Δέκα ταινίες έρχονται αυτή την εβδομάδα, την πρώτη μετά την έξοδο του Πάσχα, αλλά κυρίως με καλό καιρό και τα θερινά σινεμά να είναι έτοιμα να μας καλοδεχτούν. Απ’ τις πρεμιέρες του επταήμερου ξεχωρίζει η δραματική περιπέτεια από την Κολομβία «Βασιλιάδες του Κόσμου» και το γλυκόπικρο δράμα του Αλέξανδρου Βούλγαρη «Πολύδροσο», ενώ έχει το ενδιαφέρον του το τούρκικο ντοκιμαντέρ «Αναζητώντας τη Χρυσούλα Ροδάκη». Σε επανέκδοση προβάλλεται το κλασικό φιλμ «Στην Παγίδα του Νόμου», που έκανε διάσημο τον Τζιμ Τζάρμους.
Βασιλιάδες του Κόσμου
(“Los Reyes del Mundo”) Δραματική περιπέτεια, κολομβιανής παραγωγής του 2022, σε σκηνοθεσία Λάουρα Μόρα Ορτέγκα, με τους Κάρλος Αντρές Καστανέδα, Κριστιάν Καμπάνα, Αντρές Φλόρες, Κριστιάν Νταβίντ Ντούγκουε κα.
Οι εξαιρετικές συστάσεις για την άγνωστη στη χώρα μας σαραντάχρονη Κολομβιανή σκηνοθέτιδα Λάουρα Μόρα Ορτέγκα, δικαιώνονται πλήρως, με αυτή την υπέροχη και άγρια δραματική περιπέτεια δρόμου.
Σε αυτή τη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία της, που θα διακριθεί σε πολλά φεστιβάλ, με κυριότερο εκείνο του Σαν Σεμπαστιάν, κερδίζοντας το βραβείο της καλύτερης ταινίας, θα αφηγηθεί με έναν ελκυστικά παραισθησιογόνο και γοητευτικό τρόπο τη σκληρή όσο και επώδυνη ιστορία της, για την ανυπακοή, τη φιλία, την αντίσταση, τη συντροφικότητα και την αξιοπρέπεια, έχοντας ως ήρωες πέντε χαμίνια.
Πέντε παιδιά, που θέλουν να τους λένε «βασιλιάδες», ζουν μόνα τους στους δρόμους του Μεντεγίν, μέσα στη βία και την εξαθλίωση. Όταν ένα απ’ αυτά θα λάβει στα χέρια του μία πολυαναμενόμενη επιστολή, που του κατοχυρώνει το ιδιοκτησιακό του δικαίωμα στη γη των προγόνων του, την οποία είχαν υφαρπάξει παραστρατιωτικές ομάδες από την οικογένειά του δεκαετίες νωρίτερα, θα πάρει την παρέα του και θα τολμήσουν να ταξιδέψουν στα βάθη της κολομβιανής ζούγκλας. Η εφηβική παρέα, που σχηματίζει μία ιδιόμορφη οικογένεια, ενωμένη απέναντι στην περιφρόνηση και την εγκατάλειψη και με την επιθυμία να ζήσει ελεύθερη, θα συναντήσει αρκετές προκλήσεις στο μακρύ ταξίδι της, βγάζοντας ορισμένες φορές τα πιο ενστικτώδη συναισθήματα των παιδιών.
Η σαρωτική ομορφιά της ζούγκλας αποτυπώνεται σε όλο της το μεγαλείο, το φως και ο ήχος και η διακριτική χρήση της μουσικής δημιουργούν μια βαριά ατμόσφαιρα, σε ένα αφιλόξενο τοπίο, εκπληκτικό και συνάμα απειλητικό. Οι πέντε φίλοι συναντούν στην πορεία τους διάφορους χαρακτήρες, που τους βοηθούν αλλά και τους προειδοποιούν για τους κινδύνους του εγχειρήματος. Η συνάντησή τους με εργαζόμενες του σεξ σε ένα σπίτι, στη μέση του πουθενά, είναι αξιοσημείωτη, για το χιούμορ της, την ευαισθησία της και την αβίαστη συγκίνηση που μεταδίδει. Οι ταλαίπωρες γυναίκες αγκαλιάζουν τρυφερά τα αγόρια, μεταδίδοντας αγνή γυναικεία αγάπη, υποκατάστατο της χαμένης τους αίσθησης για τη μητρότητα.
Η Ορτέγκα, σκιαγραφεί με ενσυναίσθηση και τρυφερότητα ένα συναρπαστικό πορτρέτο μιας παρέας «ψημένων» αγοριών, που είναι αποφασισμένα να αγωνιστούν για να ξεφύγουν από τη μοίρα τους, από τη βίαιη καθημερινότητά τους. Νιώθουν άτρωτα, ζουν στα άκρα, δεν ξέρουν τι θα πει θάνατος, ξέρουν όμως τι θα πει ζωή.
Η ιστορία ορισμένες φορές γίνεται ιδιαιτέρως τραχιά, υπάρχει αίμα που πρέπει να χυθεί, ενώ ταυτόχρονα ζουν σε μια ονειροπόληση και μια εφιαλτική πραγματικότητα. Η Ορτέγκα καταφέρνει, με το αξιοθαύμαστο καστ νεαρών και κυρίως ερασιτεχνών ηθοποιών, να προσγειώσει με δεξιοτεχνία την ιστορία της, κάνοντας φανερό ότι έχει γνώση για τι μιλάει, αποφεύγοντας παγίδες ενός συμβολισμού, μίας ονειρικής φλυαρίας και σκηνοθετικών ευρημάτων προς χάριν του εντυπωσιασμού.
Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα φιλμ της χρονιάς, από κάθε άποψη, που δύσκολα μπορείς να προσπεράσεις, καθώς σε στοιχειώνει κάθε πλάνο, κάθε χαρακτήρας, ενώ αξιοθαύμαστη είναι και η εμφάνιση των παιδιών, αποδεικνύοντας ότι πιο εύκολα βρίσκεις καλούς ηθοποιούς στις φτωχογειτονιές του Μεντεγίν, παρά στις σχολές υποκριτικής του Λος Άντζελες.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Ρα, ένας έφηβος των άγριων δρόμων του Μεντεγίν, παίρνει επιτέλους στα χέρια του ένα πολυαναμενόμενο γράμμα. Η κυβέρνηση της Κολομβίας του έχει στείλει ένα πιστοποιητικό που κατοχυρώνει το ιδιοκτησιακό του δικαίωμα στη γη των προγόνων του, την οποία είχαν υφαρπάξει παραστρατιωτικές ομάδες από την οικογένειά του δεκαετίες νωρίτερα.
Πολύδροσο
(“Polydroso”) Δραματική ταινία, ελληνικής παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Αλέξανδρος Βούλγαρης, με τις Σοφία Κόκκαλη, Βίκυ Καγιά, Έλσα Ζάρρη, Μαίρη Γιαννούλα κα.
Ο Αλέξανδρος Βούλγαρης, λίγο πριν μπει στη μέση ηλικία, νιώθει την ανάγκη να κοιτάξει πίσω του, στις παιδικές του αναμνήσεις, να γυρίσει στο σχετικά απομονωμένο προάστιο – αν και σήμερα σχεδόν στο κέντρο του λεκανοπεδίου, που μεγάλωσε, στο Πολύδροσο, μέσα από μία τρυφερή, χαμηλόφωνη ταινία.
Κοιτώντας τις αναμνήσεις των παιδικών και εφηβικών του χρόνων, θα υφάνει, με λεπτές ανθεκτικές κλωστές, μία γλυκόπικρη μελαγχολική ταινία, για τη σχέση στοργής και αγάπης μεταξύ μίας μάνας και μίας κόρης, αλλά και μια ιστορία επερχόμενης απώλειας.
Ο Αλέξανδρος Βούλγαρης (The Boy), θα μας ταξιδέψει σε μια εποχή όχι και τόσο μακρινή, που σήμερα όμως φαντάζει ελαφρώς ξεχασμένη, κάνοντας, όπως λέει και ο ίδιος, «μια ταινία για τρυφερούς ανθρώπους σε έναν όχι τρυφερό κόσμο», όπου ο χρόνος τρέχει ιλιγγιωδώς, αφήνοντας την αγάπη και το βάθος της στο περιθώριο της ζωής.
Η Σοφία, αφήνει τον φίλο της στο σπίτι της και επιστρέφει στο πατρικό της, στο Πολύδροσο, καθώς τη χρειάζεται η μητέρα της, που είναι άρρωστη. Οι δυο τους κάνουν βόλτες, κοιμούνται αγκαλιασμένες, φτιάχνουν μαραθόπιττες, καλούν φίλους, βλέπουν ταινίες, συναντούν τις αναμνήσεις τους, αναθερμαίνουν τη μοναδική σχέση μάνας και κόρης.
Ο Βούλγαρης, σε αυτή την έβδομη ταινία του, δεν μπαίνει στον πειρασμό να αλλάξει την κινηματογραφική του γραφή, ακολουθώντας, όπως συνήθως τις στυλιζαρισμένες εικόνες, με τη θερμότητα μιας νοσταλγίας που φωτίζει, με παλ αποχρώσεις, τον πλούτο των συναισθημάτων. Πλάνα, ακόμη και ακίνητα, βγαίνουν από ένα ελαφρά ξεθωριασμένο φωτογραφικό άλμπουμ και αναδεικνύουν τις μικρές ιστορίες σε μεγάλες, καθώς ακόμη όταν η κάμερα περιπλανάται σε φυσικούς εξοχικούς χώρους, η αναλλοίωτη σχέση μάνας κόρης βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος.
Ο αργός, σχεδόν ληθαργικός ρυθμός της ταινίας, έχει τον σκοπό του, θέλοντας να μιλήσει στο υποσυνείδητο, αλλά όχι πάντα αποτελεσματικά, καθώς οι αργόσυρτοι διάλογοι, μπορεί να διαθέτουν μία λυρική υφή, να είναι συγκινητικοί, αλλά μοιάζουν αποσπασματικοί και δεν ταιριάζουν πάντα με τη χορογραφία των ανθρώπων, με τη φύση, σαν να λείπουν ηθελημένα κομμάτια από ένα αγαπησιάρικο ημερολόγιο.
Η ταινία μοιάζει συμβατική, αλλά στα χέρια του Βούλγαρη δεν υποκύπτει στους συμβιβασμούς. Χωρισμένη σε τρία μέρη – με μεσότιτλους – κι ένα φαντασιακό φλας μπακ, η ταινία φέρει την ευδιάκριτη υπογραφή του σκηνοθέτη και θα ικανοποιήσει τουλάχιστον αυτούς που αγαπούν το σινεμά του.
Η Σοφία Κόκκαλη, στο ρόλο της κόρης, ως συνήθως διάφανη, ευάλωτη, μαγνητίζει την κάμερα και συμβάλει στο συγκινητικό κλίμα της ταινίας, ενώ η Βίκυ Καγιά, έπειτα από 13 χρόνια, επιστρέφει στον κινηματογράφο, αρκετά αλλαγμένη, με μια διεισδυτική ερμηνεία, που αξίζει να καταγράψει στο βιογραφικό της.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η Σοφία, η κόρη, επιστρέφει στο Πολύδροσο για να φροντίσει τη Σοφία, τη μητέρα της. Στη γειτονιά που μεγάλωσε την περιμένουν όλοι οι λόγοι που την έκαναν κάποτε να θέλει να φύγει. Το Πολύδροσο είναι ένα απομονωμένο προάστιο και οι Σοφίες περνάνε τις ημέρες τους σκοντάφτοντας σε φαντάσματα του παρελθόντος.
Η Άκρη του Νήματος
(“Damaged”) Αστυνομικό θρίλερ, αμερικάνικης παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Τέρι Μακντόνα, με τους Σάμιουελ Λ. Τζάκσον, Τζιάνι Καπάλντι, Βενσάν Κασέλ, Λόρα Χάντοκ κα.
Ο Τέρι Μακντόνα, αν και πολύπειρος σκηνοθέτης της τηλεόρασης, μπαίνοντας για πρώτη φορά στα κινηματογραφικά πλατό, μάλλον τα θαλασσώνει, καθώς δεν μπορεί να περιορίσει στο ελάχιστο τις τερατώδεις αδυναμίες του σεναρίου. Ενός αστυνομικού θρίλερ με μπόλικο μυστήριο, κυρίως λόγο της ανατροπής στο φινάλε, που θέλει να θυμίσει λίγο από το «Seven» και τη φιλμογραφία που γέννησε η τεράστια επιτυχία του.
Ακόμη, όμως, πιο παράξενο, είναι πως τρεις σημαντικοί ηθοποιοί δέχθηκαν να παίξουν σε αυτό το κατασκεύασμα, που παρότι διαρκεί μόλις μιάμιση ώρα, φαντάζει ατελείωτο. Ακόμη και όταν στο φινάλε έρχεται η μεγάλη ανατροπή, το μόνο που σου έρχεται είναι να γελάσεις, με την προσπάθεια να αντιγράψει την ταινία του Ντέιβιντ Φίντσερ.
Ένας ντετέκτιβ της αστυνομίας του Σικάγο, ταξιδεύει στη Σκωτία ως σύμβουλος ερευνών για έναν κατά συρροή σαδιστή δολοφόνο, καθώς θυμίζει δολοφονίες που είχαν γίνει στην πόλη του πριν εννέα χρόνια και είχαν μείνει ανεξιχνίαστες.
Είναι τόσο προχειρογραμμένο και χαοτικό το σενάριο και τόσο προσχηματική η σκηνοθεσία, που γρήγορα ο θεατής θα αρχίσει να μετρά τον χρόνο για να φτάσει το λυτρωτικό τέλος. Το φιλμ πλήττεται κυρίως από ανυπόφορες σκηνές, που δεν πείθουν στιγμή και ειδικά όταν παρατηρείς την προσπάθεια η υπόθεση να αποκτήσει σοβαρή υπόσταση, με συμβολισμούς και μεγαλοστομίες, ενώ ακόμη και τα πλάνα φρίκης με τα κομματιασμένα πτώματα είναι σαν σπασμένες κούκλες με μπόλικο κέτσαπ.
Από κει και πέρα, υπάρχουν και οι – τρόπος του λέγειν – ερμηνείες, με τον Σάμιουελ Λ. Τζάκσον να επαναλαμβάνει τους ρόλους με τους οποίους καταστρέφει το καλό όνομα που είχε αποκτήσει, ο Βενσάν Κασέλ ήταν σα να είδε φως και μπήκε, ενώ ο Τζιάνι Καπάλντι, ήταν ο μόνος που είχε πάρει σοβαρά τον ρόλο του, αλλά ματαίως πάσχιζε, καθώς όλοι έμοιαζαν με καρικατούρες της αστυνομικής φιλμογραφίας.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ένας ντετέκτιβ της αστυνομίας του Σικάγο λαμβάνει μια κλήση ότι ένας κατά συρροή δολοφόνος εμφανίστηκε στη Σκωτία. Οι σκηνές του εγκλήματος ταιριάζουν με εκείνες των ανεξιχνίαστων δολοφονιών που χρονολογούνται εννέα χρόνια πριν, όταν πέντε γυναίκες που δολοφονήθηκαν βάναυσα στην πόλη του.
Η Πόλη της Ασφάλτου
(“Asphalt City”) Δραματική περιπέτεια, αμερικάνικης παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Ζαν-Στεφάν Σοβέρ, με τους Τάι Σέρινταν, Σον Πεν, Μάικλ Πιτ, Μάικ Τάισον, Ρακέλ Νέιβι κα.
Με μια ματιά στο στόρι, ακόμη και στον αρχικό τίτλο «Black Flies», τις μύγες αυτές που μυρίζουν το θάνατο, θα πιστέψει κάποιος ότι η ταινία του Ζαν Στεφάν Σοβέρ είναι μια δραματική περιπέτεια που παραπέμπει στον Σκορσέζε και στα «Σταυροδρόμια της Ψυχής», με έντονες κοινωνικές προεκτάσεις, για ένα δυσβάστακτο θέμα, όπως είναι οι αγωνιώδεις προσπάθειες των εργαζόμενων σε ένα ασθενοφόρο, που κινείται στη ζούγκλα της Νέας Υόρκης.
Και όμως, ο Γάλλος σκηνοθέτης, που εντυπωσίασε, όπως φαίνεται, τους Αμερικάνους παραγωγούς, με το βίαιο και στυλιζαρισμένο «Προσευχήσου Πριν Πεθάνεις» και του εμπιστεύτηκαν μία πιο φιλόδοξη παραγωγή, θα μετατρέψει το θέμα του σε ένα θορυβώδες θρίλερ, επίδειξη εντυπωσιασμού και ρηχότητας, μια αποθέωση τού σινεμά που κραυγάζει χωρίς να λέει τίποτα το ιδιαίτερο.
Το σενάριο ρίχνει τον θεατή με μιας στα βαθιά, με την ιστορία του Όλι, ενός υποψήφιου γιατρού που ξεκινά το «αγροτικό» του ως γιατρός ασθενοφόρου, δίπλα στον έμπειρο συνάδελφό και μέντορά του, Τζιν Ρατκόφσκι, έναν σκληροτράχηλο και βασανισμένο άνθρωπο, ο οποίος αντιμετωπίζει τον καθημερινό εφιάλτη της δουλειάς του χωρίς πρωτόκολλα και λογική. Μαζί διασχίζουν τους δρόμους της Νέας Υόρκης, αντιμετωπίζοντας περιστατικά, από ασήμαντες περιπτώσεις μέχρι και ετοιμοθάνατους ή και θύματα αποτρόπαιων εγκλημάτων. Και ταυτόχρονα θα πρέπει να αντιμετωπίσουν και τους δικούς τους δαίμονες, μέσα και από τη σχέση τους, αυτή του πρωτάρη και του παλιού, του νέου ανθρώπου που παλεύει να βγει στο φως και του βετεράνου, που πλέον είναι αδύνατο να βγει από τα σκοτάδια του.
Η ταινία δεν είναι τίποτα άλλο από μία συρραφή από περιστατικά, βασισμένα στο βιβλίο «911» που έγραψε το 2008 ο Σάνον Μπερκ, πραγματικός οδηγός ασθενοφόρου, με στόχο τη ρεαλιστική σκιαγράφηση των δυσάρεστων και αγωνιωδών γεγονότων εντός του ασθενοφόρου και αποτέλεσμα μία κραυγαλέα πρόφαση κοινωνικής καταγγελίας.
Το υπερβολικό και ρευστό μοντάζ, οι λοξές εικόνες, ο υστερικός ήχος από σειρήνες, κραυγές, μωρά που στριγγλίζουν και ό,τι άλλο προκαλεί πονοκέφαλο, αντί να επιτείνουν την υποσχόμενη ένταση, το σασπένς και το δράμα, την ανθρωπιστική διάσταση της εργασίας σε ένα ασθενοφόρο εκτάκτου ανάγκης, δημιουργούν το αντίθετο αποτέλεσμα, ενός εκβιαστικού εντυπωσιασμού, ενός ιδιοσυγκρασιακού σινεμά χωρίς κανέναν στόχο ή αίσθηση της σκληρής πραγματικότητας.
Υπάρχει όμως, και το απαραίτητο περιτύλιγμα για μιας ευρείας κατανάλωσης μελοδραματισμού και κοινωνικής καταγγελίας που καταλήγει σε μια επιφανειακή παραζάλη, που υπονομεύει τα μεγάλα προβλήματα στην υγεία, τις έντονες κοινωνικές ανισότητες και το τι κρύβεται πίσω από τις καρτ ποστάλ της Νέας Υόρκης.
Ακόμη και ένα επεισόδιο από τις ανάλογες τηλεοπτικές σειρές είναι πιο πειστικό και έχει μεγαλύτερη αληθοφάνεια και ψυχή από το φιλμ του Σοβέρ, που παίρνει στο λαιμό του και το πρωταγωνιστικό δίδυμο, τον «κράχτη» Σον Πεν, που τουλάχιστον αποφεύγει την υπερβολική γραφικότητα και τον ανερχόμενο Τάι Σέρινταν, που το παλεύει, αλλά δεν μπορεί να ξεφύγει τελικά από το στερεοτυπικό του χαρακτήρα που πρέπει να υποδυθεί.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ένας νεοσύλλεκτος διασώστης σε ένα ασθενοφόρο της Νέας Υόρκης ανακαλύπτει από πρώτο χέρι το χάος και το δέος ενός επαγγέλματος που κινείται ανάμεσα στον τρόμο και τον σπαραγμό.
Αναζητώντας τη Χρυσούλα Ροδάκη
(“Searching for Rodakis”) Ντοκιμαντέρ, τουρκικής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Κερέμ Σογιουλμάζ.
Ενδιαφέρουσα ταινία τεκμηρίωσης, που μας έρχεται από την Τουρκία και αφορά και τους δυο λαούς, που συνυπήρξαν για αιώνες, μέσα από δυσκολίες – ακόμη και αγριότητες, τροφοδοτούμενες κατά κύριο λόγο από τις πολιτικές και τα συμφέροντα και υποδαυλισμένες απ’ τον διεθνή παράγοντα.
Με έναυσμα την ανακάλυψη ενός ελληνικού τάφου, που αποκαλύπτεται κάτω από τα σανίδια ενός παλιού σπιτιού σε ένα χωριό έξω από την Κωνσταντινούπολη, ο σκηνοθέτης θα ανοίξει έναν δίαυλο επικοινωνίας ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν, αλλά και μεταξύ των δυο λαών, επουλώνοντας ως ένα σημείο και τις πληγές από τη βίαιη ανταλλαγή πληθυσμών, τις εθνικιστικές πολιτικές της χώρας του και θλιβερά γεγονότα.
Το 1887, η Χρυσούλα, που πέθανε στα 17 της χρόνια, θάφτηκε στο πάτωμα του σπιτιού της σε ένα μικρό χωριό 100 χιλιόμετρα μακριά από την Κωνσταντινούπολη. Τριάντα επτά χρόνια αργότερα, η οικογένεια της Χρυσούλας, λόγω ανταλλαγής πληθυσμών, την άφησε θαμμένη στο πάτωμα του σπιτιού όταν αυτή εκδιώχθηκε στη Βόρεια Ελλάδα. Εκατό χρόνια αργότερα, η οικογένεια του σκηνοθέτη, που ζει στο παλιό αυτό σπίτι, βρήκε τον τάφο της Χρυσούλας κατά τη διάρκεια επισκευής του πατώματος. Ο σκηνοθέτης θα ξεκινήσει μία μακρά έρευνα για την αναζήτηση των απογόνων της.
Ο Κερέμ Σογιουλμάζ καταφεύγει σε ιστορικά αρχεία, τα οποία φανερώνουν και τον ρόλο της δικής του οικογένειας στην ιστορία, επισκέπτεται ρημαγμένες πόλεις – φαντάσματα και περιηγείται στις αναμνήσεις των ηλικιωμένων ντόπιων, ενώ από την άλλη μεριά του Αιγαίου έρχεται ένα κύμα υποστήριξης, όταν προσπαθεί να εντοπίσει τους Έλληνες συγγενείς.
Η συγκινητική ταινία (βραβείο καλύτερου ντοκιμαντέρ στο φεστιβάλ Αδάνων), έμπλεη ανθρωπιάς και ευαισθησίας, αφηγείται την ιστορία του Κερέμ Σογιουλμάζ, που ξεκίνησε το 2016 και ολοκληρώθηκε το 2022 στη Θεσσαλονίκη.
Προβάλλονται ακόμη οι ταινίες:
Κλείδωσες; Οι Άγνωστοι
(“The Strangers: Chapter 1”) Αμερικάνικη ταινία τρόμου (2024), που αποτελεί αναβίωση του γνωστού horror φραντσάιζ και την πρώτη παραγωγή μιας νέας τριλογίας, που σκηνοθέτησε ο έμπειρος στον τρόμο και την περιπέτεια Ρένι Χάρλιν, ο οποίος, όμως, δεν έχει επιδείξει κάτι ιδιαίτερο μέχρι στιγμής. Το φιλμ, που θα μπορούσε να θεωρηθεί και πρίκουελ της αρχικής ταινίας, απευθύνεται στους φανατικούς του είδους, βλέπεται με κάποιο ενδιαφέρον ως ένα σημείο, μέχρι να υποκύψει στις συμβάσεις και ο Χάρλιν να παραδώσει το τιμόνι στον αυτόματο πιλότο. Η βλάβη του αυτοκινήτου, θα αναγκάσει ένα νεαρό ζευγάρι να περάσει τη νύχτα του σε ένα απομακρυσμένο ξυλόσπιτο, έξω από μία κωμόπολη. Η γαλήνη του τοπίου και της περιοχής γρήγορα θα δώσει τη θέση της στον πανικό και τη φρίκη, όταν θα τους επιτεθούν τρεις άγνωστοι μασκοφόροι, χωρίς, φαινομενικά, κανένα κίνητρο. Παίζουν οι Μάντλεν Πετς, Φρόι Γκουτιέρεζ, Ρέιτσελ Σέντον κα.
Boy Kills World
(“Boy Kills World) Περιπέτεια επιστημονικής φαντασίας, γερμανοαμερικάνικης παραγωγής του 2023, που αποτελεί και το ντεμπούτο του Γερμανού σκηνοθέτη Μορίτζ Μορ. Νεανική περιπέτεια πολεμικών τεχνών, ανυπόφορη για τους μεγαλύτερης ηλικίας θεατές, που αφορά μία ιστορία εκδίκησης, με ήρωα ένα κωφάλαλο αγόρι, τον «Boy», ο οποίος μετατρέπεται σε μία φονική μηχανή και σκορπάει τον θάνατο και το αιματοκύλισμα. Πρωταγωνιστεί ο Μπιλ Σκάρσγκαρντ.
Βlessing in Disguise
Ελληνικό ερωτικό δράμα, σε σκηνοθεσία Κώστα Ζαμάνη. Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του σκηνοθέτη, που βασίζεται στο βιβλίο του Βαγγέλη Ραπτόπουλου «Λεσβία» και προσπαθεί να εξερευνήσει το γυμνό σώμα και τη σεξουαλική ελευθερία, αλλά και να διεισδύσει στις υπαρξιακές αναζητήσεις της κεντρικής του ηρωίδας, μιας νέας κοπέλας που έλκεται από την ακατέργαστη, αφιλτράριστη ομορφιά του φυσικού κόσμου. Πρωταγωνιστούν οι Σοφία Κούρου και Μυρτώ Ναούμ, ενώ αφηγήτρια είναι η Θέμις Μπαζάκα.
Λώξη
Ελληνικό ντοκιμαντέρ του 2024, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Ζάχου και Θανάση Καφετζή, για ένα σοβαρό θέμα, όπως είναι αυτό των ανθρώπων που πάσχουν από το σύνδρομο Down. Η Λωξάνδρα, ένα κορίτσι με σύνδρομο Down, καλείται να συμμετάσχει σε παραγωγή του Εθνικού Θεάτρου. Η μητέρα της αποφασίζει να δεχτεί την πρόσκληση, θεωρώντας ότι είναι για το καλό της κόρης της. Η Λωξάνδρα θα παλέψει σκληρά για να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της νέας πραγματικότητας. Η ταινία προβάλλεται με υπότιτλους για κωφούς και βαρήκοους.
Στην Παγίδα του Νόμου
(“Down by Law”) Πριν από 40 χρόνια ένας άγνωστος τότε σκηνοθέτης, ξάφνιασε με τα πρώτα του φιλμ τους σινεφίλ όλου του κόσμου. Τον έλεγαν Τζιμ Τζάρμους. Το 1986 με το «Down by Law», θα μας παγιδέψει για πάντα στο κινηματογραφικό του σύμπαν και συνάμα θα φέρει στο προσκήνιο το πραγματικά ανεξάρτητο αμερικάνικο σινεμά. Σε μια από τις καλύτερες στιγμές της φιλμογραφίας του – από τους ελάχιστους σκηνοθέτες που δεν έχουν γυρίσει αδιάφορη ή μέτρια ταινία – εμπνευσμένος από το δικό του ευρηματικό σενάριο θα μας χαρίσει κάτι εντελώς καινούργιο, παντρεύοντας τον κωμικό σουρεαλισμό με το γκρίζο της Αμερικής, ορθώνοντας απέναντι στο αμερικάνικο όνειρο τους χαμένους αυτής της γης. Και μαζί ορισμένες αξέχαστες και απολαυστικές σκηνές, την έξοχη ατμοσφαιρική μουσική του Τζον Λιούρι, ενώ θα μας συστήσει και τον ανεπανάληπτο – σε αυτό το φιλμ – Ρομπέρτο Μπενίνι, που με τα «σπασμένα» του «αμερικάνικα» θα μας γονατίσει από τα γέλια.
Ένας Ιταλός μετανάστης, που μιλάει ελάχιστα αγγλικά, ένας άνεργος ντι-τζέι, που βρίσκεται με ένα κλεμμένο αυτοκίνητο και ένα πτώμα στο πορτμπαγκάζ κι ένας μαστροπός της «πλάκας», στριμώχνονται στο ίδιο κελί στη Νέα Ορλεάνη. Οι τρεις τους θα δραπετεύσουν μετά από μία ιδέα του Ιταλού μετανάστη. Υπέροχη ασπρόμαυρη φωτογραφία από τον στενό συνεργάτη του Βέντερς, Ρόμπι Μιούλερ, αξιομνημόνευτοι οι Τομ Γουέιτς και Τζον Λιούρι στους πρωταγωνιστικούς ρόλους και ολιγόλεπτα αλλά χαρακτηριστικά περάσματα από τη θελκτικότατη Έλεν Μπάρκιν και τη μετέπειτα σύζυγο του Μπενίνι, Νικολέτα Μπράσκι.