«Ζούμε μια πανδημία βίας με την ελληνική αστυνομία να είναι κάθε μέρα στην πρώτη γραμμή. Η δουλειά του αστυνομικού είναι καθ’ ορισμόν επικίνδυνη. Η κουβέντα που γίνεται είναι το αν θα συνδεθεί μισθολογικά. Οι υπηρεσίες του είναι πολύτιμες και κατά τη γνώμη μου θα έπρεπε να πληρώνονται καλύτερα» δήλωσε ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Γιάννης Οικονόμου, μιλώντας σήμερα στην τηλεόραση του ΑΝΤ1.
Όπως είπε, «όλοι μας προσπαθούμε να έχουν καλύτερες αποδοχές, έχουμε δρομολογήσει μια σειρά από ενέργειες, γιατί μείναμε πίσω όλα αυτά τα χρόνια. Όμως αυτήν τη στιγμή δεν θέλω να πω κάτι παραπάνω. Αυτή δεν είναι η κατάλληλη στιγμή να ανοίξουμε αυτή τη συζήτηση, γιατί είναι πολύ φορτισμένη η κατάσταση και υπάρχουν πολλά ανοιχτά θέματα, ο εξοπλισμός, τα λεωφορεία κ.λπ., που τα έχουμε δρομολογήσει». Κάθε αστυνομικός αυτή τη στιγμή παίρνει επίδομα ανάλογα με το πού είναι. Κατά τη γνώμη μου, λιγότερα από αυτά που αξίζουν. Θα διεκδικήσουμε στα όρια της οικονομίας ό,τι καλύτερο μπορούμε».
Όσον αφορά τα φαινόμενα εγκληματικότητας που καταγράφονται και ειδικότερα για τα δύο περιστατικά σε Ρέντη και Γκάζι, το μέλος της κυβέρνησης είπε ότι «και στις δυο περιπτώσεις έγιναν συλλήψεις πολύ γρήγορα», ενώ αναφερόμενος στη βόμβα στην έδρα των ΜΑΤ και την απουσία καμερών στην περιοχή, διευκρίνισε πως «η βόμβα τοποθετήθηκε σε τυφλό σημείο», ενώ έθεσε και θέμα προσωπικών δεδομένων περί καταγραφής, σημειώνοντας όμως πως «όλα αυτά θα ελεγχθούν, το περιστατικό είναι πολύ σοβαρό». Ερωτηθείς εάν η βόμβα έμοιαζε αρκετά με αυτές της τρομοκρατικής οργάνωσης 17 Νοέμβρη, ο υπουργός είπε πως υπάρχουν ομοιότητες στα υλικά και διαφορές στη συνδεσμολογία και πως ό,τι βρεθεί θα αξιοποιηθεί.
Αναφερόμενος στην οπαδική βία ενόψει και της οριστικοποίησης των μέτρων στο αυριανό Υπουργικό Συμβούλιο, υπογράμμισε πως κλείνουν τα «παραθυράκια» που υπήρξαν στους νόμους, ενώ παραδέχθηκε ότι υπάρχει έξαρση της μικρής και μεσαίας εγκληματικότητας. «Ωστόσο η Ελλάδα είναι μια ασφαλής χώρα, εξαιτίας της αυτοθυσίας του Έλληνα αστυνομικού και καθημερινά η ελληνική αστυνομία κάνει ότι καλύτερο μπορεί για να εμπεδώσει το αίσθημα ασφάλειας» κατέληξε.