Ήμασταν στη θάλασσα, στο «χωριό» μας. Ήταν αρχές του καλοκαιριού. Στην άκρη της παραλίας, ο Ραφαέλλο κοιτούσε την παρέα που έπαιζε μπάλα. Δεν τους ήξερε, αλλά ήθελε να παίξει μαζί τους. Πήρε κουράγιο και ρώτησε το ένα παιδάκι:
«Θέλεις να γίνουμε φίλοι, να παίξω μαζί σας;»
«Όχι, δεν θέλω, παίζουμε μόνοι μας», ήρθε η απάντηση.
Το βλέμμα του χαμήλωσε. Ένιωσε απογοήτευση. Η καρδιά μου ράγισε. Ήρθε κοντά μου.
«Μαμά, δεν θέλουν να γίνουμε φίλοι». Πληγώθηκα, ίσως να πληγώθηκα παραπάνω και από τον Ραφαέλλο.
«Δεν πειράζει, αγάπη μου, τώρα τα παιδάκια δεν θέλουν, ίσως αργότερα», είπα φαινομενικά άνετα. Όμως είχα ταραχτεί.
Λίγες στιγμές πιο μετά, ένα άλλο παιδί τον κάλεσε να παίξουν μαζί. Ο Ραφαέλλο είπε «ναι» δίχως δεύτερη σκέψη. Ανακούφιση με πλημμύρισε. Ήμουν ευτυχισμένη, γιατί έβλεπα τον Ραφαέλλο ευτυχισμένο.
Το ίδιο βράδυ δεν μπορούσα να κοιμηθώ· αναρωτιόμουν γιατί τα παιδιά να είναι τόσο σκληρά. Δεν ήθελα ο γιος μου να βιώνει απόρριψη. Αν αυτές οι συμπεριφορές του άφηναν τραύματα; Προσευχήθηκα με όλη μου την ψυχή το παιδί μου να μην έρθει ξανά αντιμέτωπο με τέτοιες καταστάσεις.
Την επόμενη μέρα, ένα μικρότερο παιδί πλησίασε τον γιο μου με την ίδια ερώτηση. Ο Ραφαέλλο, που εκείνη τη στιγμή ήταν με τον κολλητό του, απάντησε…
«Όχι, τώρα παίζουμε μόνοι μας».
Τον κοίταξα και έπαθα σοκ. Δεν πίστευα ότι και ο γιος μου είχε την ίδια συμπεριφορά με τα χθεσινά παιδάκια.
«Ραφαέλλο, ας έρθει και το παιδάκι να παίξει μαζί σας· θα περάσετε πολύ ωραία να παίζετε όλα μαζί, είναι κρίμα να είναι μόνο του», πετάχτηκα αμέσως.
«Καλά…» μου απάντησε αδιάφορα και αμέσως ξεκίνησαν να παίζουν μαζί. Και πάλι η ανακούφιση επέστρεψε στην ψυχή μου.
Ξέρω ότι ο Ραφαέλλο είπε το «όχι» σχεδόν μηχανικά. Ίσως για να νιώσει κι εκείνος λίγη από τη δύναμη που ένιωσε το άλλο παιδάκι όταν του είχε πει «όχι» την προηγούμενη μέρα, ή ίσως επειδή απλώς έτσι ένιωθε τη συγκεκριμένη στιγμή.
Το συζήτησα με τις φίλες μου, μαμάδες που ήταν στην παραλία.
«Υπερβάλλεις… έτσι κάνουν τα παιδιά… το παίρνεις προσωπικά… είναι μικρός ακόμα… αν δεν θέλει, δεν θέλει, μην τον πιέζεις… έχεις μόνο ένα παιδί και δεν ξέρεις από συμπεριφορές, δεν είσαι εκπαιδευμένη… είσαι καινούργια μαμά, δεν ξέρεις…»
Είχαν δίκιο σε όλα, συμφώνησα μαζί τους, όμως έκανα το εξής ερώτημα:
«Τα παιδιά μας, στην ηλικία των τεσσάρων, ξέρουν τι θέλουν να φάνε, τι θέλουν να πιουν, πού θέλουν να πάνε, απαιτούν για να δουν τηλεόραση, ζητάνε κινητό, θέλουν παγωτά και γλυκά, ξέρουν ποιο παραμύθι θέλουν να διαβάσουμε, ξέρουν τι θέλουν να φορέσουν. Έχουν άποψη και έντονη προσωπικότητα — τουλάχιστον έτσι είναι ο Ραφαέλλο. Ενώ βάζω όρια σε πολλές από τις συμπεριφορές του και συζητάω μαζί του, δεν καταλαβαίνω γιατί να αφήσω να διαιωνίζεται μια συμπεριφορά την οποία δεν αποδέχομαι, ενώ μπορώ να του μιλήσω και να του εξηγήσω…»
«Ναι, ίσως έχεις δίκιο…» εντέλει μου απάντησαν οι μαμάδες ομόφωνα.
Το ίδιο βράδυ, όταν επιστρέψαμε στο σπίτι, ξεκίνησα να μιλάω στον Ραφαέλλο και να του εξηγώ.
Δεν ήμουν επιθετική ή θυμωμένη. Απλά έκανα μια ήρεμη ερώτηση…
«Θυμάσαι πώς ένιωσες όταν σου είπε “όχι” εκείνο το παιδάκι στην παραλία; Μην το κάνεις και εσύ σε άλλα παιδάκια. Είναι όμορφο να γίνεστε μια μεγάλη παρέα και να παίζετε όλα μαζί. Είναι κρίμα να υπάρχουν παιδάκια μόνα τους…».
Μιλήσαμε για το συγκεκριμένο θέμα αρκετή ώρα. Ήταν πρόθυμος να ακούσει και του άρεσε η συζήτηση που κάναμε. Προσπάθησα ως μαμά να μεταδώσω τις αξίες της ζωής που εγώ πιστεύω.
Φυσικά, του τόνισα ότι η επιλογή είναι πάντα δική του για το ποιοι θα είναι οι φίλοι του και με ποιους θέλει να παίξει.
Η άποψή μου είναι ότι συζητάμε και βάζουμε όρια στα παιδιά μας κυρίως για τα βασικά, όπως το να φάνε τα όσπρια και τα λαχανικά, να μη βλέπουν κινητό ή να μην θέλουν συνεχώς γλυκά και παγωτά. Όμως είναι πολλά ακόμα που οφείλουμε εμείς οι γονείς να μεταδίδουμε στα παιδιά μας.
Η αλήθεια είναι ότι τα παιδιά, ειδικά στις μικρές ηλικίες, εκφράζουν τα συναισθήματά τους με ειλικρίνεια. Δεν έχουν ακόμα «εκπαιδευτεί» για να μαλακώνουν τις λέξεις τους. Το «ναι» και το «όχι» βγαίνουν αυθόρμητα, ανάλογα με το πώς νιώθουν εκείνη τη στιγμή.
Όμως σε κάποιες περιπτώσεις, τα παιδιά συχνά αναπαράγουν συμπεριφορές ή απλά δεν θέλουν να σκεφτούν, ή ακόμα δεν είναι εκπαιδευμένα για το πώς να σκέφτονται· δεν γνωρίζουν ποιο είναι το σωστό και ποιο το λάθος.
Τι λέει η έρευνα
Μελέτες στην αναπτυξιακή ψυχολογία (π.χ. Selman, Harvard University) δείχνουν ότι τα παιδιά ηλικίας 4-8 ετών έχουν περιορισμένη ικανότητα να βλέπουν την κατάσταση από την οπτική του άλλου. Η ικανότητα αυτή, που λέγεται «λήψη προοπτικής» (perspective-taking), αναπτύσσεται σταδιακά και συνδέεται με την ενσυναίσθηση.
Όταν ένα παιδί ακούει «όχι» από κάποιον που θαυμάζει ή θέλει να μιμηθεί, είναι πιθανό να το επαναλάβει.
Το καλοκαίρι, οι ομάδες παιδιών σχηματίζονται γρήγορα και διαλύονται εύκολα. Στην παιδική χαρά, στη θάλασσα, μπορεί μέσα σε μια μέρα να εμφανιστούν και να εξαφανιστούν «παρέες». Αυτό εντείνει την ταχύτητα με την οποία τα παιδιά υιοθετούν κοινωνικές συμπεριφορές και δοκιμάζονται.
Το «θέλεις να γίνουμε φίλοι;» μπορεί να είναι ένα «ναι» που γίνεται αμέσως παιχνίδι, ή ένα «όχι» που δημιουργεί κάποιες φορές συναισθηματικές εγγραφές απόρριψης και ενδέχεται να απομονώσει ορισμένα παιδιά.
Μια άλλη συμπεριφορά που παρατήρησα είναι η εξής… Παιδιά που παίζουν ασταμάτητα και, μόλις έρχονται οι φίλοι τους, εξαφανίζονται.
Ήταν ένα παιδάκι που έπαιζε με τον Ραφαέλλο για πολλή ώρα. Όταν όμως ήρθαν οι φίλοι του, εκείνο είπε: «Ήρθαν οι φίλοι μου, τώρα φεύγω» και ο Ραφαέλλο έμεινε μόνος του. Πήγε λοιπόν και είπε στο παιδάκι να συνεχίσουν το παιχνίδι, όμως εκείνο απάντησε ότι δεν μπορεί γιατί παίζει τώρα με τους φίλους του.
Να ξεκαθαρίσω ότι το παιδάκι δεν μου φταίει σε κάτι· οι γονείς του έχουν την ευθύνη. Ήταν παρόντες σε όλα, όμως δεν πήραν θέση, δεν δίδαξαν στο παιδί τους ποιο ήταν σωστό. Εγώ ποτέ δεν θα επέτρεπα κάτι τέτοιο να συμβεί.
Υπάρχουν πολλές διαφορετικές περιπτώσεις παιδιών, όπως και γονιών.
Είναι όμως και εκείνα τα παιδιά που καμαρώνω που θέλουν να παίζουν όλα μαζί, που έρχονται και αναζητούν τον Ραφαέλλο, που τον συστήνουν στους νεοφερμένους φίλους τους και παίζουν ασταμάτητα — και εκεί βλέπεις τη δουλειά που έχουν ρίξει από πίσω οι γονείς.
Γιατί, αν μου επιτρέπεται να πω, το να είσαι γονιός είναι ό,τι πιο δύσκολο και συγχρόνως ό,τι πιο όμορφο στον κόσμο.
Είναι παραπάνω από απαραίτητο να ασχοληθούμε με τα παιδιά μας και τις συμπεριφορές τους για να χτίσουμε μαζί έναν καλύτερο κόσμο.
Έκτοτε, έχουν επαναληφθεί πολλά «ναι» και «όχι» στη ζωή του γιου μου, προερχόμενα και από εκείνον και από άλλα παιδιά. Όμως οφείλω να ομολογήσω ότι περισσότερα είναι τα «ναι».
«Ναι, θέλω να γίνουμε φίλοι», «Ναι, θέλω να παίξουμε», «Ναι, έλα να σου γνωρίσω τους φίλους μου» — και από τις δύο μεριές.
Αυτό πάντα, μα πάντα, με κάνει να αισθάνομαι χαρά, γιατί δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο στον κόσμο από το να βλέπω ευτυχισμένα παιδιά που παίζουν χαρούμενα μαζί, όπως παίζαμε εμείς στα δικά μας παιδικά χρόνια, τότε που ήμασταν ανέμελοι και απόλυτα ευτυχείς.
Τότε που δεν υπήρχε η εύκολη λύση του τάμπλετ και του κινητού, τότε που υπήρχε το πείραγμα και όχι το bullying, τότε που ψάχνοντας για κοχύλια στην άμμο ένιωθες ευτυχία…
Και κάπως έτσι το καλοκαίρι συνεχίζεται, γνωρίζοντας ότι πλησιάζει ο Σεπτέμβρης και το προνήπιο για τον Ραφαέλλο, όπου εκεί και άλλα θα αποκαλυφθούν και για εκείνον αλλά και για εμένα…