Το 85,5% των νοικοκυριών της χώρας έχουν εφέτος πρόσβαση στο διαδίκτυο από την κατοικία τους, καταγράφοντας αύξηση 59,5% σε σχέση με το 2012. Ενώ, 8 στους 10 (83,2%) ηλικίας 16- 74 ετών έκαναν χρήση του διαδικτύου κατά το α’ τρίμηνο του 2022, σημειώνοντας αύξηση 6% σε σύγκριση με το 2021.
Σύμφωνα επίσης με την έρευνα χρήσης τεχνολογιών πληροφόρησης και επικοινωνίας από νοικοκυριά και άτομα της ΕΛΣΤΑΤ, χρήση του διαδικτύου σε τακτική βάση, δηλαδή τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα, πραγματοποιείται από το 98,5% όσων χρησιμοποίησαν το διαδίκτυο το α’ τρίμηνο εφέτος.
Οι λόγοι που χρησιμοποιείται το διαδίκτυο
Αναφορικά με τους λόγους χρήσης του διαδικτύου, κυριότερη δραστηριότητα είναι η αναζήτηση πληροφοριών για προϊόντα και υπηρεσίες και αφορά τους 9 στους 10 (89,2%) που χρησιμοποίησαν το διαδίκτυο το α’ τρίμηνο του 2022.
Οι δραστηριότητες που κατέγραψαν τη μεγαλύτερη αύξηση, την τελευταία διετία (α’ τρίμηνο 2020- α’ τρίμηνο 2022) είναι αυτές που αφορούν σε θέματα υγείας, με πιο σημαντική εκείνη που αφορά στην πρόσβαση online στο ατομικό ιατρικό αρχείο, ακολουθούμενη από το κλείσιμο ραντεβού online με ιατρό.
Παράλληλα, 48,6% των ατόμων παρακολούθησαν διαδικτυακά σεμινάριο/ μάθημα στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής διαδικασίας (για το σχολείο, Πανεπιστήμιο κ.λπ.), 41,6% παρακολούθησαν διαδικτυακά σεμινάριο/ μάθημα για επαγγελματικό λόγο ή για λόγο που σχετίζεται με την εργασία τους, και 19,5% παρακολούθησαν διαδικτυακά σεμινάριο/ μάθημα για προσωπικό λόγο (χόμπι κ.ά.).
Στον συνολικό πληθυσμό της χώρας ηλικίας 16 – 74 ετών, περίπου 7 στους 10 (66,4%) έκαναν χρήση υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, τη χρονική περίοδο Απριλίου 2021- Μαρτίου 2022, για προσωπικούς λόγους. Από τη σύγκριση των στοιχείων αυτών με εκείνα που είχαν συλλεγεί τη χρονική περίοδο Απριλίου 2020- Μαρτίου 2021 (55%) καταγράφεται αύξηση 20,7%. Το ποσοστό όσων έκαναν χρήση υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης για προσωπικούς λόγους ανέρχεται σε 79%.
Τα στοιχεία ανά ενέργεια
Ανά ενέργεια που πραγματοποίησαν, παρουσιάζονται ακολούθως:
- 45,5% είχαν πρόσβαση σε προσωπικές τους πληροφορίες που υπάρχουν αποθηκευμένες από δημόσιες υπηρεσίες και αρχές (π.χ. πληροφορίες για τη σύνταξή τους, την υγεία τους, την ασφάλισή τους, την εκπαίδευσή τους κ.ά.).
- 46,7% είχαν πρόσβαση σε πληροφορίες δημόσιων βάσεων δεδομένων ή μητρώων (π.χ. αρχεία Κτηματολογίου, δημόσιες βιβλιοθήκες, αποφάσεις της δημόσιας διοίκησης αναρτημένες στο «Διαύγεια» , νόμους και αποφάσεις αναρτημένα στο Εθνικό Τυπογραφείο, ανοικτά δεδομένα στο data.gov.gr, δεδομένα εμβολιασμού στο emvolio.gov.gr κ.ά.).
- 60% έλαβαν γενικές πληροφορίες αναφορικά με παρεχόμενες υπηρεσίες, ωράριο εργασίας, επιδόματα, δικαιώματα, νόμους, εμβολιασμό ή διενέργεια τεστ για Covid-19 κ.ά.
- Το ποσοστό του πληθυσμού που δεν πραγματοποίησε καμία από τις παραπάνω ενέργειες ανέρχεται σε 29,5%.
- 7 στους 10 (70,2%) «κατέβασαν» ή και εκτύπωσαν επίσημα έγγραφα ή και πρότυπα εγγράφων/ φόρμες από ιστοσελίδες ή εφαρμογές δημόσιων υπηρεσιών και αρχών, για προσωπική χρήση. Ως χαρακτηριστικά παραδείγματα για την ενέργεια αυτή αναφέρονται τα πιστοποιητικά οικογενειακής κατάστασης, οι ληξιαρχικές πράξεις, η βεβαίωση εμβολιασμού ή πραγματοποίησης τεστ για Covid-19, η έκδοση υπεύθυνης δήλωσης/ εξουσιοδότησης, η βεβαίωση φορολογικής ενημερότητας, η έκδοση αντίγραφου ποινικού μητρώου, η έκδοση απολυτηρίου Γυμνασίου/Λυκείου, η ασφαλιστική ενημερότητα κ.ά.
- 6 στους 10 (63,2%) έλαβαν στον προσωπικό τους λογαριασμό επίσημα έγγραφα (πληρωμή φόρου, αντίγραφο ποινικού μητρώου, ληξιαρχικές πράξεις και πιστοποιητικά δημοτολογίου, βεβαίωση εμβολιασμού, αποτέλεσμα rapid test, ειδοποίηση και υπενθύμιση για ραντεβού εμβολιασμού, παραπεμπτικό συνταγογράφησης, αποτέλεσμα πανελλαδικών εξετάσεων κ.ά.) μέσω ιστοσελίδας ή εφαρμογής δημόσιας υπηρεσίας ή αρχής.
- 1 στους 2 (53,1%) έκλεισε ραντεβού με δημόσια υπηρεσία μέσω ιστοσελίδας ή εφαρμογής, για προσωπική χρήση. Ως χαρακτηριστικά παραδείγματα αναφέρονται ραντεβού με ΚΕΠ, ΕΦΚΑ, ΟΑΕΔ, Εφορία (ΑΑΔΕ), με ιατρό του ΕΣΥ σε Μονάδα Πρωτοβάθμιας Μονάδας Υγείας- συμπεριλαμβανομένου του ραντεβού για εμβολιασμό κατά της Covid-19.
Η ηλεκτρονική υποβολή της φορολογικής δήλωσης, αποτελεί ίσως την πιο γνωστή και πιο χαρακτηριστική εξ αποστάσεως επικοινωνία των πολιτών με δημόσια υπηρεσία/ αρχή. Έτσι:
- Περίπου 1 στους 10 (13,7%) υπέβαλαν οι ίδιοι online τη φορολογική τους δήλωση).
- 4 στους 10 (41,7%) υπέβαλαν ηλεκτρονικά αίτηση για επίσημο έγγραφο, πιστοποιητικό, επίδομα ή υπέβαλαν καταγγελία/ παράπονο/ ένσταση.
- 6 στους 10 (58,3%) από όσους δεν υπέβαλαν ηλεκτρονικά αίτηση για επίσημο έγγραφο ή πιστοποιητικό και δεν υπέβαλαν καταγγελία/ παράπονο/ ένσταση δεν το έκαναν επειδή δεν χρειάστηκε να υποβάλλουν αίτηση, καταγγελία κ.λπ. Οι λόγοι που αναφέρθηκαν από όσους χρειάστηκε να υποβάλουν αίτηση, καταγγελία κ.λπ. και δεν υπέβαλαν είναι ότι:
- κάποιος άλλος (λογιστής, φίλος, συγγενής) υπέβαλε την αίτησή τους online (71,6%),
- δεν είχαν τις απαραίτητες γνώσεις/ δεξιότητες (23%),
- ανησυχούσαν για την ασφάλεια των προσωπικών στοιχείων ή των στοιχείων πιστωτικής κάρτας που θα έπρεπε να δώσουν (2,1%), και
- δεν διέθεταν ηλεκτρονική υπογραφή ή ενεργή ηλεκτρονική ταυτοποίηση (eID) (0,9%).
Τα προβλήματα στο διαδίκτυο
Σχετικά με τα προβλήματα που αντιμετώπισαν όσοι έκαναν χρήση ιστοσελίδων ή εφαρμογών δημόσιων υπηρεσιών και αρχών ή ακόμη «κατέβασαν» ή εκτύπωσαν επίσημα έγγραφα κ.λπ., 8 στους 10 (79,1%) δεν αντιμετώπισαν κανένα πρόβλημα, ενώ από όσους αντιμετώπισαν πρόβλημα, το 60,7% ανέφερε τεχνικό πρόβλημα κατά τη χρήση της ιστοσελίδας/ εφαρμογής, το 33,7% δύσκολη χρήση ιστοσελίδας/ εφαρμογής (δεν ήταν φιλικές στο χρήστη/ δεν υπήρχαν σαφείς οδηγίες χρήσης κ.λπ.), το 7% πρόβλημα με τη χρήση της ηλεκτρονικής υπογραφής ή της ηλεκτρονικής ταυτοποίησης, το 5,9% αδυναμία πρόσβασης στην υπηρεσία μέσω «έξυπνου» κινητού τηλεφώνου ή tablet και το 2,5% αδυναμία πληρωμής μέσω ιστοσελίδας/ εφαρμογής.
Όσον αφορά στο ηλεκτρονικό εμπόριο, 5 στους 10 (53,2%) πραγματοποίησαν κάποια ηλεκτρονική αγορά ή παραγγελία αγαθών ή υπηρεσιών μέσω του διαδικτύου, για προσωπική χρήση. Σε σύγκριση με το αντίστοιχο ποσοστό ένα έτος πριν (58,3%) καταγράφεται μείωση 8,7%, ενώ σε σχέση με το ποσοστό του α’ τριμήνου του 2020 (47,8%), δηλαδή λίγο πριν την έναρξη των πρωτόγνωρων υγειονομικών συνθηκών στη χώρα, καταγράφεται αύξηση 11,3%.
Παράλληλα, ποσοστό 7% έχει χρησιμοποιήσει συσκευές και συστήματα για την ασφάλεια της κατοικίας (συστήματα συναγερμού, ανιχνευτές καπνού, κάμερα ασφαλείας, κλειδαριές πόρτας κ.ά.), ποσοστό 7% οικιακές συσκευές όπως ηλεκτρική σκούπα, ρομπότ, φούρνο, καφετιέρα συνδεδεμένες στο διαδίκτυο, και ποσοστό 4,4% συσκευές ή συστήματα για την ενεργειακή διαχείριση της κατοικίας (θερμοστάτες, λαμπτήρες κ.ά.). Σε σχέση με το 2020 καταγράφεται αύξηση 56,3% στο ποσοστό των ατόμων που έκαναν χρήση τέτοιου είδους συσκευών/ συστημάτων.
Το 86,4% όσων δεν έχουν χρησιμοποιήσει κάποια συνδεδεμένη στο διαδίκτυο συσκευή, γνωρίζουν για την ύπαρξή τους, ωστόσο 6 στους 10 (60,7%) από αυτούς αναφέρει ότι δεν τις χρειάζεται και 3 στους 10 (27,5%) ότι δεν υπάρχει συμβατότητα με τις συσκευές/ συστήματα που διαθέτουν. Υψηλό κόστος αναφέρει το 16,1% αυτών.
Ενώ, 9 στους 10 (91%) από όσους χρησιμοποίησαν κάποια από τις προαναφερθείσες τεχνολογικά προηγμένες συνδεδεμένες στο διαδίκτυο συσκευές ή συστήματα, δεν αντιμετώπισαν κανένα πρόβλημα. Τα κυριότερα προβλήματα που αναφέρθηκαν είναι η δυσκολία στη χρήση τους (ρύθμιση, εγκατάσταση, σύνδεση, σύζευξη) (5,2%), η δυσκολία σύνδεσης της συσκευής στο διαδίκτυο και η έλλειψη τεχνικής υποστήριξης (3,6%) και τα προβλήματα ασφάλειας («χακάρισμα» συσκευής κ.λπ.) (1%).
Τέλος το 21,3% ηλικίας 16- 74 ετών που χρησιμοποίησαν το διαδίκτυο το α’ τρίμηνο του 2022, άφησαν το κινητό ή «έξυπνο» τηλέφωνό τους στους ειδικούς χώρους ανακύκλωσης ηλεκτρονικών συσκευών, ή σε κατάστημα πώλησης για ανακύκλωση. Το 19,8% άφησαν τον φορητό υπολογιστή ή το tablet τους στους ειδικούς χώρους ανακύκλωσης ηλεκτρονικών συσκευών ή σε κατάστημα πώλησης για ανακύκλωση. Το 15,3% άφησαν τον επιτραπέζιο Η/Υ τους στους ειδικούς χώρους ανακύκλωσης ηλεκτρονικών συσκευών ή σε κατάστημα πώλησης για ανακύκλωση.
Ωστόσο, το χαρακτηριστικό που θεωρήθηκε πιο σημαντικό κατά την αγορά, ήταν η τιμή της συσκευής (87,9%) και τεχνικά χαρακτηριστικά, όπως η ταχύτητα (χρόνος απόκρισης) και η χωρητικότητα του σκληρού δίσκου (hdd/ssd) ή η ταχύτητα επεξεργαστή (CPU) (75%).