Σκέψεις για έναν όχλο που είναι έτοιμος να κατασπαράξει τα πάντα, με αφορμή τη Ρούλα Πισπιρίγκου.
Η Φόνισσα του Παπαδιαμάντη ήταν μια γυναίκα που αποτύπωνε με τον πιο γλαφυρό τρόπο πώς μια ζωή γεμάτη βάσανα, μια κοινωνία κακότροπη και χαιρέκακη, είναι ικανή να βγάλει στους ανθρώπους τα πιο βάναυσα ένστικτα. Μία ηλικιωμένη χήρα, η οποία έζησε βασανισμένη ζωή σαν παιδί, ως σύζυγος, ως μήτηρ και ως τήθη, μαθημένη πάντα να υπηρετεί χωρίς αντιρρήσεις τους ανθρώπους του περιβάλλοντός της.
Η ζωή της την οδήγησε στο συμπέρασμα πως το πέρασμα από ετούτο εδώ τον κόσμο δεν είναι παρά ένα μαρτύριο, μια ατελείωτη ανηφόρα με βάσανα και πίκρες που ειδικά μια γυναίκα είναι μάταιο να επιχειρήσει να την ανηφορίσει. Η θεωρία της ήταν ότι η γέννηση ενός κοριτσιού δεν φέρνει τίποτα άλλο παρά δυστυχία, όχι μόνον στο ίδιο το παιδί, αλλά και στην οικογένειά του, ιδίως εάν είναι φτωχή.
Κι έτσι, η γραία εκείνη που ζωντάνεψε από την πένα του Παπαδιαμάντη πέρασε αυτή τη λεπτή κόκκινη γραμμή και επιδόθηκε σε εγκλήματα που γυρίζουν στομάχια και προκαλούν αποστροφή και απαξία. Κι όμως ο συγγραφέας δεν την αποτύπωσε ως ένα τέρας, μια ύπαρξη σατανική, χαμένη στο έρεβος, ούτε φυσικά την δικαιολόγησε.
Τώρα βέβαια θα μου πείτε, άλλο η λογοτεχνία κι άλλο η ζωή. Σάμπως όμως λίγες είναι οι ιστορίες παιδοκτονιών που έχουν δει το φως της δημοσιότητας όλα αυτά τα χρόνια; Το 1961, η Νίτα Μπέικερ σκότωσε και τα τρία της παιδιά γιατί ζήλευε τον στρατιωτικό σύζυγό της.
Το 1995 μητέρα από το Αιγάλεω επιτέθηκε και σκότωσε με κουζινομάχαιρο τον τρίχρονο γιο της. Έναν χρόνο αργότερα, μια 48χρονη δολοφόνησε την κόρη της γιατί ανακάλυψε πως ήταν έγκυος καίτοι ανύπαντρη. Και η λίστα των μανάδων που αφαίρεσαν τη ζωή των παιδιών τους δεν τελειώνει…
Δεν προσπαθώ να δικαιολογήσω κανέναν, αν και πεποίθηση μιας σύγχρονης κοινωνίας θα έπρεπε να είναι η φράση πως «τίποτε, όσο παρανοϊκό και φρικτό κι αν μοιάζει, δεν είναι ανεξήγητο (χωρίς να σημαίνει ότι είναι δικαιολογημένο)». Ή για να είμαι πιο σαφής, τα τέρατα που ξεπηδούν συχνά πυκνά και ταράζουν τον φιλήσυχο ύπνο μας, είναι δικά μας δημιουργήματα… Φρανκενστάιν του δικού μας τρελοεπιστήμονα.
Και όχι, με τα παραδείγματα παραπάνω δεν αναφέρομαι στη μητέρα, που όπως όλα δείχνουν, οδήγησε στον θάνατο τα παιδιά της στην Πάτρα, μιλώ για όλους εμάς που πήραμε τα δαδιά και αμοληθήκαμε να κάψουμε την αμαρτωλή.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Δημήτρης Γεωργοπάλης (@georgopalis_dimitris)
Αντί της φωτιάς οι χωρικοί της νέας εποχής κρατούσαν κινητά στα χέρια και έχοντας αγκαλιά τα δικά τους παιδιά, αυτά που θα προστάτευαν με τη ζωή τους αν χρειαζόταν, ξεχύθηκαν στον δρόμο, έξω από το σπίτι της μάνας φωνάζοντας και απαιτώντας (από τα άδεια ντουβάρια εν προκειμένω) δικαιοσύνη. «Θάνατος!» έγραψε αγανακτισμένος κάποιος γονιός στο παραθύρι και όλοι έσπευσαν να φωτογραφηθούν με το νέο προσωπείο της γκιλοτίνας, ευτυχισμένοι και ξαναμμένοι που βρέθηκε κάποιος πιο ζωώδης, πιο κτηνώδης από εκείνους.
Η κυρία Σούλα φώναξε τάχα μου για το δίκιο που την έπνιγε, πως αν την είχαν πιάσει νωρίτερα τη δολοφόνα (δεν έχει ομολογήσει, ούτε έχει ακόμη κριθεί ένοχη και πρέπει να το σημειώνουμε) τώρα ίσως τα «αγγελούδια» της να ζούσαν. Η ίδια βέβαια ενδεχομένως να είχε πει και το αμίμητο «τι με νοιάζει εμένα» ή το «που να μπλέξεις», όσο η οικογένεια στην Πάτρα ήταν απλά δυο μεροκαματιάρηδες που τα έβγαζαν δύσκολα βόλτα.
Για μια στιγμή το πλήθος είδε κάποια που έμοιαζε πολύ στην αμαρτωλή και σήκωσε τις αξίνες και τα δικράνια ψηλά. Φευ, ήταν η αδερφή της! Αλλά για στάσου. «Αδερφή της δεν είναι; Σίγουρα θα γνώριζε. Την κάλυπτε» πέρασε από τη συλλογική σκέψη του όχλου που ήθελε το έγκλημα να τιμωρηθεί εκεί, σε μια πλατεία παρουσία θεατών.
Κι ύστερα η οργή των χωρικών* πλημμύρισε το διαδίκτυο. «Μάνα είναι αυτή που σκοτώνει για τα παιδιά της, όχι αυτή που σκοτώνει τα παιδιά της» γράφουν περήφανες και με ξέχειλη την αγανάκτηση πολλές μανάδες του Instagram. Αυτές που δεν θα το έκαναν ποτέ αυτό! Εκείνες που αντί για φόνο σε βάρος του παιδιού τους, θα σκότωναν με προτεταγμένα τα στήθια τους, για χάρη του. Στο όνομά του, θα γίνονταν υπερήφανοι δολοφόνοι!
«Σκύλα, βρομιάρα, ομολόγησε»! Οι μανάδες και οι γιαγιάδες, οι πατεράδες και οι θείοι άφησαν το τίποτα που είχαν προγραμματισμένο για το μεσημέρι της Πέμπτης και έστησαν καρτέρι στο μίασμα (γι’ αυτό το μήνα, από το Μάιο βλέπουμε) προκειμένου να ουρλιάξουν την αγανάκτησή τους. Να έχουν την ευκαιρία να την ποδοπατήσουν, να την φτύσουν αν γίνεται και να της δείξουν πόσο τη μισούν.
Να σιγουρευτούν πως μαζί με τη Ρούλα, εν προκειμένω, στη φυλακή ίσως να μπουντρουμιάσουν και τα δικά τους ποταπά, ζωώδη ένστικτα που τους τρομάζουν. Τις ορμές προς το σκοτάδι που νιώθουν φορές, φορές να μην μπορούν να ελέγξουν.
Ίσως με την ισόβια κάθειρξη μιας μάνας να εκλείψει για πάντα το έγκλημα της παιδοκτονίας, να αισθανθούμε καλύτερα όλοι μας για ότι μαύρο κουβαλάμε στην ψυχή μας και κρύβουμε καλά στα άπλυτα του σπιτιού μας. Μάταιος κόπος… η γη θα συνεχίσει να γυρίζει!
*Δεν έχω καμία υποτιμητική διάθεση προς τους χωρικούς ή τους ανθρώπους που ζουν από τη γη, σχηματικά χρησιμοποιείται η λέξη ως παραλληλισμός με τους μεσαιωνικούς χρόνους