Τις δικές της σκέψεις κατέγραψε η μητέρα του Ζακ Κωστόπουλου, Ελένη, για το πως έζησε η ίδια τις ημέρες της δίκης στο δικαστήριο.
Η μητέρα του Ζακ, Ελένη Κωστοπούλου, καταθέτει στην «Εφ.Συν.» τις σκέψεις της μετά τις απολογίες των δύο πολιτών και των δύο πρώτων από τους τέσσερις αστυνομικούς στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας.
Έφτασα στο δικαστήριο με καθυστέρηση λόγω της κυκλοφορίας. Κάθησα στα πίσω καθίσματα της αίθουσας. Ο κοσμηματοπώλης ήταν όρθιος και απολογούνταν. Ακουγα τα λόγια του και περίμενα, περίμενα, περίμενα… Κι όταν σταμάτησε να μιλάει έμεινα άδεια, όπως είμαι τριάμισι χρόνια τώρα. Μετά απολογήθηκε ο μεσίτης. Το κενό μεγάλωσε μέσα μου. Εγινε πιο σκοτεινό κι αδηφάγο. Λαχταρούσα να δω την ανθρώπινη πλευρά τους, να αισθανθώ τη λύπη τους, να νιώσω τη μετάνοιά τους, να γλυκάνει η καρδιά μου έστω για λίγο, έστω στα ψέματα.
«Του έσπασαν την καρδιά»
Και σκέφτηκα το παιδί μου. Σκέφτηκα τη φροντίδα, τη στήριξη, το νοιάξιμο, την αγάπη που έδωσε σε τόσους ανθρώπους αυτά τα 33 χρόνια που έζησε. Σκέφτηκα ότι κι αυτός πήρε από τους άλλους αγάπη κι έζησε όμορφες στιγμές και έκλαψε από τη χαρά του. Σκέφτηκα ότι έζησε και στιγμές φόβου και απελπισίας και έτρεξε να βρει προστασία και να γλιτώσει από το κακό. Και τα είχε καταφέρει μέχρι εκείνη τη μέρα που το κακό αποφάσισε να μην του τη χαρίσει. Είχε μαζέψει δυνάμεις κι ήταν έτοιμο να τον αποτελειώσει. «Ποιος είσαι εσύ που μιλάς για ίσα δικαιώματα, για ορατότητα, για μη διακρίσεις, για αγάπη;».
Εκείνη τη μέρα κάνεις δεν του μίλησε, κάνεις δεν τον ρώτησε τι αισθάνεται, κάνεις δεν τον βοήθησε. Κι ο ένας μετά τον άλλον άφησαν τα αποτυπώματά τους πάνω του και του έσπασαν την καρδιά. Μια καρδιά που δεν είχε χώρο για μικροπρεπή ή αρνητικά αισθήματα.
Κι έτσι του πήραν τη ζωή. Μια ζωή που ήθελε να τη ζει ελεύθερος να εκφράζεται, να αγαπά και να προσφέρει.