίσεις σε περίπτωση που χρειασθούν εξυγίανση, με αποτέλεσμα να υπάρχει μικρότερος κίνδυνος για τις καταθέσεις και άλλα στοιχεία του παθητικού τους.
«Οι ελληνικές τράπεζες έχουν σε μεγάλο βαθμό ολοκληρώσει τα σχέδια ριζικού μετασχηματισμού τους, που αποσκοπούν στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων σε μονοψήφια ποσοστά και στο να ενισχύσουν την κερδοφορία τους τους επόμενους 12-18 μήνες», ανέφερε.
Το προφίλ χρηματοδότησης και ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών έχει βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια, με περισσότερες καταθέσεις πελατών και ανανεωμένη πρόσβαση στις αγορές κεφαλαίων. Η χρηματοδότηση από την ΕΚΤ αυξήθηκε σε περίπου 50,9 δισ. ευρώ τον Ιούλιο του 2022 από 8,1 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2019. Ωστόσο, αυτή η χρηματοδότηση της ΕΚΤ θα μειωθεί σταδιακά το 2023-2024, σημειώνει ο οίκος.
Ο μόνος μεγάλος οίκος που δεν αναβάθμισε το αξιόχρεο των ελληνικών ομολόγων την τελευταία 2ετία
Ο Moody’s είναι ο μόνος από τους μεγάλους οίκους αξιολόγησης που δεν αναβάθμισε το αξιόχρεο των ελληνικών ομολόγων την τελευταία διετία, αν και έχει αναγνωρίσει την πρόοδο που έχει υπάρξει. Στην τελευταία αξιολόγηση των τραπεζών αναφέρει ότι η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται με ρυθμό 5,3% φέτος έναντι 2,2% της οικονομίας της Ευρωζώνης, ενώ και για το 2023 προβλέπει έναν ρυθμό ανάπτυξης 1,8% που θα είναι και πάλι σημαντικά υψηλότερος από της Ευρωζώνης.
«Η θεσμική ισχύς της Ελλάδας ενσωματώνει την αξιολόγησή μας για τη δημοσιονομική, νομισματική και την αποτελεσματικότητα της μακροοικονομικής πολιτικής, καθώς τα δημοσιονομικά της χώρας έχουν τεθεί σε πολύ πιο στέρεες βάσεις κατά την τελευταία πενταετία», ανέφερε ο οίκος.
Σημαντικά εμπόδια για τη διατηρήσιμη ισχυρή ανάπτυξη παραμένουν τα διαρθρωτικά χαμηλά ποσοστά αποταμίευσης και επενδύσεων. «Η κυβέρνηση έχει αρχίσει να αντιμετωπίζει ορισμένες από τις προκλήσεις, ιδίως εκείνες που συνδέονται με τις χαμηλές επενδύσεις, μειώνοντας τα αυξημένα ποσοστά της Ελλάδας στους φορολογικούς συντελεστές, χαλαρώνοντας τους επιχειρηματικούς κανονισμούς, βελτιώνοντας το πλαίσιο αδειοδότησης επενδύσεων και προωθώντας τις ιδιωτικοποιήσεις. Η αποτελεσματική απορρόφηση των κονδυλίων ανάκαμψης της ΕΕ θα είναι επίσης ζωτικής σημασίας για την ενίσχυση των επενδύσεων και της ανάπτυξης κατά την επόμενη πενταετία», σημειώνει ο Moody’s.
Ο οίκος Standard & Poor’s (S&P) και ο DBRS αναβάθμισαν την ελληνική οικονομία σε ένα σκαλοπάτι κάτω από την επενδυτική βαθμίδα και ο Fitch σε δύο βαθμίδες κάτω από αυτή, ενώ ο Moody’s τη διατηρεί τρεις βαθμίδες χαμηλότερα.