Συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης για τους πέντε μήνες που βρίσκεται στον Ολυμπιακό έδωσε ο Ντιέγκο Μαρτίνεθ στη «Marca», κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά στο ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό και την τιμωρία της ομάδας του, αλλά και στον Βαγγέλη Μαρινάκη.
Αναλυτικά η συνέντευξη του Μαρτίνεθ
Για τον απολογισμό του στους πρώτους πέντε μήνες στον Ολυμπιακό:
«Είναι πολύ θετικός. Ήρθαμε στη μεγαλύτερη ομάδα στην Ελλάδα, με πολλές απαιτήσεις, που μας επιτρέπει να διεκδικούμε τίτλους, να παίζουμε στην Ευρώπη. Είναι μια πολύ πλούσια εμπειρία, αν και φαίνεται ότι πέρασαν περισσότεροι από πέντε μήνες, λόγω της συναισθηματικής έντασης και του πάθους, με το οποίο ζουν τα πάντα εδώ».
Για το τι τον δυσκόλεψε περισσότερο στην προσαρμογή του σε μια νέα χώρα:
«Το πρώτο πράγμα είναι να καταλάβεις που βρίσκεται. Μπορώ να είμαι μόνο ευγνώμων στους οπαδούς επειδή πάντα μας δίνουν τη στήριξή τους, κι ακόμα και σε δύσκολες στιγμές, στέκονται πάντα στο πλευρό της ομάδας. Η προσαρμογή ήταν εύκολη. Πρέπει να ξέρεις τη ιδιοσυγκρασία τους, απορροφήσεις το πλαίσιο, πώς νιώθουν, πώς ζουν, από πού προέρχονται… Το επόμενο στάδιο είναι να προσαρμοστείς σε μια μεσογειακή χώρα, με καλή ποιότητα ζωής, με φαγητό που μας έχει εκπλήξει ευχάριστα. Όλα πάνε μαζί, αλληλοτροφοδοτούνται, αλλά το πιο δύσκολο πράγμα είναι να αποκτήσεις βαθιά γνώση των συνεργατών σου και των προσωπικότητών τους. Στην Ελλάδα και οπουδήποτε αλλού, αλλά εδώ με την απόχρωση ενός ανταγωνισμού που αγνοούσαμε. Χρειάστηκε να βασιστούμε πολύ στο ελληνικό προπονητικό επιτελείο για να τα μάθουμε όλα αυτά».
Για την επιρροή του Αντόνιο Κορδόν στο να δεχτεί την πρόταση του Ολυμπιακού:
«Έχοντας έρθει εδώ και υπογράφοντας σε μια μεγάλη ομάδα με τις υψηλότερες φιλοδοξίες και απαιτήσεις, όντας σε θέση να διεκδικήσω τίτλους και έχοντας τη δυνατότητα να παίξω στην Ευρώπη, ήταν ο πιο σημαντικός παράγοντας και ευχαριστούμε τον πρόεδρο Μαρινάκη για την εμπιστοσύνη. Το να βιώνω αυτή την εμπειρία είναι ένα προνόμιο, και το να σε καλεί ο Αντόνιο Κορδόν, που τον γνωρίζει καλά και είναι ένας από τους κορυφαίους τεχνικούς διευθυντές στην Ευρώπη, είναι ο άλλος παράγοντας που το έκανε εφικτό».
Για το γεγονός ότι στην πρώτη του εμπειρία στο εξωτερικό, ανέλαβε μια ομάδα με την προϋπόθεση να κερδίσει πάντα το πρωτάθλημα:
«Ήταν κάτι το οποίο το ζητούσαμε. Πάντα προσπαθούσα να βάλω τον εαυτό του με διαφορετικές εμπειρίες και ρόλους μέσα στον ανταγωνισμό, να μπορώ να δουλέψω με ένα ρόστερ με τόσες διαφορετικές εθνικότητες, να μεταφέρω το πλάνο και να πείθω σε μια διαφορετική γλώσσα, που η πολυπολιτισμικότητα δημιουργεί μεγαλύτερη πολυπλοκότητα, αλλά αυτό είναι το μοντέρνο ποδόσφαιρο. Πηγαίνοντας στο εξωτερικό είναι μια πολύ καλή εμπειρία και επιπλέον σου επιτρέπει να παλεύεις για μεγάλους στόχους».
Για το γεγονός ότι ανέλαβε μια ομάδα με νέο τεχνικό διευθυντή, 17 νέες μεταγραφές και με μικρό περιθώριο λάθους, καθώς πέρυσι ο Ολυμπιακός τερμάτισε τρίτος:
«Είναι αλήθεια ότι πέρυσι τερμάτισε στην τρίτη θέση, ήταν μια κακή χρονιά για τον Ολυμπιακό, αναφορικά με τα αποτελέσματα, λόγω πολλών συγκυριών, γι’ αυτό έγινε και η ανανέωση του ρόστερ με 17 νέους παίκτες και δύο προκριματικές σειρές για να μπορέσουμε να προκριθούμε στους ομίλους του Europa League. Όλα αυτά πρόσθεσαν δυσκολίες στην πραγματικότητά μας. Αλλά είναι συναρπαστικό. Αυτός είναι ένας σύλλογος όπου η νίκη είναι στο DNA του και εδώ πρέπει να κερδίσουμε χθες. Αυτό κάνει τα πάντα να μεγεθύνονται για τα καλά και τα κακά, και κάνει αυτή την εμπειρία τόσο έντονη και τόσο πλούσια».
Για την πίεση από τους οπαδούς, που ζουν έντονα το ποδόσφαιρο:
«Μπορούμε να είμαστε μόνο ευγνώμονες στους οπαδούς. Όσο γα την πίεση, όταν είσαι σε μια μεγάλη ομάδα, πρέπει να τη θεωρείς φυσιολογική και να ζεις με αυτή. Η δική μας εσωτερική πίεση είναι τόσο σημαντική, όσο και το DNA του νικητή ενός συλλόγου, που έχει συνηθίσει να κερδίζει πολλά και σε πολλούς διαφορετικούς τομείς. Είμαστε θρύλοι σε όλα τα σπορ, όπως στο μπάσκετ. Αυτό βάζει πολυπλοκότητα, αλλά είναι συναρπαστικό να είσαι προπονητής ενός συλλόγου σαν αυτόν».
Το επίπεδο του ανταγωνισμού στο πρωτάθλημα ανάμεσα στις ομάδες στην κορυφή με εξέπληξε πολύ και αυτό φαίνεται στην Ευρώπη. Αυτό δείχνει ένα επίπεδο συναισθηματικής έντασης που κάνει τα παιχνίδια πολύ σκληρά, πολύ απαιτητικά και δύσκολα να τα κερδίσεις. Αν προσθέσουμε σε αυτό και την εξέλιξη της ομάδας, επειδή εδώ οι μεταγραφές ολοκληρώθηκαν στα μέσα Σεπτεμβρίου, κάνει τη διαδικασία με 17 νέους παίκτες πιο δύσκολη».
Για τις κύριες διαφορές ανάμεσα στο ελληνικό και το ισπανικό ποδόσφαιρο:
«Το φορμάτ του πρωταθλήματος είναι διαφορετικό, παίζεις στην κανονική διάρκεια με όλες τις ομάδες, οι βαθμοί αυτοί διατηρούνται, αλλά τότε οι πρώτες έξι ομάδες παίζουν ένα μίνι πρωτάθλημα με δύο γύρους, οπότε με τις κορυφαίες ομάδες παίζεις τέσσερις φορές σε μια χρονιά. Ακόμα, η συναισθηματική ένταση αυτών των αγώνων, όλα όσα γίνονται γύρω από το παιχνίδι, μεγαλοποιούνται από τους οπαδούς. Και αυτό συμβαίνει σε αρκετές ομάδες, γι’ αυτό υπάρχει ένα υψηλό επίπεδο αντιπαλότητας. Και ίσως τα τελευταία χρόνια, από όσα μου έχουν πει συνάδελφοι που έχουν δουλέψει εδώ το επίπεδο των ομάδων έχει ανέβει πολύ».
Για την παράδοση του Ολυμπιακού με Ισπανούς προπονητές:
«Ο στόχος είναι ο ίδιος, να κερδίσουμε χθες και να σκεφτούμε το επόμενο παιχνίδι. Αλλά ο σύλλογος το κάνει πιο εύκολο, γιατί είναι πολύ καλά δομημένος. Θα περιλάμβανα και τους Πορτογάλους εδώ, υπάρχει μια ιβηρική παράδοση στον Ολυμπιακό, κάτι που σημαίνει πως το μόνιμο προσωπικό των Ελλήνων εδώ έχει συνηθίσει να δουλεύει με τεχνικά επιτελεία από την Ιβηρική και σε βοηθούν πολύ, με την προσαρμογή να γίνεται πολύ φυσιολογικά.
Για το εμπόδιο της γλώσσας:
«Στην αρχή ήταν περίπλοκα, αλά το πιο σημαντικό πράγμα, όποια κι αν είναι η γλώσσα, είναι η επιθυμία να επικοινωνήσεις και η πρόθεση να καταλάβεις τον άλλο. Αυτό είναι το πιο σημαντικό. Τότε επικοινωνείς στα αγγλικά, αν και είναι πρόκληση. Είμαι πολύ συναισθηματικός και ιδιοσυγκρασιακός άνθρωπος για να μεταδώσω αυτή την ενέργεια, και πρέπει να βασιστείς στη γλώσσα του σώματος, εκτός από τη γλώσσα. Χρησιμοποιώ μια μεγαλύτερη γκάμα εργαλείων, αλλά αυτό με κάνει πιο ολοκληρωμένο ως προπονητή».
Για το επεισοδιακό ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό και την τιμωρία του Ολυμπιακού:
«Ποτέ δεν θα δικαιολογήσουμε μια πράξη βίας και μάλιστα ο σύλλογος έχει εμπλακεί ενεργά στη διαδικασία να εντοπίσει αυτόν που έριξε την κροτίδα, για να τον αποβάλλει από το γήπεδο. Το θέμα βρίσκεται στα χέρια ικανών οργάνων, στη διαδικασία της έφεσης και το μόνο πράγμα που μπορώ να κάνω είναι να καταδικάσω τέτοια γεγονότα. Αλλά είναι αλήθεια ότι μας θυμώνει ότι όσα κερδίσαμε στο γήπεδο, μας το πήραν πίσω, σήμερα θα ήμασταν πρωτοπόροι. Το παιχνίδι είχε γύρει υπέρ μας, με το 1-1 και όσα έγιναν, και έχουμε την αίσθηση ότι όσα κερδίσαμε στο γήπεδο, μας τα στέρησαν στα γραφεία. Έχοντας πει αυτά, σας λυθεί το θέμα όσο το δυνατόν καλύτερα, και ό,τι συμβαίνει στο χορτάρι, να μένει στο χορτάρι».
Για το πώς επηρεάστηκε ο ίδιος και αν ήταν εύκολο να χαθεί η συγκέντρωση:
«Είναι δύσκολο. Μέχρι τότε, είχαμε τους περισσότερους βαθμούς, τα περισσότερα γκολ, την καλύτερη άμυνα. Χάσαμε το παιχνίδι 0-3 και αυτό επηρέασε τα πάντα, επειδή το περιθώριο λάθους είναι ελάχιστο και ο μέσος όρος των γκολ είναι γενικός και ειδικός, κι έχει μεγάλη επιρροή. Πρέπει όμως να το αποδεχτείς και να προσαρμοστείς, αν και δεν είναι εύκολο. Πρέπει να συνεχίσουμε να κερδίζουμε και να σκεφτόμαστε το επόμενο παιχνίδι και να βελτιωνόμαστε ως ομάδα. Ψυχικά για την ομάδα ήταν ένα πλήγμα, μια δύσκολη στιγμή. Όμως η οικογένεια του Ολυμπιακού προσπάθησε να το μετατρέψει σε θετική ενέργεια για να δικαιωθούμε. Μέσα στην ομάδα και τον σύλλογο, λέμε ότι για να είσαι πρωταθλητής του Ολυμπιακού θα πρέπει να κάνεις περισσότερα και καλύτερα πράγματα από άλλους. Αυτό είναι ξεκάθαρο».
Για τη συνεργασία του με τον Βαγγέλη Μαρινάκη:
«Είναι ένα άτομο με μεγάλο χάρισμα, εκείνος και όλη η διοίκηση. Είναι πρώτα οπαδός του Ολυμπιακού, νιώθει πολλά για την ομάδα και η συνύπαρξη είναι παραγωγική. Είμαστε και οι δύο έντονες προσωπικότητες και του είμαι ευγνώμων για αυτή την ευκαιρία. Είναι ένας επιτυχημένος πρόεδρος στον επιχειρηματικό κόσμο, με εταιρείες πολλών εκατομμυρίων δολαρίων, ένας πολίτης του κόσμου, που εκτός από εμάς έχει τη Νότιγχαμ Φόρεστ και άλλες εταιρείες μεγάλου μεγέθους. Αυτή η επιτυχία έχει να κάνει με την εξυπνάδα, την αποφασιστικότητα, το χάρισμα και το να ξέρεις πώς να παίρνεις τις σωστές αποφάσεις τη σωστή στιγμή, και είναι αυτό που κάνει τη διαφορά».