Στο Συμβούλιο Υπουργών Υγείας της ΕΕ, που πραγματοποιήθηκε σήμερα στις Βρυξέλλες, συμμετείχε η Αναπληρώτρια Υπουργός Υγείας, Μίνα Γκάγκα.
Την Αναπληρώτρια Υπουργό συνόδευαν ο Γενικός Γραμματέας Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, Μάριος Θεμιστοκλέους, και η Διευθύντρια του Γραφείου της, Λίλιαν Βιλδιρίδη.
Στη συνάντηση παρευρίσκονταν η Επίτροπος Υγείας κα Στέλλα Κυριακίδη, η Υπουργός Υγείας της Σουηδίας και Πρόεδρος του Συμβουλίου κα Acko Ankarberg Johansson, εκπροσωπόντας τη Σουηδική Προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Διευθύντρια του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης & Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC ) dr. Andrea Ammon καθώς και η Διευθύντρια του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων ( EMA ) Emer Cooke.
Κατά την άφιξη της, η Αναπληρώτρια Υπουργός δήλωσε: «H πανδημία έδειξε σε όλους μας ότι δουλεύοντας μαζί, συνεργαζόμενοι και δείχνοντας αλληλεγγύη, μπορούμε να λύνουμε προβλήματα. Αυτό πετύχαμε με τα εμβόλια και αυτό είναι που θα πρέπει να συνεχίσουμε να κάνουμε στην Ευρώπη: Να δρούμε σαν ένα. Είμαστε εδώ, επειδή θέλουμε να δουλέψουμε μαζί και να αντιμετωπίσουμε την έλλειψη φαρμάκων, για να έχουμε τα εμβόλια, την ποιότητα και την ισότητα στη φροντίδα και όλα όσα χρειάζονται οι ευρωπαίοι πολίτες. Για το λόγο αυτό είμαστε εδώ, για να συνεργαστούμε όλες οι ευρωπαϊκές χώρες και έτσι θα συνεχίσουμε να δουλεύουμε για μια ενωμένη Ευρώπη που δρα σαν ένα και προστατεύει όλους τους πολίτες της».
Τα βασικά θέματα που συζητήθηκαν ήταν:
- Ο Κανονισμός για τα τέλη του ΕΜΑ
- Η Στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την παγκόσμια Υγεία
- Οι πρόσφατες ελλείψεις σε φάρμακα
- Η εφαρμογή των συμβάσεων προμήθειας εμβολίων της ΕΕ κατά της COVID-19
Σχετικά με την πρόταση Κανονισμού για τα τέλη του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων, η Αναπληρώτρια Υπουργός ευχαρίστησε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την υποβολή της πρότασης Κανονισμού, τους στόχους της οποίας συμμερίζεται. Περαιτέρω, εξήρε την συμβολή του ΕΜΑ στην αξιολόγηση των φαρμάκων και υπογράμμισε τον ρόλο των Εθνικών Αρμόδιων Αρχών στις σχετικές διεργασίες, προκειμένου να διατηρείται ένα ισχυρό ρυθμιστικό δίκτυο για την έγκριση φαρμάκων, ικανό να διασφαλίζει την απαιτούμενη ποιότητα και ασφάλεια για την προστασία των πολιτών. Για τους λόγους αυτούς τάχθηκε υπέρ των προτάσεων της Σουηδικής Προεδρίας περί στοχευμένης προσέγγισης με υπολογισμό του κόστους ορισμένων δραστηριοτήτων και παροχής ευελιξίας με παράλληλη ενίσχυση του αποφασιστικού ρόλου του Διοικητικού Συμβουλίου του ΕΜΑ.
Στη συνέχεια, η κα Γκάγκα ευχαρίστησε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη νέα Στρατηγική της ΕΕ για την παγκόσμια Υγεία «Καλύτερη υγεία για όλους σε ένα μεταβαλλόμενο κόσμο», την οποία και καλωσόρισε. Τόνισε πως η ισότητα στην πρόσβαση, η εν γένει βελτίωση του επιπέδου της υγείας παγκοσμίως καθώς και η ενδυνάμωση των πολυμερών συνεργασιών, αποτελούν διαχρονικούς άξονες της Ένωσης, τους οποίους η αναθεωρημένη Στρατηγική έρχεται να ενισχύσει. Υπογράμμισε πως το Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ποιότητα της Φροντίδας και την Ασφάλεια των Ασθενών που έχει ιδρύσει στην Αθήνα ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), συμβάλλει με τις δράσεις του στον τομέα της βελτίωσης της ποιότητας και της ασφάλειας των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας και μάλιστα όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά και στις γειτονικές μας χώρες. Αναφορικά με τις σπάνιες παθήσεις, η Υπουργός σημείωσε πως θα πρέπει να αξιοποιηθεί η εμπειρία και η πρόσβαση στα Ευρωπαϊκά Δίκτυα Αναφοράς (European Reference Networks- ERN), που σκοπό έχουν να καταπολεμήσουν πολύπλοκες νόσους ή σπάνιες παθήσεις. Τα δίκτυα αυτά βοηθούν σε περιστατικά που απαιτούν θεραπεία υψηλής εξειδίκευσης και συγκέντρωση γνώσης και πόρων. Τέλος, επεσήμανε πως είναι απαραίτητος ο συντονισμός των δράσεων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των Κρατών Μελών για την υλοποίησή της Στρατηγικής και δήλωσε την πρόθεση της χώρας μας να συμβάλλει σχετικώς.
Αναφορικά με τις πρόσφατες ελλείψεις σε βασικά φάρμακα και κυρίως αντιβιοτικά, η Αναπληρώτρια Υπουργός ανέφερε πως τη δεδομένη στιγμή στην χώρα μας παρατηρείται σχετική εξομάλυνση, στην οποία συνέβαλαν η αγαστή συνεργασία του Υπουργείου Υγείας με την Ελληνική Φαρμακοβιομηχανία καθώς και η λήψη έκτακτων ρυθμιστικών μέτρων.
Ωστόσο, τόνισε πως το πρόβλημα εξακολουθεί να υφίσταται παγκοσμίως και συνεπώς απαιτείται συντονισμένη δράση σε Ευρωπαϊκό επίπεδο.
Ειδικότερα, υπογράμμισε πως θα πρέπει: α) να διεξαχθεί ένας εις βάθος διάλογος, λόγω της σύνθετης φύσης του προβλήματος, και να εξευρεθεί μια κοινή προσέγγιση με στόχο την αποφυγή επανάληψης του φαινομένου το προσεχές φθινόπωρο και β) να εξετασθούν μακροχρόνια μέτρα, αξιοποιώντας δομές και συνεργασίες της ΕΕ. καθώς και την επικείμενη αναθεώρηση της φαρμακευτικής νομοθεσίας, προς διασφάλιση της διαθεσιμότητας των αναγκαίων φαρμάκων στην ΕΕ και την προστασία των ασθενών. Τέλος, η Αναπληρώτρια Υπουργός δήλωσε ετοιμότητα της χώρας μας να συμβάλλει εποικοδομητικά στα παραπάνω.