Οι δυο 24χρονοι που απολογήθηκαν την Παρασκευή (1/7) για τη δολοφονική επίθεση σε βάρος 42χρονου σε μπαρ στη Ραφήνα τα ξημερώματα της Κυριακής θα οδηγηθούν στη φυλακή.
Χθες ο ένας εκ των δυο κατηγορουμένων αρνήθηκε τις κατηγορίες, υποστηρίζοντας ότι χτύπησε το θύμα στο πλαίσιο νόμιμης άμυνας, ενώ ο συγκατηγορούμενός του επικαλείται εθισμό του θύματος στο αλκοόλ και επιβαρυμένη κατάσταση υγείας του 42χρονου.
12 ώρες κράτησε η απολογία για το έγκλημα στη Ραφήνα
Μετά από διαδικασία που διήρκεσε 12 ώρες ανακρίτρια και εισαγγελέας έκριναν προφυλακιστέους τους δύο κατηγορούμενους για τον ξυλοδαρμό μέχρι θανάτου του 42χρονου.
Σύμφωνα με πληροφορίες, μετά την αξιολόγηση του αποδεικτικού υλικού που περιλαμβάνεται στη δικογραφία, η ανακρίτρια επεκτείνει την κατηγορία της ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε βάρος ακόμη δυο νεαρών, που στο στάδιο της προδικασίας είχαν καταθέσει ως αυτόπτες μάρτυρες.

«Αυτοί θα βγουν. Το παιδί μου θα είναι στο χώμα όμως»
«Είναι αυτά καλά παιδιά και σκότωσαν το παιδί μου; Με τα χέρια μου θα τους λιντσάρω, όπου βρεθούν. Αυτοί θα βγουν. Το παιδί μου θα είναι στο χώμα όμως», ήταν λόγια της μητέρας του 42χρονου, η οποία μίλησε σε σε τηλεοπτικό σταθμό, συντετριμμένη για την απώλεια του γιου της.
Μάλιστα, η ίδια έκανε λόγο για προμελετημένο έγκλημα, καθώς, όπως ανέφερε, οι μάρτυρες ισχυρίζονται ότι οι δράστες χτυπούσαν τον γιό της με σιδερογροθιά. «Ήταν φτιαχτή η δουλειά με φονικό όπλο», είχε χαρακτηριστικά η μητέρα του θύματος.
Οι δυο κατηγορούμενοι δήλωσαν μετανιωμένοι
Προανακριτικά, οι δυο κατηγορούμενοι φέρονται να δήλωσαν μετανιωμένοι και να απέδωσαν το θάνατο του 42χρονου στην…. «κακιά ώρα». Συγκεκριμένα, στην κατάθεση του στους αστυνομικούς ο ένας από τους κατηγορούμενους, φέρεται να έχει υποστηρίξει για το θύμα και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες ο ίδιος και ο συνομήλικος συγκατηγορούμενος του τέλεσαν το έγκλημα: «Πέρασε ανάμεσά μας και μας έσπρωξε ένας άνδρας, ο οποίος, όπως έμαθα αργότερα, λεγόταν Κ.. Μετά από λίγα δευτερόλεπτα επέστρεψε και έκανε ξανά το ίδιο πράγμα.

Ο Στ. εκείνη τη στιγμή τον ρώτησε εάν υπάρχει κάποιο πρόβλημα και τότε ο Κ. άρχισε να τον σπρώχνει και έπειτα τον έπιασε από τον λαιμό. Τότε τον έσπρωξα κι εγώ για να τους χωρίσω και να ηρεμήσουν. Κατόπιν ήρθε ο υπεύθυνος του καταστήματος, ο Δ., και ο μπάρμαν ο Σ., και προσπάθησαν να τους χωρίσουν. Εν τέλει, εμένα και τον Στ. μας απομάκρυναν σε απόσταση περίπου 30 μέτρα από το μαγαζί. Πληρώσαμε και βγήκαμε όλοι έξω και συζητάγαμε για το τι θα κάνουμε μετά», περιέγραψε ο ένας κατηγορούμενος.
Συνεχίζοντας ο νεαρός κατηγορούμενος υποστήριξε ακόμη στην κατάθεσή του τα εξής: «Εγώ μπήκα στο μαγαζί, γιατί είχα ξεχάσει τα τσιγάρα μου και η υπόλοιπη παρέα μου είχε απομακρυνθεί σε απόσταση 20 μέτρων από το μαγαζί. Καθώς έβγαινα, ο Κ. (θύμα) με έναν φίλο του με άσπρο πουκάμισο, και με έναν άλλον με σκούρα ρούχα, με πλησίασαν και έπειτα ο Κ. με έπιασε από τον λαιμό και με έσπρωξε. Ύστερα με χτύπησε με γροθιά στο μέτωπο και εγώ ανταπέδωσα, ρίχνοντάς του μπουνιά στο σαγόνι για να αμυνθώ.

Τότε με είδε ο φίλος μου ο Πρ. ήρθε προς το μέρος μου να με απεγκλωβίσει, ρίχνοντάς του μια μπουνιά και σπρώχνοντάς τον, γιατί εγώ ήμουν στο έδαφος. Κατάφερα τελικά να τον σπρώξω με το πόδι μου και τον έριξα κάτω. Ύστερα ήρθε ο Πρ., με σήκωσε. Εν τω μεταξύ, οι άλλοι δύο φίλοι μου, ο Γκ. και ο Στ., επέστρεψαν και πήγαν προς το μέρος του Κ. για να τον βοηθήσουν. Είδα τον Κ. να ανασαίνει και δεν είχε αίματα. Τότε άρχισαν οι γύρω γύρω να φωνάζουν να φύγουμε, πράγμα που κάναμε.
Τότε ο Πρ. με το αυτοκίνητο οδηγεί στο αυτοκίνητό μου και πήγα σπίτι μου». Τέλος, ο κατηγορούμενος κατέθεσε ακόμη στους αστυνομικούς πως δεν πίστεψε ότι τα χτυπήματα που επέφεραν στο θύμα ήταν τόσο βαριά. «Δεν περίμενα ποτέ ότι αυτός ο καβγάς θα είχε τέτοια κατάληξη, γιατί τα χτυπήματα που ανταλλάξαμε δεν ήταν τόσο σοβαρά», φέρεται να κατέθεσε χαρακτηριστικά.