Η ΡΑΕ με το Σχέδιο Έκτακτης Ανάγκης καθορίζει ότι οικιακοί καταναλωτές, νοσοκομεία, σχολεία, αεροδρόμια και πρατήρια εφοδιασμού εντάσσονται στην κατηγορία των προστατευόμενων καταναλωτών φυσικού αερίου, και είναι τελευταίοι στη σειρά διακοπής εφοδιασμού σε περίπτωση κρίσης.
Το σχέδιο τέθηκε σήμερα σε δημόσια διαβούλευση και προβλέπει ότι στην ίδια κατηγορία (των προστατευόμενων καταναλωτών) εντάσσονται επίσης ορισμένα κτίρια του Δημοσίου όπως η Βουλή, η Προεδρία της Δημοκρατίας, Δήμοι και Ανεξάρτητες Αρχές, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις με ετήσια κατανάλωση μικρότερη από 10.000 μεγαβατώρες καθώς και οι εγκαταστάσεις τηλεθέρμανσης.
Σύμφωνα με το σχέδιο σε περίπτωση κρίσης η τροφοδοσία θα κόβεται κατά σειρά σε μεγάλες βιομηχανίες (διακόψιμοι καταναλωτές), εξαγωγές, μονάδες ηλεκτροπαραγωγής εφόσον δεν είναι απαραίτητες, βιομηχανίες που χρησιμοποιούν φυσικό αέριο για συμπαραγωγή ή κλιβάνους, μικρές βιομηχανίες και εμπορικές επιχειρήσεις που δεν ανήκουν στους προστατευόμενους καταναλωτές.
Πριν εφαρμοστεί το σχέδιο περικοπών προβλέπονται ωστόσο σειρά μέτρων που κλιμακώνονται ανάλογα με το μέγεθος του προβλήματος. Ξεκινούν από συστάσεις για εθελοντικό περιορισμό της κατανάλωσης φυσικού αερίου και την αναζήτηση έκτακτων φορτίων υγροποιημένου φυσικού αερίου μέχρι την χρήση εναλλακτικού καυσίμου (ντήζελ) από τις μονάδες φυσικού αερίου διπλού καυσίμου, την αύξηση της ηλεκτροπαραγωγής από τις λιγνιτικές μονάδες και τα υδροηλεκτρικά, έκτακτες εισαγωγές ρεύματος, κ.α.
Το σχέδιο ορίζει τρία επίπεδα συναγερμού, ως εξής
- Όταν υπάρχουν αξιόπιστες ενδείξεις για γεγονός που πιθανόν να έχει ως αποτέλεσμα την επιδείνωση της κατάστασης του εφοδιασμού της χώρας με Φυσικό Αέριο.
- Όταν εμφανίζεται διαταραχή του εφοδιασμού ή εξαιρετικά υψηλή ζήτηση Φυσικού Αερίου, η οποία έχει ως αποτέλεσμα τη σημαντική επιδείνωση της κατάστασης του εφοδιασμού, αλλά η αγορά είναι ακόμα ικανή να διαχειριστεί αυτήν τη διαταραχή ή ζήτηση.
- Περίπτωση εξαιρετικά υψηλής ζήτησης Φυσικού Αερίου, σημαντικής διαταραχής του εφοδιασμού και σε περίπτωση που τα μέτρα αγοράς δεν είναι επαρκή για την κάλυψη της εναπομένουσας ζήτησης Φυσικού Αερίου, με συνέπεια την ανάγκη λήψης πρόσθετων μέτρων που δεν στηρίζονται στην αγορά. Η κατάσταση εξελίσσεται δυσμενώς και ενδέχεται να διαταραχθεί η ομαλή τροφοδοσία των Προστατευόμενων Καταναλωτών σε περίπτωση που δεν ληφθούν μέτρα που δεν στηρίζονται στην αγορά.
Εκτός από το ενδεχόμενο περικοπής του εφοδιασμού, κρίση μπορεί να προκύψει και από τεχνικά προβλήματα ή από εξαιρετικά υψηλή ζήτηση π.χ. λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών.
Φυσικό αέριο: Νέο δείκτη τιμών αναφοράς εξετάζει η Κομισιόν
Ένα από τα βασικά θέματα που συζητήθηκαν στο Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας της ΕΕ της Παρασκευής ήταν η καθιέρωση ενός νέου δείκτη τιμών αναφοράς για το φυσικό αέριο στην ευρωπαϊκή αγορά.
Η συζήτηση έγινε στο πλαίσιο της προσπάθειας να περιορισθούν οι υπερβολικές αυξήσεις των τιμών του φυσικού αερίου μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία και τη δραστική μείωση των ρωσικών ροών στην Ευρώπη.
Παράγοντες της αγοράς έχουν επισημάνει από καιρό ότι ο σημερινός δείκτης αναφοράς των τιμών του αερίου (TTF), ο οποίος διαμορφώνεται από τη διαπραγμάτευση στο Χρηματιστήριο του Άμστερνταμ, δεν είναι αντιπροσωπευτικός.
Και αυτό, επειδή βασίζεται μόνο στην προσφορά του φυσικού αερίου που φθάνει στην Ευρώπη μέσω αγωγών, η οποία από το καλοκαίρι και ειδικά μετά τη διακοπή της λειτουργίας του αγωγού Nord Stream από τη Ρωσία έχει συρρικνωθεί πολύ.
Κομισιόν: Θεωρεί ότι ο δείκτης TTF δεν είναι αντιπροσωπευτικός της αγοράς
Η τιμή της μεγαβατώρας εκτινάχθηκε από τα 80 ευρώ τον Ιούνιο στα 340 ευρώ τον Αύγουστο μετά τη μείωση και τελικά τη διακοπή των ροών ρωσικού αερίου στη Γερμανία. Αν και στη συνέχεια οι τιμές υποχώρησαν, καθώς οι αποθήκες στην ΕΕ έχουν γεμίσει σε ποσοστό περίπου 90%, παραμένουν πολύ υψηλές – κοντά στα 200 ευρώ – λόγω της ανισορροπίας προσφοράς και ζήτησης.
Η Κομισιόν θεωρεί ότι ο δείκτης TTF δεν είναι αντιπροσωπευτικός της αγοράς, επειδή οι τιμές δεν λαμβάνουν υπόψη τις αγορές υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), οι οποίες έχουν αυξηθεί θεαματικά φέτος. Και γι’ αυτό υποστηρίζει ότι πρέπει να υπάρξει ένα πλαίσιο καταγραφής των συναλλαγών σε LNG, με βάση το οποίο θα υπάρχει ένας συμπληρωματικός δείκτης τιμών.
Σύμφωνα με τον Economist, οι τιμές που πληρώνονται για τα φορτία LNG είναι ελαφρά χαμηλότερες από αυτές που διαμορφώνονται στο χρηματιστήριο του ‘Αμστερνταμ, κάτι που σημαίνει ότι οι αγοραστές πληρώνουν περισσότερο όταν χρησιμοποιούν τον δείκτη TTF. Για παράδειγμα, στις 14 Σεπτεμβρίου το κόστος της μεγαβατώρας στην αγορά της Ισπανίας, η οποία βασίζεται κυρίως στο LNG, ήταν 171 ευρώ έναντι 218 ευρώ του TTF. Ωστόσο, ο Economist σημειώνει ότι οι διαφορές αυτές δεν αναμένεται κρατήσουν για πολύ.
Η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, έχει αναφερθεί και σε μία ενδεχόμενη προσαρμογή του δείκτη τιμών αερίου στην Ευρώπη στον δείκτη τιμών της Ασίας, η οποία επίσης καλύπτει μεγάλο μέρος των αναγκών της με φορτία LNG.
Ο ανταγωνισμός των δύο περιοχών για τις σχετικά περιορισμένες ποσότητες του υγροποιημένου αερίου είναι μεγάλος και αυτό είναι ένα από τα θέματα που έχουν τεθεί στη συζήτηση για την επιβολή πλαφόν στις τιμές, η οποία αναμένεται να συνεχισθεί και το επόμενο διάστημα χωρίς να είναι σαφές αν θα υπάρξει κάποια συμφωνία.