Καθώς η κλιματική κρίση επιτείνει τη συχνότητα και τη σφοδρότητα των καιρικών φαινομένων, η έγκυρη ενημέρωση για τις συνθήκες στο οδικό δίκτυο αλλά και η σωστή αντίδραση των οδηγών, ανάλογα με αυτές, αποκτούν κεφαλαιώδη σημασία για την ασφάλειά τους στην οδήγηση, και όχι μόνο.
Για το λόγο αυτό, το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών ανέπτυξε την εφαρμογή Meteo Roads. «Χρησιμοποιούμε τις κλασικές προγνώσεις που έχουμε για τη βροχή, το χιόνι και τη θερμοκρασία, οι οποίες είναι το αποτέλεσμα μετεωρολογικών μοντέλων, και τις παρουσιάζουμε σε μια εφαρμογή, που αναπτύξαμε με την χρηματοδότηση της Interamerican, η οποία ζωγραφίζει όλους τους δρόμους, το εθνικό δίκτυο αλλά και το δευτερεύον, βάση των συνθηκών.
Δηλαδή, εάν έχουμε πρόβλεψη για ισχυρή βροχή σε ένα κομμάτι αυτοκινητόδρομου ή σε έναν επαρχιακό δρόμο, εκείνο το σημείο θα εμφανίζεται σκούρο μπλε» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο διευθυντής ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, Κωνσταντίνος Λαγουβάρδος.
Διαθέσιμη στην ιστοσελίδα www.meteo.gr/roads, η εφαρμογή χρησιμοποιεί μια χρωματική σήμανση πέντε βαθμίδων που δηλώνουν διαφορετικά καιρικά φαινόμενα και, αντίστοιχα, βαθμό δυσκολίας στη μετακίνηση και ενσωματώνει τις καιρικές προβλέψεις για έως και τις επόμενες τρεις ημέρες, παρουσιάζοντας τις ανά τρεις ώρες.
«Είναι πολύ χρήσιμη πληροφορία καθώς, για παράδειγμα, όταν πολλές φορές ακούμε ότι θα έχουμε χιόνι σε κάποια περιοχή, η εφαρμογή λαμβάνει υπόψη το υψόμετρο στο οποίο βρίσκεται κάθε δρόμος και, επομένως, εάν γι αυτό το υψόμετρο είναι αρκετά χαμηλές οι θερμοκρασίες, θα μας δώσει την αντίστοιχη σήμανση. Έχουμε δηλαδή μια εικόνα για το ποια καιρικά φαινόμενα αναμένουμε σε κάθε σημείο» εξηγεί ο κ. Λαγουβάρδος.
Το πράσινο χρώμα σηματοδοτεί την έλλειψη φαινομένων και, άρα, την άνετη οδήγηση, ενώ το ανοιχτό μπλε συνεπάγεται πρόβλεψη για βροχή, το βαθύ μπλε πρόβλεψη για ισχυρή βροχή, το γαλάζιο για χιονόνερο και το μωβ για χιόνι.
«Είναι ένα σύστημα το οποίο ενέχει την αβεβαιότητα της αρχικής πρόγνωσης. Εάν, όμως, έχουμε φαινόμενα, η εφαρμογή σου επιτρέπει να κάνεις μια σωστή αποτύπωση. Εάν δεις ότι ο δρόμος στα πεδινά είναι ανοιχτό μπλε, που σημαίνει βροχή, και ανεβαίνεις υψόμετρο, διαπιστώνεις τις διαβαθμίσεις. Αυτό προετοιμάζει τον οδηγό για το τι θα συναντήσει» σημειώνει ο διευθυντής ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών.
Η εφαρμογή στηρίζεται αποκλειστικά στα προγνωστικά μοντέλα του οργανισμού για την οδήγηση, όπως χαρακτηριστικά λέει ο κ. Λαγουβάρδος «όλες οι πληροφορίες είναι δικές μας» ενώ, ο σχεδιασμός για το μέλλον της είναι να συμπεριληφθούν ενδείξεις για την ένταση των ανέμων, καθώς διαπιστώνεται, κυρίως από την εμπειρία σε άλλα κράτη προς το παρόν, ότι έχουν αρχίσει να αποτελούν οδηγική πρόκληση. Τέλος, για τις πραγματικές συνθήκες που επικρατούν τη στιγμή της μετακίνησης, οι οδηγοί μπορούν να ενημερώνονται στον σύνδεσμο: https://www.meteo.gr/gmap.cfm όπου παρουσιάζονται οι ενδείξεις όλων των μετεωρολογικών σταθμών ανά την επικράτεια.
Πρακτικές συμβουλές για κάθε περίπτωση
«Υπάρχει πλέον ενημέρωση για το πότε έρχονται έντονα καιρικά φαινόμενα. Συνεπώς, εάν δεν επιβάλλεται να μετακινηθούμε, καθόμαστε στο σπίτι, στη ζεστασιά και την ασφάλεια» λέει χαρακτηριστικά στο ΑΠΕ-ΜΠΕ σύμβουλος ασφαλούς οδήγησης της Σχολής Ιαβέρη. Υπάρχουν, ωστόσο, περιπτώσεις που η μετακίνηση είναι υποχρεωτική.
Τότε, «εάν μας πιάσει στο δρόμο μια ισχυρή καταιγίδα, αυτό που κάνουμε είναι να διασφαλίσουμε τη θέση μας σε ένα σημείο ψηλά και όχι κοντά σε ρέματα, ποταμούς, θάλασσα. Δεν διασχίζουμε ρυάκια, αποφεύγουμε τις ορεινές περιοχές, αποφεύγουμε τα σημεία που γνωρίζουμε ότι είναι “κακοτοπιές” στην περιοχή μας. Εάν ζούμε δίπλα σε ρέμα, δεν αφήνουμε το αυτοκίνητό μας εκεί. Εάν έχει γεμίσει με πολύ νερό ο δρόμος και το νερό βρίσκεται στο επίπεδο του αυτοκινήτου, δεν μπορούμε να οδηγήσουμε» υπογραμμίζουν τα στελέχη της σχολής.
Επιπλέον, όπως εξηγούν, μετά από την θερινή περίοδο, στις πρώτες βροχές, οι δρόμοι γλιστράνε περισσότερο από ό,τι συνήθως, «μέχρι να ξεπλυθούν και να αρχίσει ο συντελεστής πρόσφυσης να ανεβαίνει, οπότε, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή που σημαίνει ότι οδηγούμε με ακόμα μικρότερη ταχύτητα».
«Έστω ότι πέφτουν οι θερμοκρασίες και πλέον πηγαίνουμε προς το χιονόνερο και το χιόνι. Ο συντελεστής πρόσφυσης μειώνεται περισσότερο. Δηλαδή, εάν χρειαζόμαστε, ας πούμε, ένα μέτρο για να φρενάρουμε στο στεγνό οδόστρωμα, χρειαζόμαστε τέσσερα μέτρα για να φρενάρουμε στο βρεγμένο, χρειαζόμαστε τουλάχιστον 16 για να φρενάρουμε στο χιονισμένο.
Τόσο μεγάλες διαφορές. Άρα, όταν πρόκειται να οδηγήσουμε στο χιόνι, φοράμε οπωσδήποτε τον εξοπλισμό που πλέον επιβάλλεται από το νόμο να φέρει το αυτοκίνητό μας: αλυσίδες, χιονοκουβέρτες ή χιονολάστιχο, πριν καν το αυτοκίνητο φτάσει στην προβληματική περιοχή. Διότι όταν ο συντελεστής τριβής γίνεται μηδενικός στον πάγο, δεν υπάρχει άνθρωπος που μπορεί να οδηγήσει», αναφέρουν σημειώνοντας ότι η ποιότητα των ελαστικών είναι κλειδί για την ασφαλή οδήγηση υπό δύσκολες καιρικές συνθήκες.
Τι συμβαίνει όμως όταν είμαστε ήδη εν κινήσει και ανοίξουν οι ουρανοί; «Όταν ένα αυτοκίνητο πηγαίνει πολύ γρήγορα και περνάει πάνω από νερό, επειδή τα ελαστικά δεν προλαβαίνουν να το αποβάλλουν από τα αυλάκια τους, συμβαίνει η υδρόλυση», δηλαδή, η στιγμιαία -στην καλή περίπτωση- απώλεια του ελέγχου του αυτοκινήτου, καθώς τα ελαστικά χάνουν την επαφή με το δρόμο και μια λεπτή στρώση νερού μπαίνει ανάμεσα σε αυτά και το οδόστρωμα. Τότε, το αυτοκίνητο στην ουσία σηκώνεται και πλέει. Ο μόνος τρόπος να αποφευχθεί αυτό το φαινόμενο είναι «η εξαιρετικά χαμηλή ταχύτητα και η πάρα πολύ μεγάλη προσοχή».
Οι σύμβουλοι της Σχολής Ιαβέρη συνιστούν πάντως, κατ’ αρχάς, ψυχραιμία και εκτίμηση των συνθηκών που βελτιώνουν τη θέση μας υπό τέτοιες συνθήκες. Δηλαδή, ακόμα και εάν βιώσουμε το φαινόμενο της υδρόλυσης, εάν το αυτοκίνητο δεν παρασύρεται και δεν πλημμυρίζει στο εσωτερικό του, είναι ασφαλέστερο να σταματήσουμε και να περιμένουμε μέσα σε αυτό να κοπάσει η μπόρα, αντί να επιχειρήσουμε να το εγκαταλείψουμε και να φύγουμε με τα πόδια.
Εάν ρίχνει χαλάζι, εάν πέφτουν κεραυνοί, «είναι προτιμότερο να μείνουμε στο αυτοκίνητο, εκτός εάν υπάρχει ασφαλέστερος χώρος στον οποίο μπορούμε να φτάσουμε χωρίς ρίσκο. Την κρίσιμη στιγμή, πρώτα από όλα διασφαλίζουμε την αρτιμέλειά μας και χρησιμοποιούμε το αυτοκίνητο ως εργαλείο γι αυτό. Στο τέλος θα δούμε το λογαριασμό» εξηγούν οι σύμβουλοι της σχολής, γιατί βεβαίως, ειδικά μετά από πλημμυρικά φαινόμενα, ενδέχεται να χρειάζεται ένας έλεγχος στον μηχανικό, εφόσον το νερό έχει φτάσει στη μηχανή.
Επιπλέον, κανόνες οδηγικής ασφάλειας που ισχύουν σε όλες τις περιπτώσεις, υπό συνθήκες ακραίων καιρικών φαινομένων γίνονται ακόμα πιο κρίσιμοι, όπως, η ζώνη, το κατάλληλο κάθισμα για παιδιά πίσω, το δέσιμο των ζώων εντός του αυτοκινήτου και η μεταφορά τους μόνο με τον κατάλληλο εξοπλισμό. «Οτιδήποτε κυκλοφορεί ελεύθερα εντός της καμπίνας του αυτοκινήτου, σε περίπτωση ατυχήματος, γίνεται φονικό όπλο γι αυτούς που είναι δεμένοι, ανεξαρτήτως καιρικών συνθηκών.
Έστω ότι, χωρίς καν να φταίει ο οδηγός, κάποιος πέφτει πάνω του. Τα 45-50 κιλά ενός σκύλου που βρίσκεται λυτός στο πίσω κάθισμα, με 50 χιλιόμετρα την ώρα γίνονται δυόμιση χιλιάδες κιλά παραπάνω. Για τον ίδιο λόγο, μεταφέρουμε αντικείμενα και αποσκευές αποκλειστικά στο πορτμπαγκάζ». Εκ των ουκ άνευ, ότι η χρήση κινητού τηλεφώνου και οι υψηλές ταχύτητες, εάν μπορούν να αποβούν μοιραίες σε κανονικές συνθήκες, σε συνθήκες έντονων καιρικών φαινομένων είναι ακόμα πιο επικίνδυνες.
«Στα αστικά κέντρα εξελίσσεται το 87% των τροχαίων δυστυχημάτων, περίπου το 10-11% στο επαρχιακό δίκτυο και 2% στο εθνικό δίκτυο, το οποίο πλέον είναι σωστό με βάση ευρωπαϊκές προδιαγραφές» εξηγούν τα στελέχη της Σχολής Ιαβέρης, επισημαίνοντας ότι τα στοιχεία δείχνουν ότι η οδηγική συμπεριφορά όλων μας είναι ο κύριος τρόπος να προστατευτούμε αποτελεσματικά στους δρόμους, όποιες κι αν είναι οι συνθήκες.