Σε μια εκτενή ανάλυση, το Politico, αναλύει την πλεονεκτική θέση ενός καιροσκόπου Ερντογάν, ο οποίος μοιάζει σήμερα απαραίτητος στη Δύση, γεγονός που σημαίνει πως η Τουρκία θα προσπαθήσει να αποκομίσει τα μέγιστα από την δεδομένη συγκυρία.
Όπως σημειώνεται στην ανάλυση με τίτλο «Όταν πρόκειται για τον Ερντογάν, η λύση ποτέ δεν είναι εύκολη», το Politico περιγράφει τα γεγονότα των περασμένων ημερών, το βέτο της Τουρκίας στην ένταξη Σουηδίας και Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ, αλλά και τη λύση που επετεύχθη στη Μαδρίτη, δίνοντας στον Τούρκο πρόεδρο ένα ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί για να ζητήσει τα F-16 από τον Αμερικανό ομόλογό του.
Αυτό είναι πιθανότατα μόνο μια γεύση του τι πρόκειται να ακολουθήσει στον συνεχιζόμενο χορό της Δύσης με την Τουρκία, αναφέρει το δημοσίευμα. Στην πραγματικότητα, μέχρι τις τουρκικές προεδρικές εκλογές του επόμενου έτους, στις οποίες ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα διεκδικήσει την επανεκλογή του στην εκατονταετηρίδα της Δημοκρατίας, η Δύση θα πρέπει να προετοιμαστεί για αυτό που είναι πιθανό να είναι μια ακόμη ανώμαλη διαδρομή με την Άγκυρα.
Οι φουρτουνιασμένες σχέσεις Δύσης και Τουρκίας
Οι σχέσεις μεταξύ της Τουρκίας και της Δύσης έχουν πάντοτε έντονες διακυμάνσεις. Από τα μέσα της δεκαετίας του 2000, επί ημερών Ερντογάν, οι δεσμοί έχουν επιδεινωθεί, αλλά ο ρυθμός επιδείνωσης ποικίλλει. Η σημερινή δυναμική μοιάζει τώρα με εκείνη πριν από δύο χρόνια, όταν οι εντάσεις αναζωπυρώθηκαν στην Ανατολική Μεσόγειο, με την Ελλάδα και την Τουρκία να πλησιάζουν επικίνδυνα στον γκρεμό του πολέμου. Η αναλυτής του Politico, αναφέρεται φυσικά στην ένταση τον Μάρτιο του 2020, στα σύνορα του Έβρου.
Τα κακά νέα είναι ότι τότε, όπως και τώρα, ο Ερντογάν εκμεταλλεύτηκε τη διεθνή θέση της χώρας του, κλιμακώνοντας την εξωτερική του πολιτική για να αποσπάσει εσωτερικά πολιτικά οφέλη.
Τα καλά νέα είναι ότι το 2020, η κλιμάκωση ανατράπηκε – και ελπίζουμε ότι κάτι αντίστοιχο θα συμβεί και αυτή τη φορά. Παρόλο που οι σχέσεις της Άγκυρας με τη Δύση μπορεί να είναι τεταμένες και ο ίδιος ο Ερντογάν θα ήθελε πιθανότατα να εγκαταλείψει το πλοίο, η Τουρκία παραμένει στο «δυτικό μαντρί».
Πίσω στο 2020, η στρατιωτική επέμβαση της Τουρκίας στη Λιβύη είχε αποτρέψει την πτώση της Τρίπολης στα χέρια του Χαλίφα Χάφταρ, φέρνοντας μια ισορροπία δυνάμεων μεταξύ των αντίπαλων φατριών και των αντίστοιχων περιφερειακών υποστηρικτών τους.

Το γεγονός αυτό οδήγησε σε κατάπαυση του πυρός αργότερα εκείνο το καλοκαίρι, και αν και δεν εδραίωσε την ειρήνη -όπως αποδεικνύουν περίτρανα τα σημερινά γεγονότα- σταμάτησε προσωρινά τη βία και απέτρεψε τον κατακερματισμό της Λιβύης. Εδραίωσε επίσης τον ρόλο της Τουρκίας στη χώρα και ενίσχυσε την επιρροή της Άγκυρας στην περιοχή, κάτι που επιστεγάστηκε και από το περίφημο τουρκολιβυκό μνημόνιο.
Στη συνέχεια, ο Ερντογάν αξιοποίησε αυτόν τον ρόλο για να αντιστρέψει τη γεωπολιτική δυναμική που είχε παγιωθεί στην Ανατολική Μεσόγειο τα προηγούμενα χρόνια. Με αφορμή τις ανακαλύψεις φυσικού αερίου και περιστρεφόμενη γύρω από παλιές αντιπαλότητες, στην περιοχή είχε δημιουργηθεί ένας εκκολαπτόμενος άξονας μεταξύ Κύπρου, Ελλάδας, Αιγύπτου, Γαλλίας, Ισραήλ και Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, ο οποίος αντιπαρατέθηκε με την Τουρκία.
Η ενισχυμένη θέση της Τουρκίας με τη Λιβύη
Η Τουρκία χρησιμοποίησε την ενισχυμένη θέση της στη Λιβύη για να κλιμακώσει τις εντάσεις στην Ανατολική Μεσόγειο, και αυτό εξυπηρετούσε τον σκοπό της συγκέντρωσης εγχώριας υποστήριξης για τον Ερντογάν.
Στην πραγματικότητα, όταν πρόκειται για την εξωτερική πολιτική, ειδικά στη Μεσόγειο, οι Τούρκοι είναι σχετικά ενωμένοι στην πεποίθηση ότι έχουν αδικηθεί από τη Δύση – και ειδικά από την ΕΕ, μετά την ένταξη της Κύπρου το 2004.

Μετά την εκλογή Μπάιντεν, ο Ερντογάν έκανε ένα βήμα πίσω, επανενεργοποιώντας τις διμερείς συνομιλίες με την Ελλάδα και προχωρώντας στην αποκατάσταση των σχέσεων με την Αίγυπτο, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Ισραήλ, καθώς και τη Σαουδική Αραβία. Και παρόλο που οι σχέσεις με την ΕΕ και τις ΗΠΑ δεν βελτιώθηκαν δραματικά, οι συζητήσεις για κυρώσεις υποχώρησαν.
Αλλά τώρα, ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει ενισχύσει και πάλι την τουρκική ισχύ και ένας καιροσκόπος Ερντογάν φαίνεται πρόθυμος να αρπάξει ό,τι μπορεί.
Στις πρώτες μέρες του πολέμου, η Τουρκία τοποθετήθηκε ως μεσολαβητής μεταξύ Μόσχας και Κιέβου και στη συνέχεια εκμεταλλεύτηκε τις αιτήσεις ένταξης της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ για να αποκομίσει οφέλη.
«Παιχνίδια» Ερντογάν με φόντο τη Μαύρη Θάλασσα
Τώρα, μπορεί να επιδιώξει οφέλη και από τον αποκλεισμό της Ρωσίας στη Μαύρης Θάλασσας, κάτι που έχει τη δικαιοδοσία να κάνει, δεδομένου του ρόλου της στη Σύμβαση του Μοντρέ του 1936.
Η Τουρκία είναι ο τόπος προορισμού για οποιαδήποτε συμφωνία -είτε αυτή διαπραγματευτεί με τη Ρωσία μέσω του ΟΗΕ είτε επιδιωχθεί μονομερώς από έναν συνασπισμό προθύμων- για την απομάκρυνση σιτηρών από την Ουκρανία. Θυμίζουμε πως η Άγκυρα έχει ανακοινώσει πως θα διοργανώσει τετραμερή προκειμένου να βρεθεί τρόπος να εξαχθούν τα πολύτιμα σιτηρά από την Ουκρανία με ασφάλεια.
Η Τουρκία παίζει επίσης βασικό ρόλο στο αίνιγμα του φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου, η στρατηγική σημασία του οποίου έχει αυξηθεί καθώς η Ευρώπη απεξαρτάται από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Ο Ερντογάν πλειοδοτεί στον εθνικισμό
Έτσι, με τις εκλογές να έχουν προγραμματιστεί για τον Ιούνιο του 2023 και με μια οικονομία που αντιμετωπίζει προβλήματα, ο Ερντογάν ποντάρει για άλλη μια φορά στον εθνικισμό – που υποδαυλίζεται από τέτοιους ελιγμούς και αντιπαραθέσεις στην εξωτερική πολιτική – για να έρθει να τον σώσει.
Με τον πληθωρισμό να εκτοξεύεται κοντά στο 79%, τη λίρα να διολισθαίνει συνεχώς και τον Ερντογάν να μην είναι πρόθυμος να αυξήσει τα επιτόκια, η οικονομία της Τουρκίας βρίσκεται σε συντρίμμια – και οι προοπτικές της είναι απίθανο να βελτιωθούν το επόμενο έτος.

Παρά τη συμφωνία που επιτεύχθηκε σχετικά με τις αιτήσεις ένταξης της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ, θα πρέπει να περιμένουμε ότι ο Ερντογάν θα συνεχίσει να είναι εξαιρετικά καιροσκόπος και έτοιμος να κλιμακώσει τις διαφορές σχετικά με τη Συρία, τον αγωγό East Med ή τις σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ και την ΕΕ ευρύτερα.
Πράγματι, μόλις στέγνωσε το μελάνι του μνημονίου συνεννόησης μεταξύ Σουηδίας και Φινλανδίας, ο Ερντογάν ανέβασε τους τόνους, απαιτώντας την έκδοση 73 μελών του PKK.
Δεν υπάρχει εύκολη λύση για τον Ερντογάν
Δεν υπάρχει εύκολη λύση για τους δυτικούς ηγέτες όταν πρόκειται για τον Ερντογάν.
Αφήνοντας την πόρτα ορθάνοιχτη γι’ αυτόν, παραμερίζοντας το κράτος δικαίου, θα ενθαρρύνει τον Τούρκο ηγέτη, ενώ αν του την κλείσει στα μούτρα θα του επιτρέψει να υποδαυλίσει ακόμη περισσότερο τον εθνικισμό. Και καμία από τις δύο επιλογές δεν θα βοηθούσε τους Τούρκους δημοκράτες.
Το γεγονός ότι η Τουρκία έκανε πίσω από το βέτο που άσκησε στη Φινλανδία και τη Σουηδία εξακολουθεί να είναι καλό νέο, σηματοδοτώντας ότι, όταν έρχεται η ώρα, η Άγκυρα παραμένει αγκυροβολημένη στη Δύση.
Ωστόσο, καθώς η χώρα προετοιμάζεται για μια κρίσιμη εκλογική αναμέτρηση, τόσο η Ευρώπη όσο και οι ΗΠΑ θα πρέπει να επιτύχουν μια λεπτή ισορροπία αυτή τη φορά, μια λεπτή ισορροπία με αποχρώσεις και στρατηγική υπομονή.