Οι εκλογές της 25ης Ιουνίου 2023 υπήρξαν οι πλέον αδιάφορες των τελευταίων ετών. Μοναδική αιτία διεξαγωγής τους ήταν το φιάσκο του εκλογικού συστήματος της απλής αναλογικής, λόγω της οποίας δεν προέκυψε αυτοδύναμη κυβέρνηση από τις εκλογές της 21ης Μαΐου, πλην όμως αυτή ήταν που καθόρισε τελικά την μοίρα του αποσυντιθέμενου ΣΥΡΙΖΑ.
Διαμορφώθηκε πλέον ένα μονοδιάστατο πολιτικό σκηνικό, όπου απουσιάζει το αντίπαλο δέος στη ΝΔ. Ουσιαστικά μιλάμε για το τέλος του δικομματισμού όπως τον είχαμε συνηθίσει. Κι αυτό γιατί η επικυριαρχία της ΝΔ στον κρίσιμο πολιτικό χώρο του κέντρου είναι σχεδόν πλήρης, με τον ΣΥΡΙΖΑ να συρρικνώνεται ανεπιστρεπτί, την ώρα που το ΠΑΣΟΚ παραμένει στάσιμο σε οριακά διψήφιο ποσοστό, χωρίς να μπορεί να επαναπατρίσει το παλιό του εκλογικό ακροατήριο.
Το κατά πόσον η παραδοξότητα της έλλειψης διπολισμού θα παγιωθεί εξαρτάται κυρίως από την πολιτική που θα ασκήσει στη δεύτερη τετραετία της η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Οι προκλήσεις που έχει μπροστά της είναι πολλές, δεδομένου ότι η τάση στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η επιστροφή σε σε προγράμματα δημοσιονομικής πειθαρχίας, ενώ το ζήτημα της ενέργειας, που προσωρινά έχει αντιμετωπιστεί με απορρόφηση των αυξήσεων από τον κρατικό προϋπολογισμό, θα βρεθεί πάλι στην επιφάνεια τον Σεπτέμβριο.
Προς το παρόν, οι διαρροές παρατηρούνται στα δεξιά της ΝΔ, όπου ούτε ένα, ούτε δύο, αλλά τρία κόμματα θα έχουν κοινοβουλευτική παρουσία, αλλά αυτή θα είναι μάλλον θνησιγενής: το κόμμα Βελόπουλου, ο οποίος έχει λοιδωρηθεί για την εμπορία κηραλοιφών και επιστολών, ναι μεν διατηρεί τον πυρήνα των υποστηρικτών του, αλλά αδυνατεί να απευθυνθεί σε ευρύτερο ακροατήριο.
Το κόμμα ΝΙΚΗ δείχνει να έχει μια μονοσήμαντη πολιτική ατζέντα, προσανατολισμένη σε ζητήματα ορθόδοξης πίστης. Τέλος, το κόμμα Σπαρτιάτες λειτουργεί- και δη καθ’ομολογίαν του επικεφαλής του (!)- ως προκάλυμμα του αποκλεισμένου πρώην βουλευτή της Χρυσής Αυγής Ηλία Κασιδιάρη, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.