Το απόγευμα της Δευτέρας της 23ης Ιουλίου του 2018, η χώρα έμελλε να ζήσει μια από τις χειρότερες τραγωδίες στη νεότερη ιστορία της: Την πυρκαγιά που ξέσπασε στο Μάτι, αφήνοντας πίσω της 102 νεκρούς και δεκάδες περιουσίες κατεστραμμένες.
Η ημερομηνία αυτή έχει «κλειδώσει» για πάντα στις καρδιές όσων βίωσαν από κοντά τη φρίκη της πύρινης λαίλαπας, η οποία σάρωσε στο πέρασμά της ότι έβρισκε μπροστά της. Ανθρώπους, σπίτια, δάση, αυτοκίνητα, ζώα.
Το χρονικό της καταστροφικής φωτιάς στο Μάτι
Η πυρκαγιά, που έχει καταγραφεί ως μια από τις μεγαλύτερες καταστροφές παγκοσμίως, ξέσπασε ακριβώς σαν σήμερα, στο Νταού Πεντέλης, όταν ένας 65χρονος τότε άνδρας, αποφάσισε να κάψει κλαδιά κοντά στο σπίτι του. Εκείνη, όμως την ημέρα, την Δευτέρα 23 Ιουλίου 2018, η κατηγορία κινδύνου για πυρκαγιές στην Αττική, ήταν «πολύ υψηλή», λόγω και των δυνατών ανέμων που μετά 16:45 άρχισαν να πνέουν με ένταση έως και 9 μποφόρ.
Λίγο μετά τις 5 το απόγευμα της ίδιας ημέρας οι φλόγες άρχισαν να τυλίγουν τα πάντα. Το «μέτωπο» υποτιμήθηκε – όπως φάνηκε αργότερα. Οι δυνάμεις της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας είχαν να αντιμετωπίσουν μια άλλη εστία, στην Κινέττα. Το αποτέλεσμα ήταν η φωτιά μέσα σε λίγες ώρες να περάσει στο Νέο Βουτζά και λίγο αργότερα με τη «βοήθεια» των ισχυρών δυτικών ανέμων να φτάσει στο Μάτι.
Κανείς δεν έδωσε εντολή να εκκενωθεί ο οικισμός, που έσφυζε από ζωή όπως κάθε καλοκαίρι. Τα όσα ακολούθησαν μετά έμοιαζαν με σκηνές βγαλμένες από την κόλαση. Σοροί απανθρακωμένοι σε ταβέρνες, σπίτια, χωράφια και αυλές. Άνθρωποι εγκλωβισμένοι στη θάλασσα αναμένοντας βοήθεια. Περιουσίες και κόποι μιας ζωής ολοσχερώς κατεστραμμένες. Μια ανείπωτη ανθρώπινη τραγωδία και μια ολοκληρωτική φυσική καταστροφή.
Η υπόθεση στο Μάτι στον δρόμο της Δικαιοσύνης
Όπως ήταν αναμενόμενο η υπόθεση πήρε το δρόμο της Δικαιοσύνης, η οποία 4 χρόνια μετά από αυτή την τεράστια καταστροφή και έπειτα από πολλές διαφωνίες για το ύφος των κατηγοριών που θα έπρεπε να απαγγελθούν στους εμπλεκόμενους (πλημμελήματα ή κακουργήματα) εξέδωσε παραπεμπτικό βούλευμα. Με αυτό οι δικαστές «έδειξαν» το εδώλιο του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου της Αθήνας σε 21, εν τέλει άτομα, προκειμένου αυτά να δώσουν εξηγήσεις για τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι.
Μεταξύ των κατηγορουμένων είναι αυτοδιοικητικοί παράγοντες και στελέχη της Περιφέρειας, δήμαρχοι της περιοχής, στελέχη της Πολιτικής Προστασίας, της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και της Αστυνομίας, όπως και ο ιδιώτης που προκάλεσε την πυρκαγιά. Οι εν λόγω κατηγορούμενοι θα δικαστούν για τα αδικήματα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή δια παραλείψεως από υπόχρεους και μη, αλλά και της πρόκλησης σωματικών βλαβών κατά συρροή. Για εμπρησμό από αμέλεια θα δικαστεί επιπλέον ο άνδρας που προκάλεσε την πυρκαγιά.
Η παραπομπή σε δίκη των 21 κατηγορουμένων (από τους 24 αρχικά) αποφασίστηκε με βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών της Αθήνας και μένει πλέον να προσδιοριστεί η ημερομηνία έναρξης της δίκης. Με το βούλευμα αυτό, έκλεισε οριστικά κάθε πιθανότητα αναβάθμισης της κατηγορίας σε κακουργηματική μορφή για συγκεκριμένη μερίδα των κατηγορουμένων. Την ίδια ώρα, οι συγγενείς όσων χάθηκαν στις φλόγες αναμένουν και τις αποφάσεις των Διοικητικών Δικαστηρίων για τις αγωγές αποζημιώσεων που έχουν καταθέσει και οι οποίες ανέρχονται σε εκατομμύρια ευρώ.
Μέχρι στιγμής για τις αστικές αξιώσεις των θυμάτων δεν έχει εκδοθεί, σύμφωνα με πληροφορίες, κάποια απόφαση από τα διοικητικά δικαστήρια. Πάντως, εκτιμάται ότι η απόφαση που εξέδωσε το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών, για αποζημίωση ύψους 270.000 ευρώ στην οικογένεια ενός 29χρονου που έχασε τη ζωή του κατά τη διάρκεια των φονικών πλημμυρών στην Μάνδρα Αττικής, το 2017, θα έχει καθοριστική σημασία και για την έκβαση των αγωγών που έχουν κατατεθεί για τη καταστροφή στο Μάτι.
Χάος η δικογραφία για το Μάτι
Στις 400.000 σελίδες της δικογραφίας για το Μάτι αποτυπώνεται το σκηνικό του χάους, της ασυνεννοησίας και των παλινωδιών εκείνες τις κρίσιμες ώρες. Κανένα σχέδιο διάσωσης των πολιτών και κανένας συντονισμός μεταξύ των αρμοδίων υπηρεσιών. Ενδεικτικά, το βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών για το Μάτι, αναφέρει για μερίδα εκ των βασικών κατηγορουμένων της υπόθεσης:
– Για τον τότε αρχηγό της Πυροσβεστικής Σωτήρη Τερζούδη: «Δεν μερίμνησε πρωτίστως, όπως όφειλε για την προληπτική εναέρια επιτήρηση, για την μεταστάθμευση εναέριων μέσων λόγω καιρικών συνθηκών, με αποτέλεσμα τρία από τα πλέον αξιόπιστα επιχειρησιακά ελικόπτερα να μη μπορούν να απογειωθούν την κρίσιμη στιγμή». Ακόμη, οι δικαστές αναφέρουν στο βούλευμά τους, ότι ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος «ενέκρινε λανθασμένες επιχειρησιακά εκτροπές εναέριων μέσων πυρόσβεσης σε άλλες περιοχές που δεν παρουσίαζαν κίνδυνο, όπως Σουσάκι – Καλαμάκι – Ίσθμια Κορινθίας για να επιχειρήσουν στις εγκαταστάσεις της motor oil».
– Επιπρόσθετα, κατά τους δικαστές ο τότε Αρχηγός της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας: «Δεν πρότεινε – εισηγήθηκε την απομάκρυνση (πολιτών και κατοίκων) από την περιοχή (…). Επιπλέον, δεν υπήρξε συντονισμός ούτε ενημέρωση των τοπικών φορέων, της ΕΛ.ΑΣ. ακόμα και της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, ούτως ώστε να συνδράμουν αποτελεσματικά στη διάσωση των κατοίκων, αλλά αντίθετα, λόγω έλλειψης ενημέρωσης για το μέγεθος και την κατεύθυνση της φωτιάς και τον αιφνιδιασμό των κατοίκων, δημιουργήθηκε κυκλοφοριακή συμφόρηση στους στενούς δρόμους στο Μάτι από τα οχήματα που κινούνταν σε σημεία του εσωτερικού οδικού δικτύου, στα οποία κινήθηκαν οι οδηγοί που βρίσκονταν στην περιοχή και χρησιμοποίησαν το εσωτερικό οδικό δίκτυο για την διαφυγή τους, που είχε αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό των οδηγών και συνεπιβατών τους οι οποίοι κινούνταν στα «τυφλά», χωρίς κατάλληλες κατευθυντήριες οδηγίες …».
– Για τον τότε υπαρχηγό Επιχειρήσεων του Πυροσβεστικού Σώματος, Βασίλη Ματθαιόπουλο: «Ενώ ήταν αρμόδιος για το συντονισμό και τη διαχείριση σε εθνικό επίπεδο των δράσεων για την αντιμετώπιση πυρκαγιών με στόχο την ελαχιστοποίηση των συνεπειών τους, (…) ενώ γνώριζε ότι υπήρχε δείκτης επικινδυνότητας 4 για πυρκαγιά στην περιοχή της Αττικής «δεν έλαβε τα απαραίτητα μέτρα σε επίπεδο πρόληψης και έκτακτης ανάγκης και δεν αξιοποίησε τον ημερήσιο χάρτη πρόβλεψης κινδύνου πυρκαγιάς με δείκτη επικινδυνότητας 4 και συγκεκριμένα δεν φρόντισε να υπάρχει επαρκής εναέρια επιτήρηση στην Αττική από τις πρώτες επικίνδυνες από άποψη πυρκαγιών ώρες (…) ούτε εκμεταλλεύτηκε επιχειρησιακά τη νεοσύστατη υπηρεσία μη επανδρωμένων αεροσκαφών drones, τα οποία μπορούν να κάνουν 24ωρη επιτήρηση, έχουν κάμερες και δίνουν άμεσες πληροφορίες σε πραγματικό χρόνο στο Ε.Σ.Κ.Ε».
– Για τον τότε Διοικητή του Ε.Σ.Κ.Ε., Ιωάννη Φωστιέρη: «Ενώ γνώριζε ότι η πυρκαγιά στο Καλαμάκι Ισθμού ήταν έρπουσα σε θάμνους και η κατάσταση ήταν ελεγχόμενη», ζήτησε το ελικόπτερο τύπου S-64 να φύγει από Νταού Πεντέλης και να κατευθυνθεί προς τις εγκαταστάσεις της MOTOR OIL.
– Για τον πρώην αρχηγό της Πυροσβεστικής και τότε Διοικητή της Ε.Μ.Α.Κ. Στέφανο Κολοκούρη: «Δεν μερίμνησε να εκτελέσει άμεσα την εντολή, ώστε να βρεθεί τουλάχιστον στις 18.00 ή το ταχύτερο δυνατόν στον τόπο της πυρκαγιάς και να τεθεί επικεφαλής σχέδιο διάσωσης των πολιτών που κινδύνευαν, αλλά αντιθέτως παρέμεινε στην πυρκαγιά της Κινέττας μέχρι τις 19:59, ακολούθως μετέβη στις εγκαταστάσεις της ΕΜΑΚ στην Μαγούλα, αναχώρησε από εκεί μετά τις 20:30 και αφίχθη με μεγάλη καθυστέρηση στην περιοχή του συμβάντος στις 21:30. (…)». Ακόμη, «δεν συνέδραμε με αποτελεσματικό τρόπο στην απομάκρυνση των πολιτών και όταν πια η απομάκρυνση δεν ήταν εφικτή, δεν συνέβαλε ουσιαστικά σε επιχείρηση διάσωσης».
– Για την πρώην περιφερειάρχη Αττικής Ρένα Δούρου: «Δεν συγκάλεσε έγκαιρα το έκτακτο Σ.Ο.Π.Π., το οποίο και συνεδρίασε τελικά στις 20:30, αφού η πυρκαγιά είχε πλέον αυτοκατασβεστεί. Δεν εισηγήθηκε έγκαιρα στο γενικό γραμματέα πολιτικής προστασίας την έκδοση απόφασης κήρυξης της περιοχής σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Εξαιτίας των συνδυασμένων παραλείψεων της η πυρκαγιά εξαπλώθηκε πολύ γρήγορα, καθώς συνέδραμε σε αυτό μη καθορισμός της περιοχής ευθύνης της».
– Για τον πρώην Δήμαρχο Μαραθώνα Ηλία Ψινάκη: «Δεν μερίμνησε για την πλήρη απομάκρυνση της καύσιμης φυτικής ύλης, που βρίσκεται στην επιφάνεια του εδάφους, όπως τα φυλλοστρώματα, τα ξερά χόρτα, η ποώδης βλάστηση, τα φρύγανα καθώς και τα κείμενα ξερά κλαδιά κ.λπ., όπως και στην απομάκρυνση της βλάστησης γύρω από περιοχές ιδιαίτερης προστασίας, όπως κτιριακές υποδομές και εγκαταστάσεις καθώς και σε περιοχές, που θεωρούνται λόγω της φύσης τους ως περιοχές υψηλού κινδύνου (…), προκειμένου να μειωθεί η πιθανότητα σε μία πυρκαγιά, που αναπτύσσεται στην επιφάνεια του εδάφους, να περάσει στην κόμη των δέντρων και εν συνεχεία να κινηθεί επικόρυφα με επικίνδυνη συμπεριφορά, ώστε να προστατευτούν οι οικισμοί του δήμου Μαραθώνα…».
– Για τον ηλικιωμένο άνδρα που έκαψε τα χόρτα κοντά στο σπίτι του στο Νταού Πεντέλης και από εκεί ξεκίνησε: «Από αμέλεια τέσσερις με πέντε ώρες νωρίτερα είχε ανάψει φωτιά σε απερίφρακτο οικόπεδο που βρισκόταν δίπλα από την κατοικία του, προκειμένου να κάψει κλαδιά. Εντούτοις δεν φρόντιζε, καίτι, μπορούσε να την κατασβήσει πλήρως και αποτελεσματικά, δηλαδή με επαρκή ποσότητα νερού και κάλυψη με ικανή ποσότητα χώματος, με αποτέλεσμα τα υπολείμματα της καύσης, λόγω των επικρατουσών καιρικών συνθηκών, να φύγουν και να πυροδοτήσουν την παρακείμενη καύσιμη ύλη χαμηλού ύψους, η δε κατά τα ως άνω προκληθείσα φωτιά έλαβε διαστάσεις σημαντικής έκτασης εξαπλώθηκε σε δύο μέτωπα που κατευθύνονταν σε κατοικημένους οικιστικούς ιστούς».