Μπορεί ο πρόεδρος της Κροατίας σε δηλώσεις του να έκανε λόγο τις προηγούμενες ημέρες για βεντέτα με την Ελλάδα, ωστόσο ο Κροάτης αθλητής στίβου, Μάρτιν Μάρκοβιτς, έχει αντίθετη άποψη σύμφωνα με συνέντευξή του.
Τα αιματηρά επεισόδια της 7ης Αυγούστου, στην πλατεία της Νέας Φιλαδέλφειας, όταν Κροάτες φανατικοί της Ντιναμό προκάλεσαν σοβαρά επεισόδια με αποτέλεσμα ένας άνθρωπος, φίλαθλος της ΑΕΚ, να χάσει τη ζωή του, δεν έχουν ξεχαστεί. Το Gazzetta, με αφορμή όσα συνέβησαν εκείνη τη νύχτα, συνομίλησε με τον Κροάτη δισκοβόλο, Μάρτιν Μάρκοβιτς, ο οποίος είναι μέλος της Εθνικής ομάδας της Κροατίας και μέλος του συλλόγου της Ντιναμό στο τμήμα του στίβου.
Ο ίδιος, εξήγησε πως πρόκειται για αποτρόπαιες πράξεις οι οποίες έκαναν μία ολόκληρη χώρα να φαίνεται κακή ενώ τόνισε πως αν κάποιος έχει δημιουργήσει τέτοια ζητήματα με αποτέλεσμα ένας άνθρωπος να χάσει τη ζωή του, αξίζει να πάει στη φυλακή:
«Οι Bad Blue boys έδειξαν στους Έλληνες πως οι Κροάτες είμαστε βανδαλιστές. Δεν είμαστε»
«Κατ’ εμέ, αυτοί που πήγαν εκεί (σ.σ. στην Αθήνα) και δημιούργησαν προβλήματα, αξίζουν να μπουν στη φυλακή. Από την άλλη, όμως, πολλά παιδιά που είναι μόνο 18, 19, 20 ετών βρίσκονται ανάμεσά τους και δεν ξέρουν τι κάνουν. Πηγαίνουν οπουδήποτε και κάνουν τερατώδη πράγματα. Θα ήθελα να μπορέσω να βοηθήσω αυτά τα νεαρά παιδιά στο μέλλον για να μπορούν να πηγαίνουν στα γήπεδα, αλλά εκεί να είναι όπως στον στίβο που χειροκροτούμε για την επιτυχία όλων. Στο ποδόσφαιρο υπάρχουν μόνο δύο μεριές κάθε φορά, είναι πολλά τα χρήματα και μεγάλη η πίεση, παίζει ρόλο και το στοίχημα. Ο στίβος είναι διαφορετικό άθλημα, τη μία μέρα είσαι ο καλύτερος εσύ, την άλλη εγώ και πάει λέγοντας.
Οι Bad Blue boys, οι φανατικοί της Ντιναμό, απλά έδειξαν στην Ευρώπη και στους Έλληνες πως είμαστε (σ.σ. οι Κροάτες) βανδαλιστές. Όμως ξέρω πως δεν είμαστε. Αρκετοί Έλληνες έχουν έρθει στην Κροατία και μιλούν για το πόσο ευγενικοί είμαστε, δεν είμαστε αυτό που έδειξαν. Έχω φίλους Έλληνες, όμως γενικά εμένα δεν με ενδιαφέρει από πού κατάγεται ο καθένας.
Τα σημερινά παιδιά μεγαλώνουν με την αντίληψη πως κανείς δεν μπορεί να τους αγγίξει και να τους κάνει κακό, νομίζουν πως είναι οι πιο δυνατοί άνθρωποι του κόσμου. Η αλήθεια όμως είναι πως είναι οι πιο χαζοί στον κόσμο και το ξέρω αυτό γιατί κι εγώ όταν ήμουν 20 ετών νόμιζα πως ξέρω τα πάντα και πως θα κατακτήσω όλο τον κόσμο. Μεγαλώνοντας, όμως, έμαθα πράγματα, δούλεψα και έγινα πιο σοφός και κατάλαβα πως όλοι αυτοί οι βανδαλισμοί είναι ανούσιοι.
Θα ήθελα απλά οι άνθρωποι να καταλάβουν πως αυτό που κάνουν είναι απλά κακό. Κακό για τους ίδιους, για τον αθλητισμό, για την ίδια τη χώρα τους την Κροατία, για τη Ντιναμό, για όλους. Οι φαν της Ντιναμό συνήθως πηγαίνουν συχνά σε αγώνες και συνήθως δεν συμβαίνει τίποτα. Τώρα όμως, δυστυχώς, κάποιος πέθανε οπότε αξίζουν να πάνε στη φυλακή».
«Μπορεί να έρθω στην Ελλάδα και κάποιος να με ενοχλήσει επειδή θα με ακούσει να μιλάω κροάτικα»
Ο πρωταθλητής της δισκοβολίας, εξήγησε πως βρέθηκε στη Βουδαπέστη μαζί με την οικογένειά του για τους αγώνες όμως αν επρόκειτο για ποδόσφαιρο ίσως να μην τους καλούσε να έρθουν να τον δουν ενώ τόνισε πως υπάρχει ο φόβος να βρεθεί στην Ελλάδα και να δεχθεί κάποια επίθεση γιατί θα μιλάει κροάτικα:
«Η μητέρα μου, ο πατέρας μου και η αδερφή μου είναι εδώ στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα για να παρακολουθήσουν τον αγώνα μου. Αν ήταν όμως αγώνας ποδοσφαίρου, θα το σκεφτόμουν διπλά για να τους πω να έρθουν στο γήπεδο.
Αργότερα ίσως κάνω οικογένεια, παιδιά και θα ήθελα να μπορώ να τους φέρω στα γήπεδα να αγαπήσουν τον αθλητισμό αλλά θα φοβόμουν. Εγώ είμαι 120 κιλά και δυνατός αλλά δεν μπορείς να ελέγξεις καταστάσεις μερικές φορές.
Σκέφτομαι πως μπορεί να έρθω στην Ελλάδα και κάποιος να με ενοχλήσει επειδή θα με ακούσει να μιλάω κροάτικα, επειδή ένας Κροάτης, ένας χαζός άνθρωπος, σκότωσε έναν Έλληνα. Θα φοβόμουν, λοιπόν, ότι κάποιος μπορεί να μου κάνει κάτι μόνο επειδή είμαι Κροάτης».
«Περπατούσα με μπλούζα της Ντιναμό και ήρθε οπαδός της Σπλιτ για τσακωμό»
Ο ίδιος έχει πέσει θύμα εκφοβισμού στον δρόμο, επειδή κυκλοφορούσε στο Σπλιτ φορώντας μπλούζα του συλλόγου της Ντιναμό καθώς νωρίτερα προπονούνταν, με τα ρούχα του συλλόγου του. Το περιστατικό που περιγράφει δυστυχώς ακούγεται αρκετά γνωστό, καθώς δεν είναι λίγες οι φορές που έχουμε ακούσει για αντίστοιχα σκηνικά μεταξύ φιλάθλων ελληνικών ομάδων:
«Εγώ μεγάλωσα πρακτικά μέσα στο γήπεδο, το σπίτι μου είναι δίπλα ακριβώς στο γήπεδο και εκεί είναι και ο σύλλογός μου.
Το Σπλιτ με το Ζάγκρεμπ έχουν τεράστια κόντρα, είναι απίστευτο το τί συμβαίνει όταν παίζουν μεταξύ τους οι δύο μεγάλες ομάδες. Εγώ είμαι στον σύλλογο της Ντιναμό, στον στίβο, και μία φορά κυκλοφορούσα με τη μπλούζα του συλλόγου ενώ ήμουν στο Σπλιτ, μαζί με τον θείο μου. Τότε ένιωσα έναν άνδρα να έρχεται κοντά μου, τον ένιωθα, καταλάβαινα πως έρχεται πάνω μου. Γύρισα προς το μέρος του και τον ρώτησα αν χρειάζεται κάτι. Τότε με ρώτησε αν είμαι από το Ζάγκρεμπ και απάντησα πως ναι και έπειτα με ρώτησε γιατί φορά τη μπλούζα της Ντιναμό. Του εξήγησα πως αγωνίζομαι για αυτόν τον σύλλογο στον στίβο κι εκείνος κατευθείαν μου είπε πως αν ήθελα μπορούσαμε εκείνη τη στιγμή να παίξουμε ξύλο, εκείνη τη στιγμή μέσα στον δρόμο. Του απάντησα, λοιπόν, πως δεν θέλω να χτυπήσω κανέναν και πως θέλω απλά να πάω στο σπίτι μου και έπειτα να κάνω τον αγώνα μου. Δεν με ενδιέφερε να είμαι επιθετικός απέναντί του, αν με χτυπούσε θα τον χτυπούσα κι εγώ, όλοι αυτό θα έκαναν. Αλλά εγώ δεν θα το άρχιζα αυτό με τίποτα. Δεν υπάρχει νόημα σε αυτό».
Η λύση στο πρόβλημα; Αν επιθυμούν οι φίλαθλοι να μπλέκονται σε καυγάδες και να προκαλούν τέτοια επεισόδια, ας τους περιορίσουμε δημιουργώντας μία… αρένα, όπως αρμόζει στους «μονομάχους»:
«Ξέρεις τι μπορεί να γίνει; Ας στήσουν μία αρένα έξω από το γήπεδο, ας μονομαχήσουν εκεί χωρίς κριτές χωρίς τίποτα. Ας εκτονωθούν εκεί και έπειτα στο γήπεδο να είναι όλα ειρηνικά και ήρεμα. Αν θέλουν, ας μπουν ξανά στην αρένα μετά τον αγώνα για δεύτερο γύρο αλλά όχι μέσα στο γήπεδο. Έτσι θα ήταν ευκολότερο το έργο για όλους, για τους ίδιους, για τους αστυνομικούς, για μητέρες με παιδιά, για τις ομάδες».