Ο καύσωνας του Ιουλίου στη νότια Ευρώπη θα ήταν σχεδόν αδύνατος χωρίς την κλιματική αλλαγή, εκτιμούν οι ειδικοί και προβλέπουν έναν ακραίο καύσωνα κάθε δέκα χρόνια για τη νότια Ευρώπη, κάθε 15 για τις ΗΠΑ και το Μεξικό και κάθε πέντε για την Κίνα.
«Σε 20 χρόνια, το Αμβούργο θα μπορούσε να έχει κλίμα σαν αυτό της νότιας Γαλλίας», δηλώνει ο μετεωρολόγος του πρώτου καναλιού της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ARD Σβεν Πλέγκερ και τονίζει ότι η βόρεια Γερμανία θα πρέπει να είναι προετοιμασμένη για μεγαλύτερες περιόδους ξηρασίας στο μέλλον. «Υπάρχουν σύνολα δεδομένων τα οποία δείχνουν το γεωγραφικό πλάτος στο οποίο θα βρίσκεται το Αμβούργο σε 20 χρόνια. Και εκεί φτάνουμε στο κλίμα της νότιας Γαλλίας», εξηγεί ο κ. Πλέγκερ μιλώντας στο περιοδικό Der Spiegel και συμπληρώνει ότι, με βάση τα ιστορικά μετεωρολογικά στοιχεία, η μεγαλύτερη συνεχής ξηρασία παγκοσμίως καταγράφηκε μεταξύ του 2018 και του 2022. Σύμφωνα με τον Γερμανό μετεωρολόγο, η Γη αυτή τη στιγμή προχωρά προς υπερθέρμανση κατά 2,7 βαθμούς.
«Οι δεκαετείς περίοδοι ξηρασίας στη βόρεια Ευρώπη θα μπορούσαν να εξελιχθούν σε “κανονικότητα”, ενώ κατά καιρούς θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν πιο βροχερά καλοκαίρια, όπως συμβαίνει τώρα στην περιοχή. «Αυτό όμως δε σημαίνει ότι ο κανόνας δεν θα είναι οι μεγαλύτερες πλέον περίοδοι ξηρασίας», διευκρινίζει και προσθέτει ότι ένας βροχερός Ιούλιος δεν μπορεί να μας προστατεύσει από τη μακροπρόθεσμη απειλή έλλειψης νερού.
Παλαιότερα δεν ήταν εύκολο μεμονωμένα καιρικά φαινόμενα να αποδοθούν στην κλιματική αλλαγή. Αυτό κατέστη δυνατό με τις «μελέτες απόδοσης», με τις οποίες οι επιστήμονες υπολογίζουν πόσο πιθανή είναι στην πράξη μια συγκεκριμένη καιρική κατάσταση, χρησιμοποιώντας κλιματικά μοντέλα και ιστορικά στοιχεία. Στη συνέχεια, προσομοιώνουν στον υπολογιστή χιλιάδες φορές πόσο συχνά θα συνέβαινε ένα τέτοιο φαινόμενο σε έναν φανταστικό κόσμο , στον οποίο η ανθρωπότητα δεν παράγει κάθε χρόνο δισεκατομμύρια τόνους επιβλαβών για το κλίμα αερίων. Η σύγκριση των πιθανοτήτων αποκαλύπτει έτσι τον αντίκτυπο της κλιματικής αλλαγής.
Η ανάλυση που φιλοξενεί το Spiegel πραγματοποιήθηκε από την πρωτοβουλία «World Weather Attribution», η οποία έχει ήδη εξετάσει πολλά άλλα ακραία καιρικά φαινόμενα, σχεδόν σε πραγματικό χρόνο, όπως τις υψηλές θερμοκρασίες του 2019 στη Γερμανία, τις πυρκαγιές στην Αυστραλία το 2020 και τον καύσωνα στην Ινδία το 2022. Σε όλες τις περιπτώσεις αποδείχθηκε ότι η κλιματική αλλαγή καθιστά πιο πιθανή την εμφάνιση τέτοιων ακραίων φαινομένων.
«Το αποτέλεσμα της μελέτης δεν μας προκαλεί έκπληξη. Η ανθρωπότητα δεν έχει σταματήσει να καίει ορυκτά καύσιμα, το κλίμα εξακολουθεί να θερμαίνεται και τα κύματα καύσωνα γίνονται όλο και πιο ακραία», δηλώνει στο περιοδικό η γερμανίδα φυσικός Φριντερίκε Ότο, από το Imperial College του Λονδίνου, η οποία εκπόνησε τη μελέτη. Η κυρία Ότο τονίζει πάντως ότι η ανθρωπότητα έχει ακόμη τη δυνατότητα να εμποδίσει την περαιτέρω θέρμανση της Γης. «Η κλιματική αλλαγή δεν μπορεί ωστόσο να αναστραφεί πλήρως», διευκρινίζει και αναφέρει: «Ακόμη και σταματούσαμε άμεσα όλες τις ανθρωπογενείς εκπομπές καυσαερίων, οι θερμοκρασίες θα συνεχίσουν να ανεβαίνουν. Έχει έρθει η ώρα να προσαρμοστούμε», δηλώνει.