Η Ένωση Συντακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΣΗΕΑ) ανακήρυξε ομόφωνα τον ιδρυτή των Wikileaks, Τζούλιαν Ασάνζ επίτιμο μέλος της.
Όπως σημειώνουν από την ΕΣΗΕΑ σε σχετική ανακοίνωση, η ιδέα είναι όσο το δυνατόν περισσότερα ευρωπαϊκά σωματεία και ενώσεις δημοσιογράφων να τουχορηγήσουν τιμής ένεκεν δημοσιογραφική ταυτότητα, ώστε να δυναμώσει η φωνή όσων διαδηλώνουν στη Ρώμη υπέρ της απελευθέρωσης του από τις φυλακές.
Ο Τζούλιαν Ασάνζ κρατείται στις βρετανικές φυλακές και φαίνεται πως είναι θέμα ημερών, παρά τη διεθνή κατακραυγή να εκδοθεί στις ΗΠΑ, όπου αντιμετωπίζει ποινή φυλάκισης 175 χρόνων.
Η ανακοίνωση της ΕΣΗΕΑ για τον Τζούλιαν Ασάνζ
Κατά τη χθεσινή συνεδρίασή του το Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ αποφασίστηκε ομόφωνα να ανακηρυχθεί ο κρατούμενος από τις Βρετανικές Αρχές δημοσιογράφος Τζουλιάν Ασάνζ επίτιμο μέλος της και να του εκδώσει τιμής ένεκεν τη δημοσιογραφική ταυτότητα της ΕΣΗΕΑ.
Με αυτόν τον τρόπο η ΕΣΗΕΑ συμμετέχει στην εκστρατεία στήριξης του Τζουλιάν Ασάνζ, ιδρυτή των WikiLeaks, που διοργανώνει η Ιταλική Ομοσπονδία Δημοσιογράφων (FNSI) με την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής και της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων (EFJ/IFJ).
Η ιδέα είναι όσο το δυνατόν περισσότερα ευρωπαϊκά σωματεία και ενώσεις δημοσιογράφων να χορηγήσουν τιμής ένεκεν δημοσιογραφική ταυτότητα στον ιδρυτή των Wikileaks, ώστε στην εκδήλωση συμπαράστασης που διοργανώνει σήμερα 27/4 στη Ρώμη η Ιταλική Ομοσπονδία Δημοσιογράφων να προωθηθεί η ακόλουθη κοινή δήλωση:
«Ελευθερώστε τον Τζούλιαν Ασάνζ, επίτιμο μέλος των ενώσεών μας
Εμείς, οι υπογεγραμμένες ευρωπαϊκές ενώσεις και ενώσεις δημοσιογράφων, ενώνουμε τη φωνή μας με τη ΔΟΔ, καλώντας την κυβέρνηση των ΗΠΑ να αποσύρει όλες τις κατηγορίες εναντίον του Τζούλιαν Ασάνζ και να του επιτρέψει να επιστρέψει στο σπίτι με τη γυναίκα και τα παιδιά του.
Έχουμε έντονη ανησυχία για τον αντίκτυπο της συνεχιζόμενης κράτησης του Ασάνζ στην ελευθερία των Μέσων Ενημέρωσης και στα δικαιώματα όλων των δημοσιογράφων παγκοσμίως και προτρέπουμε τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να εργαστούν ενεργά για να εξασφαλίσουν την απελευθέρωση του Τζούλιαν Ασάνζ. Για να δείξουμε την αλληλεγγύη μας, ανακηρύσσουμε συμβολικά τον Τζούλιαν Ασάνζ επίτιμο μέλος των ενώσεών μας».
Η υπόθεση Wikileaks
Ο πιο γνωστός πολιτικός κρατούμενος στον κόσμο, ιδρυτής του WikiLeaks, έχει γίνει σύμβολο μιας διεθνούς πάλης γύρω από την ελευθερία του Τύπου, την κυβερνητική διαφθορά και τα ατιμώρητα εγκλήματα πολέμου.
Τον Αύγουστο του 2010, ξεκίνησε έρευνα εναντίον του στη Σουηδία με την κατηγορία πως είχε βιάσει μια γυναίκα στο Ένκοπινγκ ενώ κατηγορούνταν πως είχε παρενοχλήσει μια δεύτερη δύο μέρες αργότερα στη Στοκχόλμη.
Παράλληλα με την υπόθεση βιασμού, μετά τη δημοσίευση στις 28 Νοεμβρίου από το WikiLeaks περισσοτέρων των 251.000 διπλωματικών εγγράφων, 15.000 περίπου από τα οποία έφεραν την ένδειξη «εμπιστευτικό» (confidential), ο Γενικός Εισαγγελέας της Αυστραλιανής Ομοσπονδιακής Αστυνομίας Ρόμπερτ ΜακΚλέλαντ δήλωσε στον Τύπο πως θα ξεκινούσε έρευνες για τις δραστηριότητες του Ασάνζ στο διαδίκτυο.
Αντιμετωπίζοντας πλέον μια ποινή κάθειρξης 175 ετών στην περίπτωση που εκδοθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες, τα μέλη της οικογένειάς του έρχονται αντιμέτωπα με το ενδεχόμενο να χάσουν τον Τζούλιαν διά παντός στην άβυσσο του αμερικανικού δικαστικού συστήματος.
Συνελήφθη από τη βρετανική αστυνομία στις 11 Απριλίου 2019 μετά την άρση της ασυλίας του από την κυβέρνηση του Ισημερινού. Μετά από μακρά δικαστική μάχη, η βρετανική δικαιοσύνη έδωσε επίσημα πράσινο φως την 20ή Απριλίου του 2022 για την έκδοση του 50χρονου Αυστραλού στις αμερικανικές αρχές.
Οι αμερικανικές αρχές θέλουν να τον δικάσουν για «κατασκοπεία» εξαιτίας της δημοσιοποίησης 700.000 εμπιστευτικών και απορρήτων διπλωματικών και στρατιωτικών εγγράφων των ΗΠΑ, κυρίως για τους αμερικανικούς πολέμους στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν.
Τέσσερις από τις μεγαλύτερες εφημερίδες του κόσμου — οι αμερικανικοί New York Times, ο βρετανικός Guardian, η ισπανική El Pais, η γαλλική Le Monde — και το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel κάλεσαν τον περασμένο Νοέμβριο την αμερικανική κυβέρνηση να αποσύρει τις κατηγορίες εναντίον του ιδρυτή του WikiLeaks, Τζούλιαν Ασάνζ, για μαζική διαρροή εγγράφων.
Οι συντάκτες του κειμένου επισημαίνουν ότι η προσφυγή, που ξεκίνησε υπό την αμερικανική προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ, και βασίζεται σε μια νομοθεσία που χρονολογείται από το 1917 για την καταπολέμηση της κατασκοπείας «δεν είχε χρησιμοποιηθεί ποτέ εναντίον δημοσιογράφων, μέσων ενημέρωσης ή ραδιοτηλεοπτικών φορέων». «Ένα τέτοιο κατηγορητήριο δημιουργεί επικίνδυνο προηγούμενο» και «απειλεί την ελευθερία της ενημέρωσης», υπογραμμίζουν.