«Το νέο έτος βρίσκει την πατρίδα μας εμπεριστατωμένα αισιόδοξη», επισημαίνει ο υπουργός Επικρατείας Σταύρος Παπασταύρου, σε άρθρο του στην εφημερίδα «Απογευματινή» -και τούτο, γιατί, όπως εξηγεί εν συνεχεία, «η Ελλάδα αναμένεται να πετύχει τον τρίτο υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, πάνω από τον τριπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου για το 2023.
Η ανεργία πέφτει σε προ κρίσης επίπεδα, για πρώτη φορά από το 2009. Η πολυετής εθνική προσπάθεια και οι θυσίες των Ελλήνων έπιασαν τόπο και πλέον βιώνουμε έναν ενάρετο κύκλο μείωσης του χρέους και, ταυτόχρονα, μία αύξηση των επενδύσεων που συνάδει με την ενισχυμένη αξιοπιστία της χώρας».
Επιπλέον, «οι πολίτες βλέπουν τα τελευταία χρόνια σημαντική μείωση σε φόρους και εισφορές, τρεις φορές αύξηση του κατώτατου μισθού, περισσότερες και καλύτερες δουλειές. Αισθάνονται ότι πάμε καλά. Σε αυτό συμφωνούν και έγκυροι οικονομικοί αναλυτές διεθνώς.
Διεθνή ΜΜΕ που -λίγα χρόνια πίσω- προεξοφλούσαν την έξοδό μας από την Ευρωζώνη, σήμερα τοποθετούν την ελληνική οικονομία πρώτη στις λίστες αξιολόγησης τους και μιλούν για μοναδική επιτυχία. Είναι, όντως. Και για να γίνει, απαιτήθηκαν από όλες και όλους τους Έλληνες πολυετείς θυσίες, καθώς και ένα σημαντικό μεταρρυθμιστικό έργο», σημειώνει ακόμη.
Την ίδια ώρα, στο γεωπολιτικό επίπεδο, «η πατρίδα μας σήμερα είναι ισχυρότερη από ποτέ, έχοντας αναπτύξει κραταιές συμμαχίες, έχοντας ενισχύσει την αποτρεπτική ικανότητά της και θωρακίσει τα σύνορά της, που είναι συγχρόνως και ευρωπαϊκά. Με στέρεο βηματισμό και καθοριστικό ρόλο στα ευρωπαϊκά fora».
Όμως, διερωτάται ο υπουργός Επικρατείας, «είναι αυτά αρκετά;». Και απαντά: «Ασφαλώς όχι! Γνωρίζουμε καλά ότι έχουμε πολλά ακόμη να κάνουμε. Στόχος μας είναι η επενδυτική βαθμίδα που ανακτήθηκε και η σταθερή άνοδος της ελληνικής οικονομίας να αξιοποιηθούν και να συνεχιστούν, οδηγώντας σε ακόμη περισσότερες ποιοτικές δουλειές, καλύτερους μισθούς, βελτιωμένες υπηρεσίες Παιδείας και Υγείας για όλους και, δη, για τους πιο ευάλωτους συμπολίτες μας. Μόνο έτσι θα διασφαλίσουμε ότι η αναπτυξιακή δυναμική της χώρας θα έχει κοινωνικό πρόσημο και ότι κανείς δεν θα μένει πίσω».
Ακολούθως σε πιο ειδικά θέματα, αλλά πάντα υπό το ίδιο, όπως γράφει, πρίσμα, «το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία που εκπονήθηκε το 2020 εξελίσσεται σε Εθνική Στρατηγική με ορίζοντα το 2030, η οποία και θα ανακοινωθεί στις αρχές του νέου έτους. Με επικαιροποιημένους στόχους, δράσεις και μηχανισμούς ελέγχου, επιδιώκουμε να επιφέρουμε ουσιαστική βελτίωση στην ορατότητα, την προσβασιμότητα, την ισότιμη συμμετοχή των ατόμων με αναπηρία σε κάθε πτυχή της καθημερινότητας».
Παράλληλα, «οι θεσμικές μεταρρυθμίσεις μας θα συνεχιστούν και θα ενταθούν, με αιχμή την καλή νομοθέτηση. Αυτή αποτελεί ένα ισχυρό, μη δημοσιονομικού χαρακτήρα, εργαλείο της Πολιτείας για την κοινωνική, οικονομική και πολιτική σταθερότητα. Ήδη από το 2021, δεν έχει υπάρξει καμία εκπρόθεσμη τροπολογία, ενώ επιδείξαμε συνέπεια στον κοινοβουλευτικό έλεγχο και θέσαμε σε δημόσια διαβούλευση όλα τα νομοθετήματα».
Ταυτόχρονα, «ο μακροπρόθεσμος στρατηγικός σχεδιασμός, το λεγόμενο foresight, αποκτά ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα, και, έτσι, η Ειδική Γραμματεία Μακροπρόθεσμου Σχεδιασμού, μέσα στο 2024 θα αναβαθμιστεί σε Γενική Γραμματεία. Διότι όποιος σχεδιάζει το αύριο χωρίς να μελετάει και να λαμβάνει υπόψη τις ραγδαίες εξελίξεις σε τεχνολογία, δημογραφικό, κλιματική αλλαγή, ενεργειακά, κινδυνεύει να πλέει σε αχαρτογράφητα νερά δίχως πυξίδα, ενάντια στους ανέμους των εξελίξεων».
Και, στο πολιτικό «δια ταύτα», «η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας του Κυριάκου Μητσοτάκη εισέρχεται στο 2024 με τεκμηριωμένο σχεδιασμό και αυτοπεποίθηση, επιδιώκοντας ταυτόχρονα τρεις ξεκάθαρους μεγάλους στόχους: τη βιώσιμη ανάπτυξη, τη δημοσιονομική σταθερότητα και την κοινωνική συνοχή», δηλώνει ο Στ. Παπασταύρου που κλείνει το άρθρο του ευχόμενος σε όλες τις Ελληνίδες και όλους τους Έλληνες «να μετουσιωθεί η συλλογική αισιοδοξία μας σε μία εξαιρετική νέα χρονιά, που θα έχει αναπτυξιακή δυναμική με κοινωνικό πρόσημο, υγεία και δημιουργικότητα, πρόοδο για όλο τον κόσμο».