Ο Εθνικός Κήπος είναι ένα από τα στολίδια του κέντρου της Αθήνας, όπου βλέπει κανείς χιλιάδες δέντρα και ταξιδεύει μέσα στη φύση!
Ένα στολίδι ακριβώς στο κέντρο της πόλης, ο Εθνικός Κήπος φιλοξενεί περίπου 6,5 χιλιάδες δέντρα τα οποία ανήκουν σε 114 διαφορετικά είδη. Πλέον λαμβάνουν απολύτως εξειδικευμένη φροντίδα χάρη στις εξελιγμένες τεχνικές, που εφαρμόζονται για πρώτη φορά στη χώρα μας στο πλαίσιο της αποκατάστασης και αναβάθμισης του Κήπου. «Τα δέντρα είναι το σημαντικό δομικό στοιχείο που έχει να κάνει με την ίδια την ύπαρξη του Κήπου» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η διευθύντρια του Εθνικού Κήπου Κατερίνα Αγοραστού.
Όπως εξηγεί η ίδια, το 2018 ολοκληρώθηκε το ψηφιακό δενδρολόγιο του Εθνικού Κήπου, δηλαδή «κάθε δέντρο είναι καταγεγραμμένο με όλα του τα χαρακτηριστικά- και με την ταυτότητα του καταγράφεται όποιου είδους επέμβαση, όποιου είδους μεταβολή συμβεί κατά τη διάρκεια του χρόνου. Αυτή είναι μια πολύ σημαντική διαδικασία και συνεχώς εμπλουτίζεται».
Το ψηφιακό δενδρολόγιο ήταν η απαραίτητη βάση πάνω στην οποία μπόρεσε να σχεδιαστεί το σημαντικό έργο που τρέχει τώρα. «Έγινε μια πρώτη επιλογή περίπου 420 δέντρων τα οποία ξεχωρίσαμε γιατί ήταν σημαντικά λόγω της θέσης, της ιστορίας, της ηλικίας, του μεγέθους ή του είδους τους και ξεκινήσαμε μια μεταφορά τεχνογνωσίας στην ουσία από το εξωτερικό με σκοπό να αλλάξουμε τον τυπικό τρόπο διαχείρισης και να μεταβούμε σε έναν άλλο τρόπο πιο συστηματικό, πρώτα με τη δημιουργία του δενδρολογίου, και πιο εξειδικευμένο στη συνέχεια» σημειώνει η κυρία Αγοραστού.
Η Στεφανία Γκασπερίνι (Stefania Gasperini) και ο Τζιοβάνι Μορέλι (Giovanni Morelli) με το συνεργείο τους, που περιλαμβάνει αναρριχητές δέντρων και τεχνικούς, εργάζονται πάνω στην αστική δενδροκομία, συγκεκριμένα στις παθολογίες φυτών, την αξιολόγηση κινδύνου των δέντρων και της σταθερότητάς τους και στη διαχείριση δέντρων μεγάλης διάρκειας ζωής. «Πρώτα αξιολογήσαμε κάθε δέντρο με μια συγκεκριμένη μεθοδολογία που ξεκινάει με την οπτική αναγνώριση, όπως όταν πηγαίνει κάποιος στον γιατρό. Εάν ο γιατρός δεν μπορεί να φτάσει σε διάγνωση, κάποιες φορές χρειάζεται μια εξέταση. Έτσι και στα δέντρα το δεύτερο βήμα είναι η χρήση ειδικών οργάνων» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Στεφανία Γκασπερίνι, η οποία είναι συν τοις άλλοις πρόεδρος του φόρουμ «Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Δενδροκομίας».
Τα ειδικά όργανα που χρησιμοποιεί το συνεργείο περιλαμβάνουν μια συσκευή που λειτουργεί κατά μια έννοια σαν τομογράφος. Μικρά καρφιά τοποθετούνται σε ίσες αποστάσεις στην περίμετρο του κορμού, πάνω στα οποία τοποθετούνται αισθητήρες. Κατόπιν, με ήπια χτυπήματα οι τεχνικοί ενεργοποιούν τους αισθητήρες και καταγράφουν τον χρόνο που απαιτεί ο ήχος για να ταξιδέψει εντός του κορμού. Με αυτό τον τρόπο μπορούν να εντοπίσουν τους διαφορετικούς βαθμούς αποσύνθεσης, το υγιές ξύλο και τις κουφάλες. Μετά την αξιολόγηση, ξεκινούν τα έργα αποκατάστασης του κάθε δέντρου. Σε αυτή τη φάση δόθηκε προτεραιότητα στην αλέα με τις άριες και τον πλάτανο που βλέπουν προς την Ηρώδου Αττικού, στα δέντρα του καφενείου, την παιδική χαρά και κάποια μεμονωμένα δέντρα σε σημαντικά σημεία του κήπου. «Αυτά τα δέντρα ήταν πολύ σημαντικά για τη θέση τους που ήταν ευαίσθητη και επίσης είχαν υποστεί φθορές λόγω του χιονιού, οπότε ήταν επείγον να εστιάσουμε την προσοχή μας εκεί» εξηγεί η κυρία Γκασπερίνι.
Με γερανούς αλλά και με αναρριχητές δέντρων, που σκαρφαλώνουν πάνω στον κορμό μέχρι την κορυφή, τα έργα αποκατάστασης περιλαμβάνουν κλαδέματα αλλά και δεσίματα. «Χρησιμοποιούμε τεχνικές κλαδέματος που εξασφαλίζουν την ανάπτυξη νέου ξύλου, αλλά χωρίς τα προβλήματα που είχε το δέντρο πριν. Εάν το δέντρο κλαδευτεί με λάθος τρόπο ή χωρίς να ακολουθείται η φυσική συμπεριφορά του, η αντίδρασή του μπορεί να είναι η αντίθετη από την επιθυμητή.
Οπότε θα χρειαστεί ξανά κλάδεμα. Εμείς προσπαθούμε να επεμβαίνουμε με τέτοιο τρόπο ώστε στο βραχυπρόθεσμο και μεσοπρόθεσμο μέλλον να μην χρειάζονται άλλες εργασίες» επισημαίνει η κυρία Γκασπερίνι. «Κάθε δέντρο έχει λάβει τη δική του συνταγογράφηση και τώρα το συνεργείο μας εφαρμόζει τη θεραπεία. Θα επιστρέψουμε ώστε να ξαναεπέμβουμε στα δέντρα άλλες δύο φορές, αλλά το πότε θα εξαρτηθεί από την απάντησή τους στην πρώτη θεραπεία. Στο τέλος αυτής της διαδικασίας, τα δέντρα θα είναι απολύτως αυτόνομα στην πρόοδο τους, θα είναι ασφαλή, οικολογικά πλούσια και αισθητικά όμορφα.
Αυτός είναι ο στόχος μας» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Τζιοβάνι Μορέλι. Οι δύο ειδικοί εκτιμούν ότι η πλήρης αποκατάσταση είναι εφικτή για τα περισσότερα από τα δέντρα του Εθνικού Κήπου που έχουν υποστεί ζημιές από καιρικά φαινόμενα, όπως η τελευταία πρόσφατη κακοκαιρία. «Έχουμε ανθρώπους πολύ ικανούς στην κορώνα του δέντρου που μπορούν να κατανοήσουν και να εφαρμόσουν την θεραπεία σε κάθε ένα κλαδί ξεχωριστά» υπογραμμίζει ο κ. Μορέλι, προσθέτοντας ότι «τα δέντρα δεν είναι μόνο όμορφα και χρήσιμα για τους ανθρώπους αλλά και για όλα τα πλάσματα που ζουν πάνω τους και συνεισφέρουν στο οικοσύστημα. Κάνουμε τα κλαδέματα με τέτοιο τρόπο ώστε να προσομοιάζει με φυσικό σπάσιμο. Έτσι αποφεύγουμε την μετάδοση παθογενειών και βελτιώνουμε την επέκταση χρήσιμων μυκήτων και εντόμων που είναι σημαντικά στο οικοσύστημα και προστατεύουν το δέντρο». Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτή η τεχνική βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των εξελίξεων της γεωπονίας διεθνώς.
Η πλειονότητα των δέντρων του Εθνικού Κήπου είναι πάνω από 100 ετών
Ο Εθνικός Κήπος είναι εξαιρετικά πλούσιος εκτιμούν οι δύο Ιταλοί δενδροκόμοι. «Είναι σαν βοτανικός κήπος και αυτό είναι πολύ σημαντικό γιατί δεν είναι καθόλου συνηθισμένο. Υπάρχει μια μεγάλη συλλογή ειδών αλλά και φυτών με πολλές διαφορετικές ηλικίες. Αυτό είναι πλούτος. Ένα οικοσύστημα μπορεί να παραμείνει ζωντανό μόνο εάν είναι πλούσιο και ένας από τους στόχους μας πάντα είναι να βελτιώσουμε την βιοποικιλότητα, στην χλωρίδα αλλά και την πανίδα» υπογραμμίζει η κυρία Γκασπερίνι. «Υπάρχουν κάποια είδη που βρίσκονται στον κήπο από την αρχή του και θέλουμε να τα κρατήσουμε και για πολλά ακόμα χρόνια. Δεν μπορούμε να εκτιμήσουμε ακριβώς την ηλικία των δέντρων γιατί η δική τους στρατηγική για τη ζωή είναι εντελώς διαφορετική από τη δική μας.
Κάποιες φορές τα πολύ ηλικιωμένα δέντρα μπορούν να ανανεωθούν πλήρως, να ανακυκλωθούν και να ξαναξεκινήσουν σαν νεαρά δέντρα, εφόσον τα βοηθούν οι συνθήκες» επισημαίνει η κυρία Γκασπερίνι. Προκειμένου να εκτιμηθεί ο χρόνος ζωής ενός ζωντανού δέντρου απαιτείται μια εξαιρετικά επεμβατική εξέταση, κατά την οποία αφαιρείται ένα κομμάτι κάθετα από τον κορμό, κάτι που είναι αρκετά βλαπτικό για την υγεία του δέντρου. «Αυτό που έχει σημασία είναι η μορφολογική κατάσταση του δέντρου, κατά τη διάρκεια της εξέλιξής του. Επιπλέον, κάποια δέντρα στο εσωτερικό τους είναι κούφια, οπότε είναι αδύνατο να εκτιμήσουμε την ηλικία τους, αλλά χωρίς αυτό να είναι παθογένεια. Αυτός είναι ο τρόπος του δέντρου να ανανεώνεται» συνηγορεί ο κ. Μορέλι, συμπληρώνοντας ότι «ο στόχος είναι να διακρίνουμε ακριβώς εάν οι κουφάλες ή άλλα σημάδια είναι φυσιολογικά ή μέρος κάποιου προβλήματος. Εάν είναι φυσιολογικά, τότε τα δέντρα δεν είναι επικίνδυνα για τους ανθρώπους, ούτε για τον Κήπο, αντιθέτως είναι μια ευκαιρία για ανάπτυξη».
«Πρέπει να σταματήσουμε να σκεφτόμαστε τα φυτά σαν απλές δομές, βιολογικά, γιατί είναι φτιαγμένα με έναν πολύ πιο σύνθετο τρόπο. Τα κύτταρά τους είναι πιο πολύπλοκα από τα δικά μας» τονίζει η κυρία Γκασπερίνι. Όπως εξηγεί η ίδια, εάν ένα δέντρο είναι απολύτως ασφαλές, δεν έχει κίνητρο για να αναπτυχθεί και να παράξει περισσότερο ξύλο. Για τον λόγο αυτό, τα δέντρα χρειάζονται την κίνηση.
Έτσι οι αναρριχητές του συνεργείου, με ειδικό εξοπλισμό προχώρησαν σε δεσίματα μεταξύ κλαδιών με ειδικά σχοινιά, ελαστικά και ανθεκτικά, που εξασφαλίζουν την ασφάλεια των διερχόμενων αλλά και την ομόρροπη κίνηση του δέντρου ώστε να αναπτυχθεί. Ο λόγος που οι εργασίες αυτές δεν γίνονται με γερανό είναι η ανάγκη ο τεχνικός να βρίσκεται στο εσωτερικό του δέντρου και όσο το δυνατόν πιο κοντά στο σημείο του προβλήματος. «Η πλειονότητα των δέντρων που βρίσκονται στον κήπο είναι πάνω από 100 ετών. Αυτό σημαίνει ότι εάν ένας παππούς έρθει με ένα νεαρό αγόρι, θα δει τα ίδια δέντρα που ήξερε όταν ο ίδιος ήταν παιδί. Αυτή είναι μια διαγενεακή σχέση με τον Κήπο και είναι ένας τρόπος σύνδεσης μεταξύ μας, μέσω ενός μέρους, μέσω των δέντρων. Τα δέντρα είναι οι μάρτυρες αυτής της σχέσης» λέει ο κ. Μορέλι.
«Η Αθήνα θα ήταν εντελώς διαφορετική, εάν δεν υπήρχε ο Εθνικός Κήπος, που είναι τόσο πλούσιος και κοινωνικά και πολιτιστικά, στο κέντρο της πόλης. Από οικολογική άποψη είναι επίσης παρά πολύ σημαντικός για όσους ζουν εδώ καθώς τα δέντρα απορροφούν ρύπους. Και η κλιματική αλλαγή μάς δείχνει ότι χρειαζόμαστε περισσότερα δέντρα. Δεν θα επιβιώσουμε χωρίς τα δέντρα» υπογραμμίζει η κυρία Γκασπερίνι.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Εθνικός Κήπος φιλοξενεί επίσης 82 είδη θάμνων, 27 είδη αναρριχητικών και ακόμα 83 άλλα είδη φυτών. Επιπλέον, ζουν σε αυτόν χελώνες, σκίουροι, κουνέλια, πάπιες, παπαγάλοι, τσαλαπετεινοί, περιστέρια, χήνες, παγόνια, βατράχια, κρι-κρι στον περιφραγμένο χώρο και ψάρια. Το έργο της ανάπλασης, το οποίο χρηματοδοτείται εξ ολοκλήρου από ευρωπαϊκούς πόρους μέσω ΕΣΠΑ, πέρα από την φυτοτεχνική διαμόρφωση, περιλαμβάνει την ανακατασκευή των μονοπατιών, την επισκευή και συμπλήρωση του συστήματος άρδευσης του Κήπου για να καλύπτονται οι ανάγκες του, την επισκευή και συντήρηση των λιμνών και της ξύλινης γέφυρας, καθώς και την εγκατάσταση διακριτικού φωτισμού στα 154 στρέμματα που εκτείνεται ο Εθνικός Κήπος.
Όπως δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Άλκης Γενιτσαρόπουλος, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας διαχείρισης «Εθνικός Κήπος – Μητροπολιτικό Πράσινο Α.Ε.» για τα έργα που βρίσκονται σε εξέλιξη, «η συγκεκριμένη δράση είναι εξειδικευμένη, σε συνέχεια της ίδρυσης από τον Δήμο Αθηναίων και τον δήμαρχο κ. Μπακογιάννη της εταιρείας διαχείρισης, η οποία συνδράμει στην αποτελεσματικότερη και στην πιο αποδοτική διαχείριση μεγάλων χώρων πρασίνου με πρώτο τον Εθνικό Κήπο.
Αυτή είναι μια δράση η οποία δίνει στον Αθηναίο πολίτη το στίγμα μας γιατί την υλοποιεί η εταιρεία σε συνεργασία με την διεύθυνση πρασίνου του Δήμου. Προκειμένου να διαχειριστούμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα ιστορικά δέντρα του Εθνικού Κήπου, έχουμε φέρει μια ομάδα εξειδικευμένων Ιταλών δενδροκόμων οι οποίοι θέλουμε να μας οδηγήσουν ένα βήμα μπροστά και να υιοθετήσουμε νέες μεθοδολογίες και νέα προσέγγιση στα θέματα τόσο της διατήρησης των δέντρων, όσο και της βιωσιμότητας».