Ο Σαλμάν Ρούσντι και οι υποστηρικτές του είναι οι μόνοι που ευθύνονται για την επίθεση που έγινε την Παρασκευή εναντίον του διάσημου συγγραφέα, υποστήριξε τη Δευτέρα (15/08) στη διάρκεια της ενημέρωσης των δημοσιογράφων ο εκπρόσωπος του ιρανικού υπουργείου Εξωτερικών Νασέρ Καναανί.
Ο Ρούσντι αναρρώνει αφού δέχτηκε απανωτές μαχαιριές στη διάρκεια δημόσιας εμφάνισής του στην πολιτεία της Νέας Υόρκης. Η αστυνομία της Νέας Υόρκης ταυτοποίησε τον δράστη της δολοφονικής επίθεσης στον διάσημο συγγραφέα, Σαλμάν Ρουσντί. Όπως έγινε γνωστό, πρόκειται για τον 24χρονο Χάντι Ματάρ, κάτοικο Νιου Τζέρσεϊ.
Η ελευθερία του λόγου δεν δικαιολογεί τις ύβρεις του Σαλμάν Ρούσντι στα γραπτά του κατά της θρησκείας, δήλωσε ο Καναανί.
«Ο Σαλμάν Ρούσντι εξέθεσε τον εαυτό του στην οργή του λαού εξυβρίζοντας τα όσια και τα ιερά του ισλάμ και παραβιάζοντας τις κόκκινες γραμμές 1,5 δισεκατομμυρίου μουσουλμάνων», δήλωσε ο Καναανί.
«Στην επίθεση εναντίον του Σαλμάν Ρούσντι, δεν θεωρούμε άξιο μομφής και καταδίκης οποιονδήποτε άλλον από τον ίδιο και τους υποστηρικτές του… Ουδείς έχει το δικαίωμα να κατηγορεί γι’ αυτό το Ιράν», τόνισε.
Το Ιράν δεν έχει άλλες πληροφορίες σχετικά με το δράστη της επίθεσης εναντίον του Ρούσντι, πέρα απ’ ό,τι έχει αναφερθεί από τα μέσα ενημέρωσης, πρόσθεσε ο Ιρανός εκπρόσωπός.
Νωρίτερα, σύμφωνα με το BBC, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν κατηγόρησε τα κρατικά μέσα ενημέρωσης του Ιράν ότι πανηγυρίζουν για την επίθεση, χαρακτηρίζοντας τη συμπεριφορά τους «κατάπτυστη». «Μπράβο σ’ αυτό το θαρραλέο και με συνείδηση του καθήκοντός του άνδρα, ο οποίος επιτέθηκε στον αποστάτη και φαύλο Σαλμάν Ρούσντι», έγραφε η ιρανική εφημερίδα, Καϊχάν, ο επικεφαλής της οποίας διορίζεται από τον ανώτατο ηγέτη του Ιράν, τον αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ.
Ο φετφάς σε βάρος του Σαλμάν Ρούσντι
Ο ίδιος ο Σαλμάν Ρούσντι είχε αφηγηθεί στα απομνημονεύματά του με τίτλο «Τζόζεφ Άντον», που κυκλοφόρησαν το 2012, την ανατροπή της ζωής του όταν ο Ιρανός αγιατολάχ Ρουχολάχ Χομεϊνί, στις 14 Φεβρουαρίου 1989, κάλεσε τους μουσουλμάνους ολόκληρου του κόσμου να τον σκοτώσουν, καθώς οι φονταμενταλιστές έκριναν πως το έργο του «Οι σατανικοί στίχοι» ήταν βλάσφημο έναντι του Κορανίου και του Μωάμεθ.
Όμως από το 1993, έχοντας κουραστεί να είναι «ένας αόρατος άνθρωπος», πολλαπλασίασε τα ταξίδια και τις δημόσιες εμφανίσεις, παραμένοντας υπό την επίβλεψη της βρετανικής κυβέρνησης.
«Τριάντα χρόνια πέρασαν», έλεγε πάντως το φθινόπωρο του 2018. «Τώρα όλα πάνε καλά. Ήμουν 41 ετών τότε (την εποχή του φετφά), είμαι 71 τώρα. Ζούμε σε ένα κόσμο όπου τα ζητήματα που προκαλούν ανησυχία αλλάζουν πολύ γρήγορα. Υπάρχουν πλέον πολλοί άλλοι λόγοι για να φοβάται κανείς, άλλοι άνθρωποι για να σκοτωθούν…».
Το βιβλίο του, έχει εξάλλου εξηγήσει έκτοτε, «δεν έγινε κατανοητό». «Επρόκειτο στην πραγματικότητα για ένα μυθιστόρημα που μιλούσε για μετανάστες από την Ασία στο νότιο Λονδίνο και η θρησκεία τους δεν ήταν παρά μία όψη αυτής της ιστορίας», είπε.